Διδακτορικές διατριβές

Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογήhttps://beta-pandemos.panteion.gr/handle/123456789/4

Νέα

Αυτή είναι η συλλογή από το παλιό σύστημα με ID:cid:13

Περιηγούμαι

Πρόσφατες Υποβολές

Τώρα δείχνει 1 - 20 από 42
  • Τεκμήριο
    Τα κύματα παγκοσμιοποίησης στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις, 19ος-20ος αι.
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2024-09-15) Κοσκινάς, Νικόλαος; Λυμπεράκη, Αντιγόνη; Ρουκανάς, Γεώργιος
    This thesis aims to study the structural aspect of foreign trade related to the notion of the nation-state in the context of a globalizing economy. In economic studies of foreign trade we seldom encounter the nation-state as a functional variable, although much of the data on which all trade analyses are based are obtained from national statistics. In the case of international trade studies, the notion of trade partner has received little attention and the role of the state is limited to a protectionist/antiprotectionist guard in a world of horizontal corporate trade networks, downgrading thus the important aspect of nation-structure within the international economic field. But the notion of trade-partner is not only an economic concept, but a political and a sociological one as well. Using trade share data, we disentangle the web of all trade partners for each country for whom the trade share exceeds 1% and work out the global trade structure at the meso-level of the nation-state. We analyze how these structures, which do not necessarily constitute a network, evolve through time and what the implications are for the economic relations between nation-states. We depict trade shares similarly to a world trade-partner map, and include multilateral imports and exports for 1896, 1906, 1965, 1980, 1995, 2005. We compare structures across this time horizon taking into consideration historical specificities. Some of our findings are that in a century’s time international trade structures shift only gradually and so it is plausible that they could be situated in a long-wave perspective. At the same time, they correlate to shifts in power and hegemony in the international economy relating to specific nation-states. Regionalism in international trade appears to be a field structured by the gravitational force of specific nation-states, elaborating thus the argument of Neil Fligstein that global trade refers to a well established trade between the leading regional economies. Structurally the change in trading patterns seems to fit a theory of an international economic field similar to that of Pierre Bourdieu where the nation-state replaces the firm as an agent. In addition, each nation-state seems to have a gravity effect in the internatio
  • Τεκμήριο
    Πόντιοι μετανάστες από την πρώην Σοβιετική Ένωση στο σχολείο και ενδεχόμενοι παράγοντες κοινωνικού αποκλεισμού τους
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2007) Κλάδη-Κοκκίνου, Μαρία Κ.; Κασιμάτη, Κούλα; Παπαδοπούλου, Δέσποινα; Πρόκου, Ελένη; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας
    Με την έρευνα αυτή επιχειρείται η διερεύνηση της σχέσης της επίδοσης των μαθητών με την οικονομική κατάσταση των οικογενειών τους, την καταγωγή τους, τη γνώση της γλώσσας, τα χρόνια παραμονής, τον εθνοκεντρισμό των καθηγητών, τον εθνοκεντρισμό του περιβάλλοντος, τη στάση των γονέων απέναντι στην εκπαίδευση και το εκπαιδευτικό επίπεδο των γονέων καθώς επίσης και το αν η επίδοση επηρεάζει τις φιλοδοξίες των μαθητών για το επαγγελματικό τους μέλλον πιστεύοντας ότι αυτό μπορεί να είναι η συνέχιση ενός ιδιότυπου κοινωνικού αποκλεισμού ο οποίος μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Ο πληθυσμός της έρευνας είναι οι μαθητές της Γ’ Γυμνασίου των σχολείων του Δήμου Αχαρνών σε τέσσερις κατηγορίες: Τους Ελληνοπόντιους, τους Έλληνες, τους λοιπούς μετανάστες, και τους Έλληνες με ένα γονέα Έλληνα. Τα ευρήματα ήταν τα εξής: Την επίδοση την επηρεάζουν κυρίως τα οικονομικά προβλήματα και η χώρα προέλευσης με τους Ελληνοπόντιους να παρουσιάζουν τη χαμηλότερη επίδοση. Μάλιστα, μεταξύ των Ελληνοποντίων και των Ελλήνων με τα ίδια οικονομικά προβλήματα, φαίνεται ότι οι Ελληνοπόντιοι έχουν χαμηλότερη επίδοση. Τέλος η σχολική επίδοση φαίνεται ότι επηρεάζει τις φιλοδοξίες των μαθητών οι οποίοι παρουσίαζαν τις χαμηλότερες και υψηλότερες σχολικές επιδόσεις αναφορικά με τις φιλοδοξίες τους για το επαγγελματικό τους μέλλον.
  • Τεκμήριο
    Οι κρατικές Υπηρεσίες Υγείας ως φορείς κοινωνικής ένταξης και ενσωμάτωσης των οικονομικών μεταναστών
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2013) Χαραλαμποπούλου, Αγγελική Χ.; Παπαδοπούλου, Δέσποινα; Μπάγκαβος, Χρήστος; Στρατηγάκη, Μαρία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Η παρούσα διατριβή αφορά στις διαδικασίες κοινωνικής ένταξης και ενσωμάτωσης των οικονομικών μεταναστών στην ελληνική κοινωνία, μέσα από την επαφή τους με τις Κρατικές Υπηρεσίες Υγείας (ΚΥΥ). Επίσης, η μελέτη εξετάζει τον τρόπο (π.χ. βίωμα, πληροφόρηση), με τον οποίο εσωτερικεύονται οι διαδικασίες αυτές τόσο από τους οικονομικούς μετανάστες όσο και τους εκπροσώπους αυτών των υπηρεσιών, μέσα από την καθημερινή συμμετοχή τους στα Κρατικά Νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας κ.λπ., αλλά και στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε μέσα από μια περιγραφική ανάλυση των τρόπων λειτουργίας των δομών των ΚΥΥ, εξετάζοντας τις στάσεις και τις αντιλήψεις των εργαζομένων σε αυτές για τους οικονομικούς μετανάστες, αλλά και της εμπειρίας και των βιωμάτων των οικονομικών μεταναστών κατά την επαφή τους με τις ΚΥΥ. Εξήντα (60) ημιδομημένες συνεντεύξεις (30 με τους εργαζόμενους στις ΚΥΥ και 30 με οικονομικούς μετανάστες) διεξήχθησαν. Από τα αποτελέσματα της έρευνας διαφαίνεται ότι δεν μπορεί να απαντηθεί με σαφήνεια, το αν οι ιατροί και νοσηλευτές βοηθούν ενεργά τους μετανάστες να ενσωματωθούν καλύτερα στην ελληνική κοινωνία. Ανεξάρτητα, όμως, της προσωπικής τους στάσης, θετικής ή αρνητικής, προκύπτουν στοιχεία που καταδεικνύουν ότι οι μετανάστες, στην πλειοψηφία τους, όχι μόνον έχουν καλή επαφή με τις ΚΥΥ, αλλά φαίνεται πως έχουν καταφέρει να ενταχθούν και σε πολλές περιπτώσεις να ενσωματωθούν στο σύστημα, υιοθετώντας συμπεριφορές και συνήθειες ανάλογες με αυτές των ελλήνων ασθενών, χρηστών των συγκεκριμένων υπηρεσιών. Τέλος, προκύπτει ότι οι υπηρεσίες υγείας είναι απαραίτητο να είναι ευαίσθητες και να ανταποκρίνονται στις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες των μεταναστών, αναγνωρίζοντας τη δυναμική φύση των πολιτισμών: προκειμένου να είναι σε θέση να συναντούν τις ανάγκες των μεταναστών, είναι μείζονος σημασίας να λειτουργούν συνεργατικά, τόσο μεταξύ τους, όσο και με τις άλλες διοικητικές υπηρεσίες.
  • Τεκμήριο
    Οι μεταβολές στην εξέλιξη και στην κατανόηση της σταδιοδρομίας από τις Ρουμάνες μετανάστριες: από τις εργασίες στη Ρουμανία στις υπηρεσίες καθαρισμού στην Ελλάδα.
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2013) Lazarescu, Daria Ioana Maria; Ψημμένος, Ιορδάνης; Παπαδοπούλου, Δέσποινα; Τριανταφυλλίδου, Άννα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Η διδακτορική διατριβή εξετάζει τις μεταβολές στην πορεία εργασιακής εξέλιξης και πώς αυτή κατανοείται από τις Ρουμάνες μετανάστριες, οι οποίες εργάζονται στις υπηρεσίες καθαρισμού στην Ελλάδα. Η έρευνα εστιάζει στην εργασία και στον τύπο απασχόλησης και πως αυτές οι δύο παράμετροι επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά τη σταδιοδρομία των εργαζομένων στις υπηρεσίες όπως επίσης και τις αξίες που προκύπτουν από αυτήν. Συγκεκριμένα, διερευνάται εάν και κατά πόσον η παραμονή των μεταναστριών στις υπηρεσίες καθαρισμού και σε συγκεκριμένους τύπους απασχόλησης συνδέεται πρώτον, με την πρότερη εργασιακή τους πορεία. Δεύτερον, οφείλεται στην οργάνωση και στη λειτουργία των υπηρεσιών καθαρισμού και τρίτον, στα νοήματα που οι εργαζόμενες διαμορφώνουν σταδιακά για την ανέλιξή τους.Έναυσμα για τη διερεύνηση των παραπάνω αποτέλεσαν οι διαπιστώσεις των κοινωνιολογικών μελετών που αναδεικνύουν ότι η εργασία σε διάφορους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας (αγροτική παραγωγή, βιομηχανία, υπηρεσίες) διαμορφώνει και μεταβάλλει τους εργασιακούς προσανατολισμούς των ανθρώπων και επηρεάζει τις προσλήψεις τους. Από τη διεθνή βιβλιογραφία προκύπτει ότι τα παραπάνω είναι σημαντικά για τη μελέτη της πορείας εξέλιξης και την κατανόηση της κινητικότητας μεταξύ διαφόρων επαγγελμάτων. Ωστόσο, ο τύπος απασχόλησης και η ιεραρχία μέσα σε ένα επάγγελμα παίζουν επιπρόσθετο ρόλο για την παραμονή των εργαζομένων μέσα σε αυτό, καθώς και για την ερμηνεία από τους ίδιους για τη θέση τους στην οικονομία και την κοινωνία. Η διδακτορική διατριβή μελετά τα παραπάνω μέσα από το παράδειγμα των Ρουμάνων μεταναστριών οικιακών εργατριών σε συνεργεία καθαρισμού και σε διάφορα νοικοκυριά. Εξετάζονται και συγκρίνονται οι αντικειμενικές και οι υποκειμενικές διαδρομές κινητικότητας από τη Ρουμανία στην Ελλάδα. Επιπλέον, η ανάλυση επικεντρώνεται στις εργασιακές μεταβολές και στις συνέπειες τους για την πρόσληψη της σταδιοδρομίας μέσα στο επάγγελμα. Η έρευνα καταλήγει στη διαπίστωση ότι στη Ρουμανία οι συνθήκες εργασίας και οι μεταβολές που αυτές υπέστησαν, μεταβάλλουν τον εργασιακό προσανατολισμό και τις αξίες των εργαζομένων, οδηγώντας τες στην διαμόρφωση μιας αντίληψης της εργασίας που δεν έχει να κάνει τόσο με ένα συγκεκριμένο επάγγελμα, αλλά με την αντιμετώπισή της περισσότερο ως δουλειά που εξασφαλίζει την οικονομική επιβίωση της οικογένειας. Με αυτή την έννοια, η εξέταση της σταδιοδρομίας στη Ρουμανία αναδείχθηκε ως κομβικό στοιχείο για την κατανόηση της προετοιμασίας των γυναικών σε πρόσκαιρα και χαμηλού κύρους επαγγέλματα.Στην Ελλάδα, παρατηρείται ότι αυτό το στάδιο της προετοιμασίας δεν είναι ικανό από μόνο του για να σταθεροποιηθούν οι Ρουμάνες μετανάστριες στις διάφορες μορφές οικιακής εργασίας που αναλαμβάνουν. Για τη σταθεροποίηση στο επάγγελμα, είναι απαραίτητο το πέρασμα από διαφοροποιημένες, από εκείνες της Ρουμανίας, μορφές απασχόλησης καθώς και συνήθειες και αντιλήψεις που προκύπτουν σε αυτές. Μέσα στην οικιακή εργασία δεν αναπτύσσονται γενικά κίνητρα, ιδέες και αξίες που σταθεροποιούν τη γυναίκα στο επάγγελμα. Αυτό που η μελέτη αναδεικνύει είναι ότι: α) η μορφή απασχόλησης καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την κατανόηση της σταδιοδρομίας ως ανοδική ή καθοδική, β) οι συνθήκες και οι αξίες που αναπτύσσονται στα συνεργεία καθαρισμού διαφέρουν από εκείνα στην αυτοαπασχολούμενη οικιακή εργασία σε διάφορα νοικοκυριά, γ) η κινητικότητα των μεταναστριών στα συνεργεία καθαρισμού ακολουθεί διαδρομές και αντιλήψεις που σταθεροποιούν τις γυναίκες μέσα σε αυτά, ανάλογα με την σταθερότητα του μισθού και την αυτονομία ως προς τον ρυθμό εκτέλεσης των καθηκόντων, δ) για τις αυτοαπασχολούμενες οικιακές εργάτριες σε διάφορα νοικοκυριά, η πορεία εξέλιξης και η κατανόηση αυτής εξαρτάται από την αυτονομία στην επιτέλεση των καθηκόντων, τους δεσμούς με τους εργοδότες και το κύρος που αντλούν από τη σχέση με αυτούς.
  • Τεκμήριο
    Κοινωνικοοικονομική προσέγγιση της γήρανσης και της ζήτησης υπηρεσιών νοσοκομειακής περίθαλψης : η περίπτωση του Γενικού Νοσοκομείου Καλαμάτας
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2008) Δρούμπαλης, Φώτης Π.; Ρομπόλης, Σάββας Γ.; Μιχαλοπούλου, Καίτη; Κορασίδου, Μαρία, 1959-; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γενικό Τμήμα Δικαίου
  • Τεκμήριο
    Ο θεσμός της Εσπερινής Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα, 1998-2006 : η συμβολή του στην κοινωνική αναπαραγωγή
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2008) Τσικαλάκη, Ιωάννα; Κασιμάτη, Κούλα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
  • Τεκμήριο
    Το φύλο στον τρίτο τομέα : ζητήματα απασχόλησης και στερεοτύπων φροντίδας στις κοινωνικές υπηρεσίες φροντίδας του τρίτου τομέα
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2013) Σπυριδάκη, Ελεάνα Ε.; Στρατηγάκη, Μαρία; Κουζής, Γιάννης; Κορασίδου, Μαρία, 1959-; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η προσέγγιση και η κατανόηση του τρίτου τομέα τόσο σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, όσο και ειδικότερα υπό το πρίσμα της ελληνικής πραγματικότητας. Παράλληλα, για τις ανάγκες της μελέτης ερευνώνται ορισμένα ζητήματα σχετικά με την έννοια της φροντίδας και τη γυναικεία απασχόληση. Ειδικότερα, επιχειρείται η διερεύνηση του τρίτου τομέα μέσα από τις έννοιες της απασχόλησης και των στερεοτύπων που απαντώνται σε σχέση με τη φροντίδα, εντός των κοινωνικών υπηρεσιών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Η εμπειρική έρευνα που συμπληρώνει το εγχείρημα, είναι ποιοτική και χρησιμοποιεί τη μελέτη περίπτωσης ως ερευνητική μέθοδο και την τεχνική των ημί-δομημένων συνεντεύξεων για τη συλλογή των δεδομένων, από έξι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, που δραστηριοποιούνται στον τομέα παροχής κοινωνικής φροντίδας στην περιφέρεια Κρήτης. Τα βασικά συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η έρευνα είναι ότι ο έμφυλος καταμερισμός της εργασίας και οι ανισότητες που εντοπίζονται σε σχέση με τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, καθώς και τα στερεότυπα που αφορούν την παροχή της φροντίδας, εξακολουθούν να αναπαράγονται και εντός του τρίτου τομέα. Ειδικά δε για τα στερεότυπα φροντίδας έχει ενδιαφέρον να διερευνηθεί περαιτέρω η συνύπαρξη τους με τις αντιλήψεις των ίδιων των γυναικών για την αδιαμφισβήτητη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας.Επιπλέον σε ορισμένες περιπτώσεις αναφορικά με τις συνθήκες εργασίας των γυναικών σε αυτούς τους χώρους, εντοπίζονται στοιχεία εκμετάλλευσης, τόσο όσον αφορά το καθεστώς των αμοιβών τους, όσο και την επιφόρτιση τους με πολλαπλές αρμοδιότητες πέρα των βασικών τους καθηκόντων. Ακόμη, παρά το γεγονός ότι η έννοια της αυτό – οργάνωσης, από μέρους των γυναικών θα μπορούσε να αποτελέσει λύση, ειδικά σε ένα χώρο όπως είναι ο τρίτος τομέας που κατεξοχήν ευνοεί την ανάπτυξη της, δυστυχώς αυτό δε φαίνεται υλοποιήσιμο. Επίσης, έναυσμα για περαιτέρω έρευνα θα μπορούσε να αποτελέσει και η αναζήτηση του ρόλου που καλούνται να διαδραματίσουν οι φορείς του τρίτου τομέα, τόσο μέσα σε μια συγκυρία πρωτοφανούς ανεργίας για την τελευταία τριακονταετία, όσο και σε μια περίοδο που ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, αδυνατούν να καλύψουν βασικές τους ανάγκες.
  • Τεκμήριο
    Ο θεσμός του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου και οι επιπτώσεις στη γυναικεία συμμετοχή στον ενεργό πληθυσμό
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2013) Σκόμπα, Μαρία Ν.; Καραμεσίνη, Μαρία; Πετράκη, Γεωργία; Πρόκου, Ελένη; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Στην παρούσα διατριβή διερευνούμε τη συμβολή του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου στη συμμετοχή στον ενεργό πληθυσμό των μητέρων με παιδιά σχολικής ηλικίας και τις επιπτώσεις του στην κατανομή του χρόνου των μητέρων και των υπολοίπων φροντιστών. Τοποθετούμε τον εκπαιδευτικό θεσμό στο πλαίσιο της πολιτικής συμφιλίωσης οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής καθώς, υποκαθιστά το κενό της γονικής φροντίδας το διάστημα που οι μητέρες εργάζονται ή αναζητούν εργασία και αποτελεί δομή παροχής υπηρεσιών παιδικής φροντίδας. Το θέμα προσεγγίστηκε διεπιστημονικά με τη σύζευξη των οικονομικών και κοινωνιολογικών θεωριών τόσο για την αγορά εργασίας όσο και την οικογένεια. Οι απαντήσεις στα ερευνητικά ερωτήματα δόθηκαν με τη διεξαγωγή έρευνας πεδίου σε Ολοήμερα Δημοτικά Σχολεία της Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Αττικής. Το δείγμα ήταν οι μητέρες με παιδιά στο ολοήμερο και η επιλογή του έγινε τυχαία με βάση την πολυκλαδική αναλογική στρωματοποιημένη δειγματοληψία. Στόχος μας ήταν οι μητέρες των οποίων τα παιδιά παρακολουθούν το πρωινό πρόγραμμα του ολοήμερου να αποτελέσουν την ομάδα ελέγχου και να συγκριθούν με την ομάδα στόχο που είναι οι μητέρες των οποίων τουλάχιστον ένα παιδί παρακολουθεί και το ολοήμερο πρόγραμμα του ολοήμερου. Η επεξεργασία των δεδομένων έδωσε τα ποσοτικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν τις υποθέσεις της διατριβής. Συμπεραίνουμε ότι το ολοήμερο σχολείο βοηθά στη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας και άρα στην πρόσβασή τους στην απασχόληση, βοηθά τις γυναίκες που ήδη απασχολούνται στην επαγγελματική τους εξέλιξη με την αύξηση των ωρών εργασίας, βοηθά τις άνεργες μητέρες να αναζητήσουν δουλειά ή να είναι διαθέσιμες να αναλάβουν εργασία, βοηθά τις οικονομικά μη ενεργές μητέρες να αναζητήσουν δουλειά ή να είναι διαθέσιμες προς εργασία μετά την έναρξη της φοίτησης των παιδιών τους στο σχολείο, μειώνει το χρόνο φροντίδας των μητέρων και των υπολοίπων φροντιστών, συμβάλλει στη μείωση της αμειβόμενης φροντίδας, συμβάλλει στην αύξηση του ελεύθερου χρόνου των μητέρων και των υπολοίπων φροντιστών. Η πολυμεταβλητή ανάλυση μας βοήθησε να διευρύνουμε τον τύπο της συμμετοχής των μητέρων στον ενεργό πληθυσμό και των πραγματοποιούμενων ωρών στην αμειβόμενη εργασία και να συμπεριλάβουμε εκτός από κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες και το θεσμικό παράγοντα του ολοήμερου.
  • Τεκμήριο
    Διαδρομές ένταξης και διαμόρφωσης της ταυτότητας των Ποντίων προσφύγων
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2012) Παραδεισοπούλου, Πολύμνια Κ.; Κασιμάτη, Κούλα; Παπαδοπούλου, Δέσποινα; Στρατηγάκη, Μαρία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η διερεύνηση των διάδρομων που ακολούθησαν οι Πόντιοι πρόσφυγες για να ενταχθούν στην ελλαδική κοινωνία, καθώς και οι συνέπειες των διαδρομών αυτών στη διατήρηση ή διαφοροποίηση της πολιτισμικής τους ταυτότητας. Οι ερευνητικές υποθέσεις που τέθηκαν είναι: 1. Η διαδικασία πλήρους ένταξης των Ποντίων προσφύγων στον ελλαδικό χώρο, έχει ως αφετηρία την τρίτη γενιά. Οι βίοι των δύο προηγούμενων γενεών αναλώθηκαν, της μεν πρώτης στον αγώνα για επιβίωση, της δε δεύτερης στην προσπάθεια ισορρόπησης στο κοινωνικό περιβάλλον. 2. Καθ’ όλη τη διαδρομή, μέσω των τριών γενεών των Ποντίων προσφύγων προς την πλήρη ένταξη, η ιδιαίτερη πολιτισμική τους ταυτότητα παρέμεινε διακριτή, διατηρώντας την πολιτισμική συνέχεια της προσφυγικής ομάδας. Η εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζονται οι ιστορικές και κοινωνικές εξελίξεις, που οδήγησαν τους Πόντιους στην προσφυγιά και αποσαφηνίζονται τα νοήματα των όρων «ένταξη» και «ταυτότητα». Το δεύτερο μέρος αφορά στην εμπειρική έρευνα, η οποία διενεργήθηκε, διά της βιογραφικής μεθόδου, στις τρεις πρώτες γενιές των ποντίων προσφύγων και σε τριών τύπων χωριά: (i) αμιγή ποντιακά, (ii) μικτά προσφυγικά, (iii) μικτά προσφύγων και γηγενών, της Εορδαίας, περιοχής μεγάλης συγκέντρωσης ποντιακού πληθυσμού. Ως προς την ένταξη ερευνήθηκαν: η επιλογή τόπου εγκατάστασης, οι σχέσεις με τις άλλες πληθυσμιακές ομάδες, οι διαδρομές πρόσβασης στην απασχόληση, στη στέγαση, στην εκπαίδευση και στο πολιτειακό και πολιτικό σύστημα. Ως προς την ταυτότητα εξετάσθηκαν η διαδρομή της διαλέκτου, η συνείδηση της κοινής ιστορίας, ο τρόπος διαβίωσης, το αξιακό σύστημα και η νοηματική «καταληπτότητα». Η ανάλυση των αφηγήσεων των βίων των Ποντίων προσφύγων, επιβεβαίωσε τις υποθέσεις: Η πλήρης ένταξης ξεκίνησε από τη γ’ γενιά, ως αποτέλεσμα της υπερβάλλουσας προσπάθειας των δύο προηγούμενων γενεών, που βίωσαν στιγματισμό και αποκλεισμό. Η ποντιακή πολιτισμική ταυτότητα παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανθεκτική και ισχυρή, άλλοτε σε αντιπαράθεση και άλλοτε σε σύμπλευση με την εθνική ταυτότητα.
  • Τεκμήριο
    Ενδοοικογενειακή βία και εγκυμοσύνη : κοινωνιολογικές και αναπαραγωγικές επιπτώσεις
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2012) Αντωνίου, Ευαγγελία; Στρατηγάκη, Μαρία; Κορασίδου, Μαρία, 1959-; Ιατράκης, Γεώργιος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Ένας αυξανόμενος αριθμός μελετών τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, κατέδειξε το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας στην εγκυμοσύνη ως μια κοινωνική παθογένεια παγκόσμιας διάστασης που αποτελεί ακραία έκφραση της άνισης κατανομής δύναμης μεταξύ των φύλων. Η πρόληψη, προστασία και βελτίωση της υγείας των δύο εν δυνάμει θυμάτων, της εγκύου γυναίκας και του εμβρύου είναι στόχος πρώτης γραμμής. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να εξετάσει το φάσμα της βίας που ασκείται στην περίοδο της εγκυμοσύνης, τις κοινωνικές επιπτώσεις του φαινομένου καθώς και τις συνέπειες της βίας στην υγεία της εγκύου και του εμβρύου. Μελετήθηκε η συγκυρία έναρξης της βίας λαμβάνοντας υπόψη τις διακρίσεις μεταξύ των φύλων και τις κοινωνικές ανισότητες εις βάρος των γυναικών. Ο συνδυασμός της ποσοτικής έρευνας μέσω χορήγησης ερωτηματολογίου και ποιοτικής διερεύνησης μέσω συνεντεύξεων στόχο έχει την ολιστική προσέγγιση του φαινομένου της βίας στην εγκυμοσύνη. Η διερεύνηση έγινε αρχικά μέσω ποσοτικής έρευνας με το ανώνυμο δομημένο ερωτηματολόγιο AAS κατόπιν στατιστικής ανάλυσης. Το ερωτηματολόγιο συμπληρώσαν 546 έγκυες που επισκεφτήκαν τα εξωτερικά ιατρεία των Γενικών Περιφερειακών Νοσοκομείων «Αλεξάνδρα» και «Έλενα Βενιζέλου» το διάστημα Αύγουστος 2009 - Σεπτέμβριος 2009. Εν συνεχεία, με την ημιδομημένη συνέντευξη ακολούθησε ποιοτική μελέτη του φαινομένου της βίας στην εγκυμοσύνη, δηλαδή διερευνήθηκε ο τρόπος αποτύπωσης του βιώματος της βίας από τις εγκυμονούσες μέσα από φαινομενολογική προσέγγιση. Οι συντελεστές της δεύτερης φάσης της έρευνας είναι 7 κακοποιημένες έγκυες (Ν=7) που κατέφυγαν στους ξενώνες του Κέντρου Βρεφών «Μητέρα» και του ΕΚΚΑ Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το διάστημα Σεπτέμβριος 2010 – Δεκέμβριος 2011 Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της παρούσας έρευνας δείχνει την παρουσία περιστατικών βίας στη διάρκεια της εγκυμοσύνης στην Ελλάδα σε ποσοστό 6%, το οποίο εμπίπτει στο εύρος αντίστοιχων ευρωπαϊκών μελετών. Τα 2/3 των κακοποιημένων γυναικών (3,4% των γυναικών, έναντι 5% που δηλώνει ότι κακοποιείται τον προηγούμενο χρόνο) δήλωσε ότι εξακολουθεί και υφίσταται βία μετά την έναρξη της εγκυμοσύνης. Το 1,9% των εγκύων αναφέρει ότι δέχτηκε εξαναγκασμό για σεξουαλική επαφή το περασμένο έτος. Στην παρούσα μελέτη ο 19 σύζυγος παρουσιάζεται ως ο πιθανότερος θύτης με ποσοστό 91,7% , ενώ είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το 2,3% φοβούνται το σύντροφο τους ή κάποιο άλλο πρόσωπο. Όσον αφορά τους παράγοντες που σχετίζονται με τη βία στην εγκυμοσύνη, φάνηκε ότι η εθνικότητα παίζει σημαντικό ρόλο καθώς παρατηρήθηκε ότι οι αλλοδαπές έγκυες κακοποιούνται σχεδόν 3,5 φορές πιο συχνά από τις Ελληνίδες εγκύους (17,9% έναντι 5,2%). Άλλα σημαντικά ευρήματα της έρευνας ήταν: τα θύματα είναι μετανάστριες, είναι άνεργες και με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, ανύπαντρες ή έφηβες, έχουν ιστορικό άμβλωσης, η εγκυμοσύνη είναι ανεπιθύμητη από τον σύντροφο, ο σύντροφος είναι αλλοδαπός, υπάρχει διαφωνία του συντρόφου για τη διατήρηση της εγκυμοσύνης, έχουν παραμελήσει τις προγραμματισμένες εξετάσεις, έχουν ήδη ένα ανήλικο παιδί και υπάρχει σημαντική διαφορά ηλικίας ανάμεσα στο ζευγάρι. Τα ευρήματα επιβεβαιώθηκαν και στην ποιοτική έρευνα όπου τονίσθηκε η σημασία των βιωμάτων κακοποίησης στην οικογένεια προέλευσης. Οι πολιτικές οι οποίες έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα στην κατεύθυνση αντιμετώπισης και ενημέρωσης του κοινού είναι ανεπαρκείς και κρίνεται απαραίτητη η περαιτέρω ανάπτυξή τους
  • Τεκμήριο
    Οι συνέπειες της οικιακής εργασίας στις οικογενειακές σχέσεις και στις σχέσεις αλληλεγγύης των μεταναστριών : η περίπτωση των Ουκρανών εσωτερικών οικιακών εργατριών στην Αττική
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2012) Ξυπολυτάς, Νικόλαος; Ψημμένος, Ιορδάνης; Κουζής, Γιάννης; Παπαδοπούλου, Δέσποινα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Η διατριβή επικεντρώνεται στις συνέπειες της εσωτερικής οικιακήςεργασίας επάνω στην οικογένεια και στις σχέσεις αλληλεγγύης των Ουκρανώνμεταναστριών. Ο κοινωνιολογικός προβληματισμός στον οποίο συμβάλλει ηπαραπάνω διερεύνηση αφορά τις μορφές ελέγχου και συναίνεσης που αναπτύσσονταιστην εργασία στον τομέα της παροχής προσωπικών υπηρεσιών και ειδικότερα στιςοικιακές υπηρεσίες.Η διερεύνηση έγινε μέσα από μια συγκριτική εξέταση των συνεπειών τηςεργασίας ανάμεσα στη χώρα προέλευσης και στη χώρα υποδοχής. Μέσα από 45ημιδομημένες συνεντεύξεις με Ουκρανές μετανάστριες που εργάζονται στην Ελλάδαως εσωτερικές οικιακές εργάτριες, εξετάσθηκαν οι μεταβολές που έχουν συντελεστείστην κοινωνική ζωή των γυναικών μέσα από τη επαφή τους με επαγγέλματαδιαφορετικής ειδίκευσης και κοινωνικού κύρους σε διαφορετικές χώρες.Αναφορικά με τις συνέπειες της οικιακής εργασίας στις οικογενειακέςσχέσεις προκύπτει πως λόγω της εργασίας και του τύπου απασχόλησης οιμετανάστριες απομακρύνονται από την οικογένειά τους. Παράλληλα, η έρευναδιαπιστώνει πως μέσα από την προσωποποιημένη φύση της σχέσης με τους εργοδότεςασκείται έντονος εργασιακός έλεγχος πάνω στις μετανάστριες. Ωστόσο, οι σχέσειςαυτές δημιουργούν και ένα πλαίσιο συναίνεσης στις εργοδοτικές πρακτικές, καθώςστα πλαίσια της εργασίας τους οι οικιακές εργάτριες ταυτίζονται με οικογενειακήςφύσεως ρόλους και συναισθήματα.Όσον αφορά τη μελέτη των σχέσεων αλληλεγγύης των εσωτερικώνοικιακών εργατριών, φαίνεται πως αυτές κινούνται σε ένα ιδιότυπο συνεχές μεσχέσεις στήριξης στη μια άκρη και εργαλιακές σχέσεις ή και σχέσεις εκμετάλλευσηςστην άλλη. Ωστόσο, πέρα από τη φύση των σχέσεων προκύπτει πως οισυναναστροφές των μεταναστριών γίνονται αποκλειστικά με συντοπίτισσες πουεργάζονται στο ίδιο επάγγελμα. Επίσης, η κοινωνικοποίηση των μεταναστριώνπεριστρέφεται εξ ολοκλήρου γύρω από τον άξονα της εσωτερικής οικιακής εργασίαςδημιουργώντας ένα αποκλειστικό και αυτο-αναφορικό πλαίσιο σχέσεωναλληλεγγύης.Η διατριβή συμπεραίνει πως τόσο οι «ψευδο-οικογενειακές» σχέσεις με τουςεργοδότες, όσο και η αποκλειστικότητα της κοινωνικοποίησης των οικιακώνεργατριών έχουν σαν αποτέλεσμα τη σύγχυση των ορίων ανάμεσα στη μισθωτή καιτη μη μισθωτή εργασία. Η σύγχυση αυτή συμβάλλει καθοριστικά στον εγκλωβισμότων μεταναστριών στο συγκεκριμένο επάγγελμα. Πρόκειται για μια διαδικασία πουοριοθετείται από την παραμονή των οικιακών εργατριών στο επάγγελμά τους αλλάκαι από την ταύτισή τους με τις απαιτήσεις και τους κανόνες της εργασίας τους.
  • Τεκμήριο
    Στρατηγικές του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης : η περίπτωση του κλάδου μετάλλου
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2010) Μπιθυμήτρης, Γιώργος; Κουζής, Ιωάννης; Καραμεσίνη, Μαρία; Σεφεριάδης, Σεραφείμ Ι.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    My intention is to illustrate the basic elements of current trade union strategies, utilizing the international debate between scholars of industrial relations and political sociology fields (e.g. social movement theory). The reference point starts with the ratification of Maastricht Treaty (1992). Through primary and secondary research in metal sector (union archives, media archives, questionnaires filled by metal sector employees) I tried to test the assumptions of the theoretical and methodological part of the Phd. The conclusions that derive from my research underpin the following hypotheses
  • Τεκμήριο
    Η οργάνωση, η φύση και η λειτουργία του συνδικαλιστικού φαινομένου στα σώματα ασφαλείας
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2008-09) Τήκος, Ευστάθιος Π.; Ρομπόλης, Σάββας Γ.
  • Τεκμήριο
    Περιβαλλοντικές συγκρούσεις και διακυβέρνηση στον περιαστικό χώρο της Αττικής: μακροσκοπική μελέτη δρώντων υπεράσπισης και πολιτικών για το περιβάλλον (2005-2014)
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 22/12/2023) Κολοκούρης, Ορέστης Δ.; Ανθοπούλου, Θεοδοσία; Πετράκη, Γεωργία; Γρίτζας, Γεώργιος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής έρευνας είναι η μακροσκοπική μελέτη του συνόλου των – μεγαλύτερων ή μικρότερων- περιβαλλοντικών συγκρούσεων και των κινημάτων υπεράσπισης του περιβάλλοντος μέσα σε ένα γεωγραφικό χώρο και σε ένα συγκεκριμένο τύπο εδαφών, τον περιαστικό. Επίσης, ασχολούμαστε με το ρόλο τους στη διαμόρφωση και στην παραγωγή πολιτικής για το περιβάλλον, καθώς και στην α-νάπτυξη της περιβαλλοντικής συνείδησης και πολιτικής σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, μέσω της μελέτης των δρώντων υπεράσπισης του περιβάλλοντος. Μέ-σα από την καταγραφή, την κατηγοριοποίηση και την ανάλυση των συγκρούσεων και των δρώντων υπεράσπισης του περιβάλλοντος (πρωτοβουλίες πολιτών, οργανώσεις κ.ο.κ.), καθώς και της επιχειρηματολογίας τους και της στρατηγικής τους, επιχειρείται να αναλυθεί η περιβαλλοντική διακυβέρνηση ως προϊόν μιας διαδικασίας που δεν διαμορφώνεται μόνο από γενικούς, ιστορικούς ή δομικούς κανόνες, αλλά και από ει-δικές τοπικές συνθήκες, καθώς επίσης και από συγκεκριμένους πιο σύνθετους μηχανι-σμούς εμφάνισης και εξέλιξης των περιβαλλοντικών συγκρούσεων. \r\nΗ έρευνα εντάσσεται στο γενικότερο διεθνή προβληματισμό καταγραφής, ταξινόμη-σης, κατηγοριοποίησης και ανάλυσης των συγκρούσεων σε περιφερειακό επίπεδο, λαμβάνοντας υπόψη τη μέθοδο που έχει αναπτυχθεί από την ομάδα ερευνητών της γαλλόφωνης γεωγραφικής κοινότητας, υπό τον συντονισμό του ερευνητικού εργαστη-ρίου AgroParisTech του INRA, και δίνοντας έμφαση στη σχέση των συγκρούσεων χρή-σης γης, με το οικολογικό και περιβαλλοντικό κίνημα και τις δημόσιες πολιτικές για το περιβάλλον. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται η χωρική καταγραφή των συγκρούσεων που σχετίζονται με το περιβάλλον και τις χρήσεις γης, σε συνδυασμό με την κατηγο-ριοποίηση και ανάλυση των δρώντων της υπεράσπισης του περιβάλλοντος, δηλαδή των οικολογικών οργανώσεων, συλλόγων, κινήσεων και κινημάτων. Η χρονική περίο-δος καταγραφής αφορά στην περίοδο από το 2005 έως το 2014, μια περίοδο κατά την οποία αφενός παρατηρείται ταυτόχρονη ανάπτυξη των κοινωνικών αιτημάτων που δί-νουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην υπεράσπιση του περιβάλλοντος και στην ποιότητα ζωής και αφετέρου αναδεικνύονται νέοι δρώντες υπεράσπισης περιβάλλοντος και νέες πε-ριβαλλοντικές προκλήσεις. Η έρευνα επεκτείνεται στο ρόλο της υπεράσπισης του περι-βάλλοντος στη διαμόρφωση της περιβαλλοντικής πολιτικής, μέσα από τη μελέτη των συγκρούσεων από πολλές οπτικές γωνίες, όπως : (α) τη μακροσκοπική μελέτη πολλών διάχυτων και διαφορετικών περιπτώσεων σε περιφερειακό επίπεδο, (β) τη μελέτη ει-δικών εμβληματικών περιπτώσεων, (γ) τη μελέτη του συστήματος δρώντων διαμόρ-φωσης της πολιτικής και (δ) τη διερεύνηση των αποτελεσμάτων της περιβαλλοντικής πολιτικής. Τέλος, αναδεικνύονται μια σειρά παρεκκλίσεις και ιδιαιτερότητες της περι-βαλλοντικής διακυβέρνησης και της υπεράσπισης του περιβάλλοντος, σε ένα σύστημα δρώντων που φαίνεται να μην έχει καταφέρει να εξελιχθεί σημαντικά σε δομικό επί-πεδο κατά τις πρώτες δύο δεκαετίες του 2000.
  • Τεκμήριο
    Εργοδοτικές οργανώσεις: η πολιτική των εθνικών εργοδοτικών οργανώσεων στην Ελλάδα για τις εργασιακές σχέσεις κατά την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2022) Κατσαντώνης, Βασίλης Κ.; Κουζής, Γιάννης; Ψημμένος, Ιορδάνης; Αρανίτου, Βάλια; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Η Ελλάδα στην αρχή της τρίτης δεκαετίας του 2000 είναι μία χώρα που έχει βιώσει πρωτόγνωρη οικονομική και κοινωνική κρίση, τόσο για την ίδια την ιστορία της, όσο και συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες δημοκρατικού πολιτεύματος στη σύγχρονη ιστορία. Η παγκόσμια οικονομική κρίση το 2009 αποτέλεσε αφορμή η οποία προκάλεσε μία σειρά αρνητικών γεγονότων και δυσμενών εξελίξεων που είχαν ως αποτέλεσμα την γνωστή περίοδο της κρίσης και των μνημονίων. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας ως μέλους της Ε.Ε. αλλά και της ΟΝΕ, η Ελλάδα «αναγκάστηκε να εισχωρήσει» σε μία σειρά συμφωνιών που περιείχαν μέτρα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής προκειμένου να αποφευχθεί η δημοσιονομική κατάρρευση και οι επιπτώσεις της, καθώς και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Τα μέτρα αυτά αφορούσαν μεταξύ άλλων την (ανα)ρύθμιση του εργατικού δικαίου με άξονα την ευελιξία των επιχειρήσεων (αριθμητική, λειτουργική και ποσοτική) και την ενίσχυση σε γενικές γραμμές των εργοδοτικών συμφερόντων σε όλες τις εκφάνσεις τους στα πλαίσια τόσο της ατομικής εργασιακής σχέσης όσο και της συλλογικής ρύθμισης της αγοράς εργασίας. Τα αποτελέσματα σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο είναι γνωστά και εξετάζονται στο Β’ Μέρος της παρούσας σε σχέση και με τον ρόλο των κορυφαίων ελληνικών εργοδοτικών οργανώσεων. Μία πρώτη προσέγγιση ανάγνωσης ενός ιστορικού του μέλλοντος θα μπορούσε να είναι ότι η περίοδος της κρίσης και των μνημονίων επέφεραν την υπερπλήρη ικανοποίηση όλων των εργοδοτικών αιτημάτων, τα οποία εκφέρονταν τουλάχιστον στον δημόσιο λόγο. Οι εργοδοτικές οργανώσεις θα έπρεπε να αισθανόντουσαν ικανοποίηση για το γεγονός ότι αν και μία βαριά και μακροχρόνια κρίση χτύπησε τα μέλη τους, τουλάχιστον σε επίπεδο ισορροπίας με τις δυνάμεις της εργασίας έχουν ενισχυθεί εντυπωσιακά. Μία δεύτερη όμως ανάγνωση και εμβάθυνση, θα αναδείκνυε ότι οι ίδιες δεν ήταν οι πρωταγωνίστριες των εξελίξεων ούτε άμεσα, διότι δεν πέτυχαν την ενίσχυση των συμφερόντων τους μέσω της κυριαρχίας τους στον κοινωνικό διάλογο, ούτε έμμεσα μέσω άσκησης αποτελεσματικής επιρροής στο κράτος το οποίο έχει σχεδόν το αποκλειστικό προνόμιο της νομοθέτησης. Πάραυτα, το γεγονός ότι υπήρξε τελικά ενίσχυση των εργοδοτικών συμφερόντων δεν ήταν από μόνο του ικανό να δημιουργήσει τις συνθήκες για την αποφυγή συγκρούσεων στο εσωτερικό αλλά και μεταξύ των ελληνικών εργοδοτικών οργανώσεων. Τα συμφέροντα τα οποία εκπροσωπούν, υπέστησαν σημαντικούς μετασχηματισμούς εξαιτίας της γενικής οικονομικής δυσπραγίας και της έλλειψης τραπεζικής χρηματοδότησης σε τέτοια έκταση, έτσι ώστε οι αντιθέσεις στις αγορές προϊόντων επισκίασαν την ανάγκη εργοδοτικής αλληλεγγύης στις εργασιακές σχέσεις. Πρόσθετα, οι εργοδότες δεν είχαν ούτε την αρχική πρωτοβουλία, ούτε αντέδρασαν αντιπαρατιθέμενοι με τις δυνάμεις της εργασίας επικρατώντας μίας σύγκρουσης με αποτέλεσμα την αλλαγή των ισορροπιών στις εργασιακές σχέσεις υπέρ τους. Ο Streeck (1987:283) όταν έγραφε ότι “If it is true that the crisis hands employers a new opportunity for initiative and strategic choice, it hands it to entrepreneurs, not the politicians of industrial relations. New developments in industrial relations, if there will be any, will start in the individual firm and not as collective political projects” δεν είχε φανταστεί την περίπτωση της Ελλάδας. Η κρίση στην Ελλάδα υπήρξε η αιτία για την επιβολή ενός τεράστιου εξωγενούς πολιτικού σχεδίου για την πλήρη αναρρύθμιση των (συλλογικών) εργασιακών σχέσεων και τον μετασχηματισμό τους ώστε να υποστηρίξουν μία πλήρως ευέλικτη αγοράς εργασίας. Επιβλήθηκαν μνημονιακές υποχρεώσεις από το γνωστό σχήμα της Τρόικας με υπέρτατο κριτήριο διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα ενίσχυαν την εθνική ανταγωνιστικότητα στα πλαίσια των ωμών προσταγμάτων μίας νεοφιλελεύθερης έκφανσης της παγκοσμιοποίησης. Δηλαδή, εφαρμόστηκε ακριβώς το αντίθετο σε σχέση με αυτό το οποίο προσπαθούσε να επιτύχει η ΕΣΑ (Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Απασχόληση) στα πλαίσια του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου τόσο α) σε επίπεδο διαδικασιών (κοινωνικός διάλογος, ευρύτερες δυνατές συναινέσεις, πολιτικές που προκύπτουν από διαβουλευτικές διαδικασίες κλπ) όσο και β) σε επίπεδο περιεχομένου των πολιτικών (προστασία ευπαθών κοινωνικών ομάδων, αξιοπρεπείς συνθήκες οικονομικής διαβίωσης, προστασία της εργασίας, ποιοτικές και περισσότερες δουλειές, προστασία και ενίσχυση συλλογικών διαπραγματεύσεων-συμβάσεων κλπ.) Εκ των εξελίξεων, επιδείχθηκε αδιαφορία από την Τρόικα και τις ελληνικές κυβερνήσεις για τους θεσμούς των κοινωνικών εταίρων και υιοθετήθηκαν αβίαστα πολιτικές και μέτρα με τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο σε όλους τους δρώντες και υποκείμενα της οικονομίας (επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, καταναλωτές, συνταξιούχοι, άνεργοι). Πολιτικές και μέτρα που αφενός συγκρούονται με τη φιλοσοφία του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και κατήργησαν εργασιακά κεκτημένα με κοινωνικό αντίκτυπο στην αγορά εργασίας, αφετέρου, ελέγχονται για την αναποτελεσματικότητα και την ακαταλληλότητα τους. Ταυτόχρονα, όμως, οι εθνικοί κοινωνικοί εταίροι ελέγχονται για την ικανότητα-αποτελεσματικότητα τους να:- προβλέψουν και να αντιληφθούν έγκαιρα την κρίση- αποφασίσουν για τις αναγκαίες πολιτικές αποφυγής ή και αντιμετώπισης της κρίσης- πείσουν ευρύτερα για την ανάγκη εφαρμογής τους- επιτύχουν τις απαραίτητες εθνικές συναινέσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης- παράξουν ένα αποτελεσματικό και εφαρμόσιμο εθνικό σχέδιο «εγχώριας ιδιοκτησίας» για το μέλλον της εργασίας στην Ελλάδα. Στα ανωτέρω, προστίθεται ο ρόλος του κράτους που χρησιμοποίησε τον κοινωνικό διάλογο άλλοτε σαν Προκρούστης (πχ. διαβούλευση περιόδου μνημονίων, περιφροσύνη προς ΓΣΕΕ και ΣΕΒ την περίοδο της 2015-2019) και άλλοτε σαν Πιτυοκάμπτης (πχ. ορισμός ΣΒΒΕ ως εθνικού κοινωνικού εταίρου). Επαναχρησιμοποιώντας τον γνωστό παραλληλισμό του Γ. Μαυρογορδάτου για να περιγράψει τις επαγγελματικές οργανώσεις τις προηγούμενες δεκαετίες που τα κόμματα δρούσαν ως Πιτυοκάμπτης και το κράτος ως Προκρούστης στο εσωτερικό τους. Αν και το γεγονός ότι το κράτος πλέον δεν επεμβαίνει τυχοδιωκτικά στα εσωτερικά των οργανώσεων δεικνύει ένα επίπεδο υψηλότερης ωρίμανσης του εθνικού συστήματος βιομηχανικών-συλλογικών εργασιακών σχέσεων, οι επεμβάσεις στις ισορροπίες του εξωτερικού περιβάλλοντος των οργανώσεων ήταν δυστυχώς τόσο ωμές ώστε αυτοαναίρεσε την εμπιστοσύνη που τους είχε επιδείξει τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Η παρούσα ερευνητική προσπάθεια φιλοδοξεί να διαφωτίσει, συνδυάζοντας έρευνα γραφείου και έρευνα πεδίου, το ποιά ήταν η πολιτική των κύριων εθνικών εργοδοτικών οργανώσεων για τις εργασιακές σχέσεις την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων καθώς και να εκτιμήσει το αποτύπωμα της στρατηγικής τους, ή της έλλειψης της, στις εργασιακές σχέσεις και την πολιτική απασχόλησης. Πρόσθετα, αποπειράται να κωδικοποιήσει τις προτάσεις για το μέλλον της εργασίας των εν λόγω συμφερόντων του οργανωμένου κεφαλαίου που εκπροσωπούνται από τον ΣΕΒ, τη ΓΣΕΒΕΕ, την ΕΣΕΕ και τον ΣΕΤΕ, δηλαδή των εθνικών κοινωνικών εταίρων της περιόδου των μνημονίων.
  • Τεκμήριο
    Ενδο-επαγγελματικές μεταβολές στην κοινωνική στρωμάτωση σε περιόδους κρίσης: συγκριτική μελέτη των Ελλήνων και των Αλβανών οικοδόμων στην Αθήνα
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2022) Κούρας, Γεώργιος Δ.; Παπαθεοδώρου, Χρίστος; Ψημμένος, Ιορδάνης; Πετράκη, Γεωργία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Η διατριβή εξετάζει τα μοτίβα και τις διαδικασίες ενδο-επαγγελματικής κοινωνικής στρωμάτωσης μεταξύ Ελλήνων και Αλβανών οικοδόμων και πως οι διαχωρισμοί και οι εργασιακές συνήθειες μεταβάλλονται σε περιόδους κρίσης. Πρόκειται για μια μελέτη περίπτωσης των εργαζόμενων στον κατασκευαστικό κλάδο στην Αθήνα από το 2020-2022, με βάση την επιτόπια έρευνα. Στην Ελλάδα, η εργασία των μεταναστών στον κατασκευαστικό κλάδο είναι ένα σταθερό χαρακτηριστικό και η απασχόληση στο επάγγελμα του οικοδόμου ήταν παραδοσιακά συνδεδεμένη με περιθωριακές ομάδες. Το ερώτημα ωστόσο είναι, ποιες είναι οι νέες γραμμές οριοθέτησης που αντικαθιστούν τις παλιές, ποιες διαδικασίες διαιωνίζουν τον εγκλωβισμό των εργατών και πως οι διαδικασίες από-ειδίκευσης τους επηρεάζουν. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα υψηλά επίπεδα ανεργίας, σε συνδυασμό με τη μείωση των μισθών και της απασχόλησης, οδήγησαν σε αυξημένο ανταγωνισμό μεταξύ Ελλήνων και μεταναστών στον κατασκευαστικό κλάδο. Ο κοινωνικός αντίκτυπος των παραπάνω, είναι η θέσπιση νέων κριτηρίων στον καταμερισμό της εργασίας και ένα νέο σύνολο σχέσεων που δημιουργούνται στον ίδιο τύπο εργασίας. Έτσι, η συγκεκριμένη διατριβή πρόκειται να εξετάσει ποιες είναι οι νέες τακτικές που υιοθετούν οι εργαζόμενοι για να παραμείνουν ενεργοί στο επάγγελμα.Σε πολλές χώρες σε όλη την Ευρώπη, οι κανονισμοί για την απασχόληση, τη μετανάστευση και τις δεξιότητες, έχουν υποστεί μετασχηματισμούς που αναδιαμορφώνουν τη σύνθεση του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού στις αγορές εργασίας της οικοδομής. Επίσης, ο κατασκευαστικός κλάδος παρουσιάζει αύξηση των μορφών αυτό-απασχόλησης και μεταφερόμενου εργατικού δυναμικού, όπου και τα δυο εξυπηρετούν τη μείωση των μισθών, των παροχών και άλλων μορφών κοινωνικής ασφάλισης. Ως αποτέλεσμα, τα μοτίβα της απορρύθμισης της απασχόλησης, έχουν κενά στην οικοδόμηση της ασφάλειας των εργαζομένων, μέσω της αύξησης των μορφών ψευδο-απασχόλησης και των υψηλών ποσοστών υπεργολαβίας. Χρησιμοποιώντας αρχεία, ιστορικά δεδομένα και συλλέγοντας μαρτυρίες από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 για Αλβανούς μετανάστες, η διατριβή στοχεύει να διαφωτίσει τις βασικές παραμέτρους που εμπλέκονται στη στρωμάτωση μεταναστών και γηγενών εργατών.
  • Τεκμήριο
    Έμφυλη ισότητα στην εκπαιδευτική πολιτική της Ελλάδας (1975-2020): νοηματοδοτήσεις και αντιστάσεις
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2022) Μοσχοβάκου, Ναυσικά Ν.; Στρατηγάκη, Μαρία; Μαυρίδης, Ηρακλής; Συμεωνάκη, Μαρία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    The present thesis explores education policy, identifying the reasons that impede the promotion of gender equality reform in education. It focuses, on the one hand, on political discourse, and more precisely on political discourse involving education policy in parliamentary debates, and, on the other, on the experience of educators who are called to implement interventions on gender equality. In this way, the thesis attempts to uncover gender ideology and the relevant cultural elements that underpin education policy, both in its design by policy-makers and in its implementation, where resistance to gender equality transformation is manifested. More specifically, the thesis examines: the extent to which parliamentary discourse on education policy constructs gender roles and reproduces stereotypes; the question of whether national educational interventions on gender equality constitute part of a holistic education policy that promotes reform on issues of gender equality; the question of why they fail to bring about long term transformative results, and which are the main forms of resistance to the promotion of gender equality, be they ideological or of a different kind. The thesis has two parts: The first part develops theoretical approaches from several fields that can shed light on the topic under consideration, in order to offer the conceptual tools for the analysis. In particular, this part presents theoretical approaches for public policy analysis, emphasizing on those of discourse, as well as theoretical tools of feminist theory on discourse and equality policies. The theoretical framework is completed by including approaches of educational policy and of education as a field that (re)produces of gender inequalities. Finally, the first part reviews the policies developed at the international, European and national level on gender equality in education. The second part presents the selected methodological approaches of the research, and offers an analysis of the political discourse of the Greek Parliament and how it constructs conceptions of gender in education. It also analyses the attitudes of educators and those who participated in the implementation of two educational interventions on gender, related to the way that these were implemented, as well as to further elements that emerged from their experience via semi-structured interviews.
  • Τεκμήριο
    Κοινωνική οικονομία και απασχόληση: η περίπτωση της Ελλάδας στη περίοδο της κρίσης
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2022) Κατωμέρης, Στυλιανός Γ.; Δημουλάς, Κωνσταντίνος; Γράβαρης, Διονύσης Ν., 1954-; Παπαδοπούλου, Δέσποινα, 1964-; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Στην ακολουθούσα διατριβή, εξετάζουμε τον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών απασχόλησης μέσω του τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας (ΚΟ). Εστιάζουμε στην δεκαετία του 2010 και τις αρχές της δεκαετίας του 2020, περίοδο της μακράς οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα που είχε αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση. Μελετάμε ειδικότερα την συνεισφορά στην απασχόληση των φορέων της ΚΟ (Κοιν.Σ.Επ., Κοι.Σ.Π.Ε., ΣυνΕργ.), λόγω της στόχευσης τους στην εργασιακή ένταξη ομάδων πολιτών που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία (μακροχρόνια άνεργοι, εργαζόμενοι προχωρημένης ηλικίας, γυναίκες και άλλες κοινωνικές ομάδες). Αρχικά, διατρέχουμε τις βασικές θεωρητικές αναφορές για την εργασία για την κατανόηση της ανεργίας ως φαινομένου, την απασχόληση και τις πολιτικές διαχείρισης της και στην συνέχεια παρακολουθούμε την εξέλιξη των αντιλήψεων για την ΚΟ. Το αντιπροσωπευτικό δείγμα δρώντων και οι μελέτες περίπτωσης που επιλέγονται στην συνέχεια, στηρίζουν και εμβαθύνουν την εμπειρική μας έρευνα, διευκολύνουν και συμπληρώνουν την επισκόπηση του τομέα, σε περιβάλλον πραγματικών εγχειρημάτων. Η κατανόηση του θεωρητικού και ιστορικού πλαισίου για την εργασία και την ανεργία και ο συσχετισμός των βιβλιογραφικών ευρημάτων με την τρέχουσα κατάσταση στον χώρο της ΚΟ συντελούν στην κατανόηση του θεσμικού ρόλου του τομέα στην διαχείριση της απασχόλησης που απασχολεί την διατριβή μας. Είδαμε ότι οι μεταρρυθμίσεις για μέτρα πρόνοιας και ασφάλισης (π.χ. Αγγλία, Γερμανία) και οι παραινέσεις των Pigou, Keynes και άλλων για καλύτερη διαχείριση της ανεργίας και των μισθών στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα βελτίωσαν την θέση των εργαζομένων. Ωστόσο μετά το πρώτο μισό του αιώνα ειδικότερα κατά τις δεκαετίες ’70 και ‘80, η σταδιακή αποβιομηχάνιση της Ευρώπης δημιούργησε σκεπτικισμό και αναστολή των «Κεϋνσιανών» ρυθμίσεων ενώ αναζητήθηκαν νέες πολιτικές. Σε αυτή την περίοδο, ειδικότερα μετά την δεκαετία ’80, στην οποία οι συνεχόμενες οικονομικές κρίσεις φέρνουν αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση, εισάγεται στον δημόσιο διάλογο η Κοινωνική Οικονομία. Περιλαμβανόταν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο θεσμικών πρωτοβουλιών από τα ευρωπαϊκά κράτη με στόχο την αντιμετώπιση των νέων κοινωνικών κρίσεων και της φτώχειας. Εκφραζόταν - εκτός των συνεταιρισμών - και από επιχειρήσεις εργασιακής ένταξης και άλλες κοινωνικές οντότητες. Στην Ελλάδα, τα αρνητικά αποτελέσματα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 2010 δημιουργούν ραγδαία επιδείνωση των δεικτών ανεργίας ενώ οι επιλεγόμενες πολιτικές διαχείρισης της, δεν είχαν την αναμενόμενη επιτυχία. Το 2011 εν μέσω οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων υιοθετείται θεσμικά και στην Ελλάδα ο τομέας της ΚΟ με τον νόμο 4019/11. Παρά τις προσδοκίες, οι προβλέψεις του δεν υλοποιήθηκαν, ενώ και ο επόμενος νόμος 4430/16 για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία (Κ.Αλ.Ο) δεν διόρθωσε αλλά μάλλον επιδείνωσε το κλίμα σύγχυσης στην κοινωνία και τους δρώντες στον τομέα λόγω ασαφειών και αστοχιών εφαρμογής του. Κατά την εμπειρική μας έρευνα, διαπιστώνουμε αμφιγνωμία στους συνομιλητές μας αναφορικά με τις προκλήσεις στον τομέα. Τα μέλη των φορέων εστιάζονται στην αποτυχία υλοποίησης των νομοθετικών ρυθμίσεων και αιτούνται την άμεση στήριξη του τομέα, ενώ οι διαμορφωτές πολιτικής επιρρίπτουν ευθύνες στην πολιτεία, ταυτόχρονα δε αναμένουν πρωτοβουλίες από την κοινωνία των πολιτών. Όμως, όπως επισημαίνεται στην ανάλυση μας, η αναφαίρετη επιτυχημένη πορεία της ΚΟ στην υπόλοιπη Ευρώπη όπου η απασχόληση στους φορείς της ΚΟ κυμαίνεται από 6-10% επί του συνόλου των εργαζομένων, αναδεικνύει την αναγκαιότητα λήψης απαραίτητων μέτρων για την βιωσιμότητα και την προσφορά του τομέα στην απασχόληση στην Ελλάδα.
  • Τεκμήριο
    Η νοσηλευτική πράξη στη μονάδα εντατικής θεραπείας: λήψη κλινικών αποφάσεων και σχέσεις εξουσίας
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2021) Παρισσόπουλος, Στυλιανός Α.; Παπαγαρουφάλη, Ελένη; Αθανασίου, Αθηνά; Μακρυνιώτη, Δήμητρα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας
    Στην παρούσα διδακτορική διατριβή μελετώ εκ των έσω τον κοινωνικό κόσμο της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) σε γενικό νοσοκομείο της Αθήνας, και διερευνώ το είδος νοσηλευτικής πράξης που παράγεται από τους νοσηλευτές και τις νοσηλεύτριες μέσα σε αυτόν τον «μεταβατικό» και «μετέωρο» για τους βαρέως πάσχοντες ασθενείς κόσμο. Η έρευνά μου εστιάζει στους τελετουργικούς ή άλλους τρόπους με τους οποίους οι νοσηλευτές/τριες ΜΕΘ επιχειρούν να συμμετέχουν, έστω άτυπα, στη λήψη κλινικών αποφάσεων που αποτελεί επί το πλείστον τομέα ευθύνης των ιατρών, καθότι θεωρούνται οι κατεξοχήν φορείς επιστημονικής γνώσης. Πιο συγκεκριμένα, συζητώ κριτικά τις σχέσεις εξουσίας στις οποίες οι συμμετέχοντες/ουσες στη μελέτη συγκροτούνται ως υποκείμενα, καθώς και το είδος των σημασιών, νοημάτων και ταυτοτήτων που ανακύπτουν στο πολιτισμικό έθος της Εντατικής. Πρόκειται για εθνογραφική έρευνα, η οποία εμπίπτει στο πεδίο της κριτικής ιατρικής ανθρωπολογίας και της φαινομενολογίας. Η συλλογή και ερμηνεία των δεδομένων έγινε μέσω μακροχρόνιας συμμετοχικής παρατήρησης στη ΜΕΘ και μέσω ημι-δομημένων εις βάθος συνεντεύξεων με είκοσι (20) πληροφορητές/ριες. Οι συνεντεύξεις διεξήχθησαν επί το πλείστον με έμπειρους/ες νοσηλευτές/ριες εντός και εκτός εθνογραφικού παραδείγματος. Υποστηρίζω ότι αν και η «ρουτίνα», δηλαδή ο αυστηρός χρονικός προγραμματισμός εργασιών και φροντίδας στη ΜΕΘ, συνιστά τεχνολογία πειθαρχίας και μηχανισμό (αυτο-)ελέγχου και (αυτο-)επιτήρησης του προσωπικού, το «ξεχωριστό» από το υπόλοιπο νοσοκομείο επιστημονικό και πολιτισμικό έθος της Εντατικής ενεργοποιεί στο μέγιστο έναν λόγο φροντίδας και γνώσεων εκ μέρους των έμπειρων νοσηλευτών/ριών, που με τη σειρά του παράγει νοσηλευτική πράξη επιστημονικά και πολιτισμικά κατάλληλη για τους ασθενείς της. Για παράδειγμα, εξετάζω την αυστηρώς χορογραφημένη πρακτική του πρωινού «στρωσίματος» των αρρώστων και υποστηρίζω ότι η παρεξηγημένη «λάτρα» του σώματος του ασθενούς παρουσιάζει τρία χαρακτηριστικά ή ιδιότητες: φέρνει το/τη νοσηλευτή/ρια πιο κοντά στον ασθενή του και σε απόλυτη εναρμόνιση με τις κλινικές του ανάγκες και κατάσταση υγείας· δημιουργεί μια «ζώνη» ιδιωτικότητας όπου οι συμμετέχοντες/ουσες μοιράζονται μεταξύ τους και με τους ασθενείς τους βιώματα και συναισθήματα σε συνθήκες ασφάλειας· και επιβεβαιώνει, τελετουργικά, την κυριαρχία της ιατρικής επιστήμης μέσω της τεχνικής της «απολύμανσης» και της απομάκρυνσης της μιαρότητας. Η ανάλυση των συνεντεύξεων έδειξε ότι οι συμμετέχοντες/ουσες αναπτύσσουν πολυαισθητηριακή σωματική σχέση φροντίδας με τους ασθενείς τους η οποία χαρακτηρίζεται από σχέσεις «εγγύτητας» με τον ασθενή, υψηλό αίσθημα ευθύνης προς τον ασθενή και ενσυναίσθησης του πόνου του, αλλά και από ικανότητα αξιοποίησης των όποιων εργαλείων φροντίδας και θεραπείας διαθέτουν. Η επιτόπια έρευνα έδειξε ότι οι νοσηλευτές/ριες ΜΕΘ συγκροτούνται ως δια-σωματικοί φορείς Εντατικής θεραπείας και νοσηλευτικής πράξης, ως τα «αυτιά» και τα «μάτια» των γιατρών και των ασθενών στις πτέρυγες, ως διαμεσολαβητές/ριες μεταξύ του ασθενούς και της τεχνολογίας ΜΕΘ που τον καθιστά «κρυστάλλινο», ως οι «παλιοί/ές» κατά την ετεροτοπία της μεταξύ τους προφορικής «παράδοσης» των περιστατικών, ως ορατοί/ές διαπραγματευτές/ριες φροντίδας και θεραπείας στο επείγον και κρίσιμο περιστατικό. Παρ’ όλα αυτά, συγκροτούνται και ως αόρατοι/ες, ή ορατοί/ές απόντες/απούσες από την επίσκεψη των γιατρών όπου λαμβάνονται οι κλινικές αποφάσεις. Συμπερασματικά, οι νοσηλευτές/ριες ΜΕΘ με τον δικό τους σωματικό τρόπο διαχειρίζονται τις σχέσεις εξουσίας στην Εντατική και, κάνοντας χρήση της ειδικής γνώσης που κατέχουν, ενισχύουν λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένα τη διαπραγματευτική τους δύναμη στις σχέσεις τους με τους/τις γιατρούς. Όμως, ενώ καθίστανται όλο και περισσότερο «ορατοί» και «ορατές», μέσα από τη σχέση φροντίδας που εδραιώνουν με τους ασθενείς τους, οι ίδιοι/ες, ως φορείς κλινικών αποφάσεων που λαμβάνονται άτυπα και στο περιθώριο, συνεχίζουν να είναι αόρατοι και αόρατες, να απουσιάζουν από τον επίσημο λόγο και τα «επίσημα» κέντρα λήψης αποφάσεων που αφορούν στη διαχείριση των περιστατικών τους στο Ελληνικό εθνογραφικό παράδειγμα. Το τελευταίο εύρημα συνιστά και σημαντική διαφοροποίηση από τις αντίστοιχες μελέτες σε ΜΕΘ του εξωτερικού.
  • Τεκμήριο
    Oμογονεϊκότητα στην Ελλάδα: θεσμικές αλλαγές, κοινωνική αποδοχή και διεκδικήσεις
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2021) Μαρά, Αθηνά Α.; Στρατηγάκη, Μαρία; Καλτσώνης, Δημήτρης; Αθανασίου, Αθηνά; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
    Ο σκοπός της παρούσας διατριβής είναι να ερευνήσει τις μεταβλητές που διαμορφώνουν την κοινωνική αποδοχή της ομογονεϊκότητας στην Ελλάδα. Το πρώτο της μέρος στοχεύει στην αποσαφήνιση βασικών εννοιολογικών σχημάτων, τα οποία διαμορφώνουν την κοινωνική αποδοχή της ομογονεϊκότητας. Οι έννοιες της σεξουαλικότητας, της οικογένειας, του φύλου, της υποκειμενικότητας και του έθνους παίζουν κεντρικό ρόλο στο θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο στη συνέχεια τροφοδοτεί εννοιολογικά το δεύτερο, ερευνητικό μέρος. Στη συνέχεια, εξετάζεται το θεσμικό πλαίσιο των ομογονεϊκών δικαιωμάτων στην Ευρώπη και στην Ελλάδα: οι δράσεις των φορέων κοινωνικής πολιτικής, οι πολιτικές, και οι κυρίαρχες ιδεολογίες, που συντελούν στη διαμόρφωση κοινωνικών τάσεων, δράσεων και αντιδράσεων απέναντι στα ομογονεϊκά δικαιώματα. Στην προσπάθεια να διερευνηθεί η ποιοτική αλληλεπίδραση των θεσμικών αλλαγών και της κοινωνικής αποδοχής της ομογονεϊκότητας, ερευνώνται τα εξής ερωτήματα: ποιες είναι οι κοινωνικές μεταβλητές που διαμορφώνουν την υπάρχουσα κοινωνική αποδοχή γύρω από την ομογονεϊκότητα και τις ομόφυλες οικογένειες, όσον αφορά το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο (νόμος υπ’ αριθμό 4356/2015); Επιπλέον ποιες είναι οι αντιλήψεις των ομόφυλων οικογενειών γύρω από την υπάρχουσα κοινωνική αποδοχή και τις πρόσφατες θεσμικές αλλαγές που αφορούν τα ομόφυλα ζευγάρια; Το δεύτερο μέρος με ένα συνδυασμό ποιοτικών μεθόδων έρευνας, ερευνά τις κοινωνικές μεταβλητές που διαμορφώνουν την κοινωνική αποδοχή και το νομικό πλαίσιο της ομογονεϊκότητας. Η παρούσα διατριβή ακολουθεί διεπιστημονικές και διαθεματικές οδούς ποιοτικής έρευνας, με στόχο να συμβάλει στην εξέταση των κοινωνικών πτυχών του θέματος. Χρησιμοποιώντας εργαλεία από τη μεθοδολογία της κριτικής ανάλυσης λόγου, αναλύονται τα πρακτικά των ολομελειών και των σχολίων των πολιτών επί της δημόσιας διαβούλευσης του Ν. 4356/2015. Η έρευνα πεδίου, ως συμπληρωματικό ερευνητικό εργαλείο, προσδίδει γνώση και δεδομένα από ημι-δομημένες συνεντεύξεις από ενήλικα μέρη ομόφυλων οικογενειών. Η παρούσα διατριβή, στοχεύει να συμβάλει στην εντόπιση και την ανάλυση των μεταβλητών που καθορίζουν την κοινωνική αποδοχή και την αλληλεπίδρασή τους με τις υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις για την ομογονεϊκότητα. Οι υποθέσεις εργασίας (ΥΠ) διαμορφώνουν τα αποτελέσματα τις διατριβής, τα οποία αρχικά εξετάζουν τις επιρροές του ετεροσεξισμού, της θρησκείας, τον εθνικισμού και της πατριαρχίας στις κυρίαρχες κοινωνικές αντιλήψεις, αναφορικά με τη σεξουαλικότητα και την οικογένεια (ΥΠ1 και ΥΠ2). Ακόμα εξετάζεται η διαβάθμιση των κοινωνικών στάσεων και απόψεων, η συμβολή των ακτιβιστικών προσπαθειών, και ο εκπαιδευτικός ρόλος του Ν. 4356/2015 (ΥΠ3), ενώ υπογραμμίζεται το ταξικό πρόσημο και οι κοινωνικές ανισότητες αναφορικά με τη διεκδίκηση δικαιωμάτων, όπως και η έμμεση επιρροή του οικονομικού παράγοντα αναφορικά με την κοινωνική αποδοχή των ομόφυλων οικογενειών, οι οποίες μοιραία εμπίπτουν σε πλαίσια κανονικότητας και αορατότητας (ΥΠ4). Ως βασικό αποτέλεσμα της έρευνας, προκύπτει ότι οι κοινωνικές επιβολές του ετεροσεξισμού, του διπόλου του φύλου και της ετεροφυλόφιλης σεξουαλικότητας, διαπλέκονται με κυρίαρχες απόψεις και ιδανικά γύρω από την θρησκεία, τη συγγένεια, για το «έθνος» και τη συνέχειά του. Οι παραπάνω παράμετροι οριοθετούν την εννοιολόγηση της οικογένειας σύμφωνα με τους ετεροπατριαρχικούς κανόνες, αποκλείοντας νομικό-κοινωνικά όσες (ομόφυλες) οικογενειακές μορφολογίες αποκλίνουν από τα πατριαρχικά πρότυπα. Τα παραπάνω ηγεμονικά σχήματα θέτουν τα όρια της «κανονικότητας» και λειτουργούν παραδειγματικά προς την κατεύθυνση της ετερο-νόρμας. Επιπλέον, προβάλλουν ως αναγκαία την προστασία του «παιδιού», του μελλοντικού πολίτη του ελληνικού έθνους, από την «επικίνδυνη» ομογονεϊκότητα. Στον δρόμο προς τον κοινωνικό μετασχηματισμό, αναδείχτηκαν η συμβολή του νόμου 4356/2015 όχι μόνο προς την ανάδειξη της «κανονικότητας» των ομόφυλων ζευγαριών αλλά ως εκπαιδευτικό εργαλείο, όπως και η δράση της κοινωνίας των πολιτών ως ουσιαστικά θετικά βήματα.