Διδακτορικές διατριβές
Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογήhttps://beta-pandemos.panteion.gr/handle/123456789/4
Νέα
Αυτή είναι η συλλογή από το παλιό σύστημα με ID:cid:13
Περιηγούμαι
Πλοήγηση Διδακτορικές διατριβές ανά Τίτλο
Τώρα δείχνει 1 - 20 από 42
- Αποτελέσματα ανά σελίδα
- Επιλογές ταξινόμησης
Τεκμήριο Oμογονεϊκότητα στην Ελλάδα: θεσμικές αλλαγές, κοινωνική αποδοχή και διεκδικήσεις(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2021) Μαρά, Αθηνά Α.; Στρατηγάκη, Μαρία; Καλτσώνης, Δημήτρης; Αθανασίου, Αθηνά; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΟ σκοπός της παρούσας διατριβής είναι να ερευνήσει τις μεταβλητές που διαμορφώνουν την κοινωνική αποδοχή της ομογονεϊκότητας στην Ελλάδα. Το πρώτο της μέρος στοχεύει στην αποσαφήνιση βασικών εννοιολογικών σχημάτων, τα οποία διαμορφώνουν την κοινωνική αποδοχή της ομογονεϊκότητας. Οι έννοιες της σεξουαλικότητας, της οικογένειας, του φύλου, της υποκειμενικότητας και του έθνους παίζουν κεντρικό ρόλο στο θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο στη συνέχεια τροφοδοτεί εννοιολογικά το δεύτερο, ερευνητικό μέρος. Στη συνέχεια, εξετάζεται το θεσμικό πλαίσιο των ομογονεϊκών δικαιωμάτων στην Ευρώπη και στην Ελλάδα: οι δράσεις των φορέων κοινωνικής πολιτικής, οι πολιτικές, και οι κυρίαρχες ιδεολογίες, που συντελούν στη διαμόρφωση κοινωνικών τάσεων, δράσεων και αντιδράσεων απέναντι στα ομογονεϊκά δικαιώματα. Στην προσπάθεια να διερευνηθεί η ποιοτική αλληλεπίδραση των θεσμικών αλλαγών και της κοινωνικής αποδοχής της ομογονεϊκότητας, ερευνώνται τα εξής ερωτήματα: ποιες είναι οι κοινωνικές μεταβλητές που διαμορφώνουν την υπάρχουσα κοινωνική αποδοχή γύρω από την ομογονεϊκότητα και τις ομόφυλες οικογένειες, όσον αφορά το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο (νόμος υπ’ αριθμό 4356/2015); Επιπλέον ποιες είναι οι αντιλήψεις των ομόφυλων οικογενειών γύρω από την υπάρχουσα κοινωνική αποδοχή και τις πρόσφατες θεσμικές αλλαγές που αφορούν τα ομόφυλα ζευγάρια; Το δεύτερο μέρος με ένα συνδυασμό ποιοτικών μεθόδων έρευνας, ερευνά τις κοινωνικές μεταβλητές που διαμορφώνουν την κοινωνική αποδοχή και το νομικό πλαίσιο της ομογονεϊκότητας. Η παρούσα διατριβή ακολουθεί διεπιστημονικές και διαθεματικές οδούς ποιοτικής έρευνας, με στόχο να συμβάλει στην εξέταση των κοινωνικών πτυχών του θέματος. Χρησιμοποιώντας εργαλεία από τη μεθοδολογία της κριτικής ανάλυσης λόγου, αναλύονται τα πρακτικά των ολομελειών και των σχολίων των πολιτών επί της δημόσιας διαβούλευσης του Ν. 4356/2015. Η έρευνα πεδίου, ως συμπληρωματικό ερευνητικό εργαλείο, προσδίδει γνώση και δεδομένα από ημι-δομημένες συνεντεύξεις από ενήλικα μέρη ομόφυλων οικογενειών. Η παρούσα διατριβή, στοχεύει να συμβάλει στην εντόπιση και την ανάλυση των μεταβλητών που καθορίζουν την κοινωνική αποδοχή και την αλληλεπίδρασή τους με τις υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις για την ομογονεϊκότητα. Οι υποθέσεις εργασίας (ΥΠ) διαμορφώνουν τα αποτελέσματα τις διατριβής, τα οποία αρχικά εξετάζουν τις επιρροές του ετεροσεξισμού, της θρησκείας, τον εθνικισμού και της πατριαρχίας στις κυρίαρχες κοινωνικές αντιλήψεις, αναφορικά με τη σεξουαλικότητα και την οικογένεια (ΥΠ1 και ΥΠ2). Ακόμα εξετάζεται η διαβάθμιση των κοινωνικών στάσεων και απόψεων, η συμβολή των ακτιβιστικών προσπαθειών, και ο εκπαιδευτικός ρόλος του Ν. 4356/2015 (ΥΠ3), ενώ υπογραμμίζεται το ταξικό πρόσημο και οι κοινωνικές ανισότητες αναφορικά με τη διεκδίκηση δικαιωμάτων, όπως και η έμμεση επιρροή του οικονομικού παράγοντα αναφορικά με την κοινωνική αποδοχή των ομόφυλων οικογενειών, οι οποίες μοιραία εμπίπτουν σε πλαίσια κανονικότητας και αορατότητας (ΥΠ4). Ως βασικό αποτέλεσμα της έρευνας, προκύπτει ότι οι κοινωνικές επιβολές του ετεροσεξισμού, του διπόλου του φύλου και της ετεροφυλόφιλης σεξουαλικότητας, διαπλέκονται με κυρίαρχες απόψεις και ιδανικά γύρω από την θρησκεία, τη συγγένεια, για το «έθνος» και τη συνέχειά του. Οι παραπάνω παράμετροι οριοθετούν την εννοιολόγηση της οικογένειας σύμφωνα με τους ετεροπατριαρχικούς κανόνες, αποκλείοντας νομικό-κοινωνικά όσες (ομόφυλες) οικογενειακές μορφολογίες αποκλίνουν από τα πατριαρχικά πρότυπα. Τα παραπάνω ηγεμονικά σχήματα θέτουν τα όρια της «κανονικότητας» και λειτουργούν παραδειγματικά προς την κατεύθυνση της ετερο-νόρμας. Επιπλέον, προβάλλουν ως αναγκαία την προστασία του «παιδιού», του μελλοντικού πολίτη του ελληνικού έθνους, από την «επικίνδυνη» ομογονεϊκότητα. Στον δρόμο προς τον κοινωνικό μετασχηματισμό, αναδείχτηκαν η συμβολή του νόμου 4356/2015 όχι μόνο προς την ανάδειξη της «κανονικότητας» των ομόφυλων ζευγαριών αλλά ως εκπαιδευτικό εργαλείο, όπως και η δράση της κοινωνίας των πολιτών ως ουσιαστικά θετικά βήματα.Τεκμήριο Από τις κοινωνικές υπηρεσίες στις κοινωνικές επιχειρήσεις: ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στην ανάπτυξη κοινωνικών επιχειρήσεων με σκοπό την ένταξη στην αγορά εργασίας και την κοινωνική ενσωμάτωση ευπαθών κοινωνικών ομάδων(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2016) Τσιλίκης, Χρήστος Α.; Μωυσίδης, Αντώνης; Δημουλάς, Κωνσταντίνος; Μητροσύλη, Μαρία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΟ στόχος της παρούσας διατριβής είναι να αποτυπώσει τον ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην ανάπτυξή των Κοινωνικών Επιχειρήσεων Εργασιακής Ένταξης (Κ.Ε.Ε.Ε). Στο πρώτο μέρος αποσαφηνίζονται κεντρικής σημασίας έννοιες που αφορούν στην Κοινωνική Οικονομία και τις Κ.Ε.Ε.Ε. ενώ διερευνάται η σχέση μεταξύ Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Κοινωνικής Οικονομίας. Επισημαίνουμε τους φορείς που χαρακτηρίζονται ως Κοινωνικές Επιχειρήσεις στην Ελλάδα και κινούμενοι αφαιρετικά εντοπίζουμε εκείνους που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ένταξης. Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.) και οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις (Κοιν.Σ.Επ.) αποτελούν τις κατεξοχήν δομές εργασιακής ένταξης στη χώρα μας. Διενεργούμε ποιοτικές συνεντεύξεις σε δέκα Κ.Ε.Ε.Ε. στην περιφέρεια Αττικής. Οι Κοι.Σ.Π.Ε. και οι Κοιν.Σ.Επ. αναλύονται αρχικά ως προς τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους ενώ παράλληλα εξετάζονται οι στόχοι, η δομή και η χρηματοδότησή τους. Τέλος, αξιοποιώντας την προηγηθείσα ανάλυση προχωράμε ένα βήμα παραπέρα στην εξέταση του βαθμού στήριξης των φορέων από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τους τομείς συνεργασίας, την αξιολόγηση των σχέσεων, την επιρροή, τον ρόλο, τη συμμετοχή στη διοίκηση, τη χάραξη πολιτικής και την οικονομική στήριξη. Διαπιστώνεται ότι οι φορείς ένταξης που έλαβαν μέρος στην έρευνα πληρούν σε σημαντικό ποσοστό τα κριτήρια του EMES ενώ αποτελούν πολύ-συμμετοχικά σχήματα, διαθέτουν πολλαπλούς στόχους και εξασφαλίζουν τη χρηματοδότησή τους μέσω ενός μίγματος πόρων. Επισημάνθηκε η απουσία –από πλευράς Τοπικής Αυτοδιοίκησης- στρατηγικού σχεδιασμού στήριξης, ενίσχυσης και ανάπτυξης των Κ.Ε.Ε.Ε. Αν και διαπιστώθηκαν περιπτώσεις όπου Δήμοι προσφέρουν δημοτικούς χώρους, υλικοτεχνική υποδομή ή και συμβουλευτική υποστήριξη προς τις Κ.Ε.Ε.Ε., αυτές κρίνονται ως αποσπασματικές και σε καμία περίπτωση δεν εντάσσονται σε έναν γενικότερο σχεδιασμό από την πλευρά του Δήμου, της Περιφέρειας ή του Κράτους. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση δε συμμετέχει –έμμεσα ή άμεσα- στην απορρόφηση/απασχόληση των ωφελουμένων των φορέων.Τεκμήριο Διαδρομές ένταξης και διαμόρφωσης της ταυτότητας των Ποντίων προσφύγων(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2012) Παραδεισοπούλου, Πολύμνια Κ.; Κασιμάτη, Κούλα; Παπαδοπούλου, Δέσποινα; Στρατηγάκη, Μαρία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΣκοπός της παρούσας διατριβής είναι η διερεύνηση των διάδρομων που ακολούθησαν οι Πόντιοι πρόσφυγες για να ενταχθούν στην ελλαδική κοινωνία, καθώς και οι συνέπειες των διαδρομών αυτών στη διατήρηση ή διαφοροποίηση της πολιτισμικής τους ταυτότητας. Οι ερευνητικές υποθέσεις που τέθηκαν είναι: 1. Η διαδικασία πλήρους ένταξης των Ποντίων προσφύγων στον ελλαδικό χώρο, έχει ως αφετηρία την τρίτη γενιά. Οι βίοι των δύο προηγούμενων γενεών αναλώθηκαν, της μεν πρώτης στον αγώνα για επιβίωση, της δε δεύτερης στην προσπάθεια ισορρόπησης στο κοινωνικό περιβάλλον. 2. Καθ’ όλη τη διαδρομή, μέσω των τριών γενεών των Ποντίων προσφύγων προς την πλήρη ένταξη, η ιδιαίτερη πολιτισμική τους ταυτότητα παρέμεινε διακριτή, διατηρώντας την πολιτισμική συνέχεια της προσφυγικής ομάδας. Η εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζονται οι ιστορικές και κοινωνικές εξελίξεις, που οδήγησαν τους Πόντιους στην προσφυγιά και αποσαφηνίζονται τα νοήματα των όρων «ένταξη» και «ταυτότητα». Το δεύτερο μέρος αφορά στην εμπειρική έρευνα, η οποία διενεργήθηκε, διά της βιογραφικής μεθόδου, στις τρεις πρώτες γενιές των ποντίων προσφύγων και σε τριών τύπων χωριά: (i) αμιγή ποντιακά, (ii) μικτά προσφυγικά, (iii) μικτά προσφύγων και γηγενών, της Εορδαίας, περιοχής μεγάλης συγκέντρωσης ποντιακού πληθυσμού. Ως προς την ένταξη ερευνήθηκαν: η επιλογή τόπου εγκατάστασης, οι σχέσεις με τις άλλες πληθυσμιακές ομάδες, οι διαδρομές πρόσβασης στην απασχόληση, στη στέγαση, στην εκπαίδευση και στο πολιτειακό και πολιτικό σύστημα. Ως προς την ταυτότητα εξετάσθηκαν η διαδρομή της διαλέκτου, η συνείδηση της κοινής ιστορίας, ο τρόπος διαβίωσης, το αξιακό σύστημα και η νοηματική «καταληπτότητα». Η ανάλυση των αφηγήσεων των βίων των Ποντίων προσφύγων, επιβεβαίωσε τις υποθέσεις: Η πλήρης ένταξης ξεκίνησε από τη γ’ γενιά, ως αποτέλεσμα της υπερβάλλουσας προσπάθειας των δύο προηγούμενων γενεών, που βίωσαν στιγματισμό και αποκλεισμό. Η ποντιακή πολιτισμική ταυτότητα παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανθεκτική και ισχυρή, άλλοτε σε αντιπαράθεση και άλλοτε σε σύμπλευση με την εθνική ταυτότητα.Τεκμήριο Εκτιμώντας τη φτώχεια και την ανεργία χρησιμοποιώντας μεθόδους εκτίμησης σε μικρές γεωγραφικές περιοχές(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2021) Μαλαπάνη, Ελένη Γ.; Μιχαλοπούλου, Καίτη; Γιακουμάτος, Στέφανος; Richardson, Clive; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΤις τελευταίες δεκαετίες η καταπολέμηση της φτώχειας και της ανεργίας αποτελεί μία από τις κυριότερες προκλήσεις της Ευρώπης και όχι μόνο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα πλαίσια της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» έθεσε το παραπάνω πρόβλημα ως έναν από τους βασικούς στόχους της. Για την εκτίμηση χαρακτηριστικών όπως η φτώχεια και η ανεργία τα κράτη έχουν σχεδιάσει ειδικές έρευνες οι οποίες δίνουν μεν αξιόπιστες πληροφορίες σε εθνικό επίπεδο, αλλά λόγω σχεδιασμού και μεγέθους των δειγμάτων δεν μπορούν να δώσουν αντίστοιχες αξιόπιστες εκτιμήσεις σε μικρότερες γεωγραφικές περιοχές όπως π.χ. οι νομοί (NUTS 3) και οι δήμοι. Για τη διαχείριση και επίλυση του παραπάνω προβλήματος, δηλαδή την επίτευξη στατιστικών εκτιμήσεων κοινωνικών και οικονομικών δεικτών σε μικρές γεωγραφικές περιοχές, προτείνεται ο συνδυασμός των παραπάνω τύπων δεδομένων (ετήσιες έρευνες και απογραφικά δεδομένα). Ο συνδυασμός αυτός μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση προηγμένων στατιστικών μεθόδων που παράγουν εκτιμήσεις σε μικρές γεωγραφικές περιοχές και έχουν τη γενική ονομασία «Small Area Estimation» (SAE). Στην Ελλάδα το μικρότερο γεωγραφικό επίπεδο για το οποίο δίνονται εκτιμήσεις της φτώχειας και της ανεργίας είναι αυτό των περιφερειών. Ο κύριος στόχος αυτής της διατριβής είναι να αναπτύξει και να παράσχει αξιόπιστες εκτιμήσεις για τη φτώχεια και την ανεργία στην Ελλάδα σε μικρότερο γεωγραφικό επίπεδο από αυτό των περιφερειών, δηλαδή σε επίπεδο Νομών (NUTS 3) χρησιμοποιώντας τις μεθόδους SAE. Τα υπό εκτίμηση χαρακτηριστικά είναι το ποσοστό της φτώχειας, το χάσμα της φτώχειας καθώς και το ποσοστό της ανεργίας του ελληνικού πληθυσμού σε δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές, το 2009 (λίγο πριν από την έναρξη της ελληνικής χρηματοπιστωτικής κρίσης) και το 2013 (κατά τη διάρκεια της κρίσης)). Για την επίτευξη των παραπάνω υιοθετήθηκε ο εκτιμητής EBLUP με βάση το μοντέλο Fay and Herriot, συνδυάζοντας δεδομένα από την έρευνα EU-SILC 2009 και 2013 με βοηθητικά δεδομένα από την εθνική απογραφή του 2001 και 2011, αντίστοιχα. Συγκεκριμένα εξετάσθηκαν και αναλύθηκαν 19 βοηθητικές μεταβλητές από την απογραφή του 2001 και 32 βοηθητικές μεταβλητές από την απογραφή του 2011. Προκειμένου να κατασκευαστεί το βέλτιστο μοντέλο μικρής περιοχής (small area model) για κάθε ένα από τα υπό εκτίμηση χαρακτηριστικά, χρησιμοποιήθηκε μια διαδικασία τριών φάσεων για την επιλογή των τελικών βοηθητικών μεταβλητών. Έπειτα διάφοροι διαγνωστικοί έλεγχοι εφαρμόστηκαν με σκοπό την αξιολόγηση της καταλληλόλητας και απόδοσης των επιλεγμένων SAE μοντέλων καθώς και της αξιοπιστίας των αποτελεσμάτων. Τα αποτελέσματα αυτών των διαγνωστικών ελέγχων έδειξαν ότι τα επιλεγμένα μοντέλα παρέχουν καλή προσαρμογή στα δεδομένα καθώς και αξιόπιστες εκτιμήσεις. Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά καθώς η εφαρμογή των μεθόδων SAE πέτυχε ένα στατιστικά σημαντικό συνολικό κέρδος απόδοσης τόσο για την εκτίμηση της φτώχειας όσο και της ανεργίας έναντι των άμεσων εκτιμητών. Συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα έδειξαν μία στατιστικά σημαντική μείωση τόσο των τιμών του συντελεστή μεταβλητότητας (CV) όσο και των τιμών του μέσου τετραγωνικού σφάλματος (MSE) του EBLUP εκτιμητή με βάση το μοντέλο F-H έναντι των άμεσων εκτιμητών σχεδόν σε όλους τους νομούς. Η μείωση ήταν αισθητά μεγαλύτερη στους νομούς με μικρό μέγεθος δείγματος. Επίσης, τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων τόσο της φτώχειας όσο και της ανεργίας έδειξαν σημαντικές διαφορές στο χάρτη της Ελλάδας τις χρονιές 2009 και 2013. Η παρούσα μελέτη συμβάλλει στην ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση για εκτιμήσεις κοινωνικών χαρακτηριστικών σε μικρές γεωγραφικές περιοχές αναπτύσσοντας κατάλληλα SAE μοντέλα και δίνοντας εκτιμήσεις για τη φτώχεια και την ανεργία στην Ελλάδα για πρώτη φορά σε επίπεδο νομών. Οι εκτιμήσεις αυτές μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση και στόχευση πολιτικών για τη σωστή κατανομή των δημόσιων κονδυλίων σε μικρές γεωγραφικές περιοχές.Τεκμήριο Έμφυλες ανισότητες και απασχόληση στον τραπεζικό κλάδο: το φαινόμενο της "γυάλινης οροφής" και πολιτικές(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2020) Μελέτη, Βασιλική Π.; Στρατηγάκη, Μαρία; Κουζής, Γιάννης; Παπάζογλου-Μητροπούλου, Αιμιλία Ι.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΑν και ο τραπεζικός τομέας απασχολεί αριθμητικά περισσότερες γυναίκες από άνδρες, οι εργαζόμενες υποεκπροσωπούνται στη μεσαία και ανώτερη βαθμίδα διοίκησης. Η παρούσα διατριβή επικεντρώνεται στον αντίκτυπο της "γυάλινης οροφής" στην υπηρεσιακή εξέλιξη των γυναικών τραπεζοϋπαλλήλων στην Ελλάδα. Παράγοντες που προσιδιάζουν στη "γυάλινη οροφή", προσωπικοί, οικογενειακοί, οργανωσιακοί και εταιρικοί, ευθύνονται για την εν λόγω χαμηλή εκπροσώπησή τους. Οι γυναίκες έχουν διαχρονικά υποστεί εργασιακές διακρίσεις, ωστόσο η εμπειρία του ελληνικού τραπεζικού χώρου καταδεικνύει -εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης- την ύπαρξη "γυάλινης οροφής", όπου λιγότερες γυναίκες της μεσαίας βαθμίδας κατορθώνουν να ανελιχθούν σε ανώτερα στελέχη. Παρότι στο χρηματοοικονομικό τομέα διαφαίνεται μια αυξανόμενη αναγνώριση της έμφυλης διαφορετικότητας, είναι αναγκαίο ολοένα και περισσότεροι τραπεζικοί οργανισμοί να επενδύσουν στην ισότιμη μεταχείριση γυναικών και ανδρών, προωθώντας ευέλικτες εργασιακές πολιτικές, πιο φιλικές στη συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής. Η πορεία του θρυμματισμού της "γυάλινης οροφής", αν και δυσχερές επίτευγμα, εφόσον εκκινήσει, δεν έχει δρόμο επιστροφής.Τεκμήριο Έμφυλη ισότητα στην εκπαιδευτική πολιτική της Ελλάδας (1975-2020): νοηματοδοτήσεις και αντιστάσεις(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2022) Μοσχοβάκου, Ναυσικά Ν.; Στρατηγάκη, Μαρία; Μαυρίδης, Ηρακλής; Συμεωνάκη, Μαρία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςThe present thesis explores education policy, identifying the reasons that impede the promotion of gender equality reform in education. It focuses, on the one hand, on political discourse, and more precisely on political discourse involving education policy in parliamentary debates, and, on the other, on the experience of educators who are called to implement interventions on gender equality. In this way, the thesis attempts to uncover gender ideology and the relevant cultural elements that underpin education policy, both in its design by policy-makers and in its implementation, where resistance to gender equality transformation is manifested. More specifically, the thesis examines: the extent to which parliamentary discourse on education policy constructs gender roles and reproduces stereotypes; the question of whether national educational interventions on gender equality constitute part of a holistic education policy that promotes reform on issues of gender equality; the question of why they fail to bring about long term transformative results, and which are the main forms of resistance to the promotion of gender equality, be they ideological or of a different kind. The thesis has two parts: The first part develops theoretical approaches from several fields that can shed light on the topic under consideration, in order to offer the conceptual tools for the analysis. In particular, this part presents theoretical approaches for public policy analysis, emphasizing on those of discourse, as well as theoretical tools of feminist theory on discourse and equality policies. The theoretical framework is completed by including approaches of educational policy and of education as a field that (re)produces of gender inequalities. Finally, the first part reviews the policies developed at the international, European and national level on gender equality in education. The second part presents the selected methodological approaches of the research, and offers an analysis of the political discourse of the Greek Parliament and how it constructs conceptions of gender in education. It also analyses the attitudes of educators and those who participated in the implementation of two educational interventions on gender, related to the way that these were implemented, as well as to further elements that emerged from their experience via semi-structured interviews.Τεκμήριο Ενδο-επαγγελματικές μεταβολές στην κοινωνική στρωμάτωση σε περιόδους κρίσης: συγκριτική μελέτη των Ελλήνων και των Αλβανών οικοδόμων στην Αθήνα(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2022) Κούρας, Γεώργιος Δ.; Παπαθεοδώρου, Χρίστος; Ψημμένος, Ιορδάνης; Πετράκη, Γεωργία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΗ διατριβή εξετάζει τα μοτίβα και τις διαδικασίες ενδο-επαγγελματικής κοινωνικής στρωμάτωσης μεταξύ Ελλήνων και Αλβανών οικοδόμων και πως οι διαχωρισμοί και οι εργασιακές συνήθειες μεταβάλλονται σε περιόδους κρίσης. Πρόκειται για μια μελέτη περίπτωσης των εργαζόμενων στον κατασκευαστικό κλάδο στην Αθήνα από το 2020-2022, με βάση την επιτόπια έρευνα. Στην Ελλάδα, η εργασία των μεταναστών στον κατασκευαστικό κλάδο είναι ένα σταθερό χαρακτηριστικό και η απασχόληση στο επάγγελμα του οικοδόμου ήταν παραδοσιακά συνδεδεμένη με περιθωριακές ομάδες. Το ερώτημα ωστόσο είναι, ποιες είναι οι νέες γραμμές οριοθέτησης που αντικαθιστούν τις παλιές, ποιες διαδικασίες διαιωνίζουν τον εγκλωβισμό των εργατών και πως οι διαδικασίες από-ειδίκευσης τους επηρεάζουν. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα υψηλά επίπεδα ανεργίας, σε συνδυασμό με τη μείωση των μισθών και της απασχόλησης, οδήγησαν σε αυξημένο ανταγωνισμό μεταξύ Ελλήνων και μεταναστών στον κατασκευαστικό κλάδο. Ο κοινωνικός αντίκτυπος των παραπάνω, είναι η θέσπιση νέων κριτηρίων στον καταμερισμό της εργασίας και ένα νέο σύνολο σχέσεων που δημιουργούνται στον ίδιο τύπο εργασίας. Έτσι, η συγκεκριμένη διατριβή πρόκειται να εξετάσει ποιες είναι οι νέες τακτικές που υιοθετούν οι εργαζόμενοι για να παραμείνουν ενεργοί στο επάγγελμα.Σε πολλές χώρες σε όλη την Ευρώπη, οι κανονισμοί για την απασχόληση, τη μετανάστευση και τις δεξιότητες, έχουν υποστεί μετασχηματισμούς που αναδιαμορφώνουν τη σύνθεση του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού στις αγορές εργασίας της οικοδομής. Επίσης, ο κατασκευαστικός κλάδος παρουσιάζει αύξηση των μορφών αυτό-απασχόλησης και μεταφερόμενου εργατικού δυναμικού, όπου και τα δυο εξυπηρετούν τη μείωση των μισθών, των παροχών και άλλων μορφών κοινωνικής ασφάλισης. Ως αποτέλεσμα, τα μοτίβα της απορρύθμισης της απασχόλησης, έχουν κενά στην οικοδόμηση της ασφάλειας των εργαζομένων, μέσω της αύξησης των μορφών ψευδο-απασχόλησης και των υψηλών ποσοστών υπεργολαβίας. Χρησιμοποιώντας αρχεία, ιστορικά δεδομένα και συλλέγοντας μαρτυρίες από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 για Αλβανούς μετανάστες, η διατριβή στοχεύει να διαφωτίσει τις βασικές παραμέτρους που εμπλέκονται στη στρωμάτωση μεταναστών και γηγενών εργατών.Τεκμήριο Ενδοοικογενειακή βία και εγκυμοσύνη : κοινωνιολογικές και αναπαραγωγικές επιπτώσεις(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2012) Αντωνίου, Ευαγγελία; Στρατηγάκη, Μαρία; Κορασίδου, Μαρία, 1959-; Ιατράκης, Γεώργιος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΈνας αυξανόμενος αριθμός μελετών τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, κατέδειξε το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας στην εγκυμοσύνη ως μια κοινωνική παθογένεια παγκόσμιας διάστασης που αποτελεί ακραία έκφραση της άνισης κατανομής δύναμης μεταξύ των φύλων. Η πρόληψη, προστασία και βελτίωση της υγείας των δύο εν δυνάμει θυμάτων, της εγκύου γυναίκας και του εμβρύου είναι στόχος πρώτης γραμμής. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να εξετάσει το φάσμα της βίας που ασκείται στην περίοδο της εγκυμοσύνης, τις κοινωνικές επιπτώσεις του φαινομένου καθώς και τις συνέπειες της βίας στην υγεία της εγκύου και του εμβρύου. Μελετήθηκε η συγκυρία έναρξης της βίας λαμβάνοντας υπόψη τις διακρίσεις μεταξύ των φύλων και τις κοινωνικές ανισότητες εις βάρος των γυναικών. Ο συνδυασμός της ποσοτικής έρευνας μέσω χορήγησης ερωτηματολογίου και ποιοτικής διερεύνησης μέσω συνεντεύξεων στόχο έχει την ολιστική προσέγγιση του φαινομένου της βίας στην εγκυμοσύνη. Η διερεύνηση έγινε αρχικά μέσω ποσοτικής έρευνας με το ανώνυμο δομημένο ερωτηματολόγιο AAS κατόπιν στατιστικής ανάλυσης. Το ερωτηματολόγιο συμπληρώσαν 546 έγκυες που επισκεφτήκαν τα εξωτερικά ιατρεία των Γενικών Περιφερειακών Νοσοκομείων «Αλεξάνδρα» και «Έλενα Βενιζέλου» το διάστημα Αύγουστος 2009 - Σεπτέμβριος 2009. Εν συνεχεία, με την ημιδομημένη συνέντευξη ακολούθησε ποιοτική μελέτη του φαινομένου της βίας στην εγκυμοσύνη, δηλαδή διερευνήθηκε ο τρόπος αποτύπωσης του βιώματος της βίας από τις εγκυμονούσες μέσα από φαινομενολογική προσέγγιση. Οι συντελεστές της δεύτερης φάσης της έρευνας είναι 7 κακοποιημένες έγκυες (Ν=7) που κατέφυγαν στους ξενώνες του Κέντρου Βρεφών «Μητέρα» και του ΕΚΚΑ Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το διάστημα Σεπτέμβριος 2010 – Δεκέμβριος 2011 Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της παρούσας έρευνας δείχνει την παρουσία περιστατικών βίας στη διάρκεια της εγκυμοσύνης στην Ελλάδα σε ποσοστό 6%, το οποίο εμπίπτει στο εύρος αντίστοιχων ευρωπαϊκών μελετών. Τα 2/3 των κακοποιημένων γυναικών (3,4% των γυναικών, έναντι 5% που δηλώνει ότι κακοποιείται τον προηγούμενο χρόνο) δήλωσε ότι εξακολουθεί και υφίσταται βία μετά την έναρξη της εγκυμοσύνης. Το 1,9% των εγκύων αναφέρει ότι δέχτηκε εξαναγκασμό για σεξουαλική επαφή το περασμένο έτος. Στην παρούσα μελέτη ο 19 σύζυγος παρουσιάζεται ως ο πιθανότερος θύτης με ποσοστό 91,7% , ενώ είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το 2,3% φοβούνται το σύντροφο τους ή κάποιο άλλο πρόσωπο. Όσον αφορά τους παράγοντες που σχετίζονται με τη βία στην εγκυμοσύνη, φάνηκε ότι η εθνικότητα παίζει σημαντικό ρόλο καθώς παρατηρήθηκε ότι οι αλλοδαπές έγκυες κακοποιούνται σχεδόν 3,5 φορές πιο συχνά από τις Ελληνίδες εγκύους (17,9% έναντι 5,2%). Άλλα σημαντικά ευρήματα της έρευνας ήταν: τα θύματα είναι μετανάστριες, είναι άνεργες και με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, ανύπαντρες ή έφηβες, έχουν ιστορικό άμβλωσης, η εγκυμοσύνη είναι ανεπιθύμητη από τον σύντροφο, ο σύντροφος είναι αλλοδαπός, υπάρχει διαφωνία του συντρόφου για τη διατήρηση της εγκυμοσύνης, έχουν παραμελήσει τις προγραμματισμένες εξετάσεις, έχουν ήδη ένα ανήλικο παιδί και υπάρχει σημαντική διαφορά ηλικίας ανάμεσα στο ζευγάρι. Τα ευρήματα επιβεβαιώθηκαν και στην ποιοτική έρευνα όπου τονίσθηκε η σημασία των βιωμάτων κακοποίησης στην οικογένεια προέλευσης. Οι πολιτικές οι οποίες έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα στην κατεύθυνση αντιμετώπισης και ενημέρωσης του κοινού είναι ανεπαρκείς και κρίνεται απαραίτητη η περαιτέρω ανάπτυξή τουςΤεκμήριο Εργοδοτικές οργανώσεις: η πολιτική των εθνικών εργοδοτικών οργανώσεων στην Ελλάδα για τις εργασιακές σχέσεις κατά την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2022) Κατσαντώνης, Βασίλης Κ.; Κουζής, Γιάννης; Ψημμένος, Ιορδάνης; Αρανίτου, Βάλια; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΗ Ελλάδα στην αρχή της τρίτης δεκαετίας του 2000 είναι μία χώρα που έχει βιώσει πρωτόγνωρη οικονομική και κοινωνική κρίση, τόσο για την ίδια την ιστορία της, όσο και συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες δημοκρατικού πολιτεύματος στη σύγχρονη ιστορία. Η παγκόσμια οικονομική κρίση το 2009 αποτέλεσε αφορμή η οποία προκάλεσε μία σειρά αρνητικών γεγονότων και δυσμενών εξελίξεων που είχαν ως αποτέλεσμα την γνωστή περίοδο της κρίσης και των μνημονίων. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας ως μέλους της Ε.Ε. αλλά και της ΟΝΕ, η Ελλάδα «αναγκάστηκε να εισχωρήσει» σε μία σειρά συμφωνιών που περιείχαν μέτρα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής προκειμένου να αποφευχθεί η δημοσιονομική κατάρρευση και οι επιπτώσεις της, καθώς και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Τα μέτρα αυτά αφορούσαν μεταξύ άλλων την (ανα)ρύθμιση του εργατικού δικαίου με άξονα την ευελιξία των επιχειρήσεων (αριθμητική, λειτουργική και ποσοτική) και την ενίσχυση σε γενικές γραμμές των εργοδοτικών συμφερόντων σε όλες τις εκφάνσεις τους στα πλαίσια τόσο της ατομικής εργασιακής σχέσης όσο και της συλλογικής ρύθμισης της αγοράς εργασίας. Τα αποτελέσματα σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο είναι γνωστά και εξετάζονται στο Β’ Μέρος της παρούσας σε σχέση και με τον ρόλο των κορυφαίων ελληνικών εργοδοτικών οργανώσεων. Μία πρώτη προσέγγιση ανάγνωσης ενός ιστορικού του μέλλοντος θα μπορούσε να είναι ότι η περίοδος της κρίσης και των μνημονίων επέφεραν την υπερπλήρη ικανοποίηση όλων των εργοδοτικών αιτημάτων, τα οποία εκφέρονταν τουλάχιστον στον δημόσιο λόγο. Οι εργοδοτικές οργανώσεις θα έπρεπε να αισθανόντουσαν ικανοποίηση για το γεγονός ότι αν και μία βαριά και μακροχρόνια κρίση χτύπησε τα μέλη τους, τουλάχιστον σε επίπεδο ισορροπίας με τις δυνάμεις της εργασίας έχουν ενισχυθεί εντυπωσιακά. Μία δεύτερη όμως ανάγνωση και εμβάθυνση, θα αναδείκνυε ότι οι ίδιες δεν ήταν οι πρωταγωνίστριες των εξελίξεων ούτε άμεσα, διότι δεν πέτυχαν την ενίσχυση των συμφερόντων τους μέσω της κυριαρχίας τους στον κοινωνικό διάλογο, ούτε έμμεσα μέσω άσκησης αποτελεσματικής επιρροής στο κράτος το οποίο έχει σχεδόν το αποκλειστικό προνόμιο της νομοθέτησης. Πάραυτα, το γεγονός ότι υπήρξε τελικά ενίσχυση των εργοδοτικών συμφερόντων δεν ήταν από μόνο του ικανό να δημιουργήσει τις συνθήκες για την αποφυγή συγκρούσεων στο εσωτερικό αλλά και μεταξύ των ελληνικών εργοδοτικών οργανώσεων. Τα συμφέροντα τα οποία εκπροσωπούν, υπέστησαν σημαντικούς μετασχηματισμούς εξαιτίας της γενικής οικονομικής δυσπραγίας και της έλλειψης τραπεζικής χρηματοδότησης σε τέτοια έκταση, έτσι ώστε οι αντιθέσεις στις αγορές προϊόντων επισκίασαν την ανάγκη εργοδοτικής αλληλεγγύης στις εργασιακές σχέσεις. Πρόσθετα, οι εργοδότες δεν είχαν ούτε την αρχική πρωτοβουλία, ούτε αντέδρασαν αντιπαρατιθέμενοι με τις δυνάμεις της εργασίας επικρατώντας μίας σύγκρουσης με αποτέλεσμα την αλλαγή των ισορροπιών στις εργασιακές σχέσεις υπέρ τους. Ο Streeck (1987:283) όταν έγραφε ότι “If it is true that the crisis hands employers a new opportunity for initiative and strategic choice, it hands it to entrepreneurs, not the politicians of industrial relations. New developments in industrial relations, if there will be any, will start in the individual firm and not as collective political projects” δεν είχε φανταστεί την περίπτωση της Ελλάδας. Η κρίση στην Ελλάδα υπήρξε η αιτία για την επιβολή ενός τεράστιου εξωγενούς πολιτικού σχεδίου για την πλήρη αναρρύθμιση των (συλλογικών) εργασιακών σχέσεων και τον μετασχηματισμό τους ώστε να υποστηρίξουν μία πλήρως ευέλικτη αγοράς εργασίας. Επιβλήθηκαν μνημονιακές υποχρεώσεις από το γνωστό σχήμα της Τρόικας με υπέρτατο κριτήριο διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα ενίσχυαν την εθνική ανταγωνιστικότητα στα πλαίσια των ωμών προσταγμάτων μίας νεοφιλελεύθερης έκφανσης της παγκοσμιοποίησης. Δηλαδή, εφαρμόστηκε ακριβώς το αντίθετο σε σχέση με αυτό το οποίο προσπαθούσε να επιτύχει η ΕΣΑ (Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Απασχόληση) στα πλαίσια του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου τόσο α) σε επίπεδο διαδικασιών (κοινωνικός διάλογος, ευρύτερες δυνατές συναινέσεις, πολιτικές που προκύπτουν από διαβουλευτικές διαδικασίες κλπ) όσο και β) σε επίπεδο περιεχομένου των πολιτικών (προστασία ευπαθών κοινωνικών ομάδων, αξιοπρεπείς συνθήκες οικονομικής διαβίωσης, προστασία της εργασίας, ποιοτικές και περισσότερες δουλειές, προστασία και ενίσχυση συλλογικών διαπραγματεύσεων-συμβάσεων κλπ.) Εκ των εξελίξεων, επιδείχθηκε αδιαφορία από την Τρόικα και τις ελληνικές κυβερνήσεις για τους θεσμούς των κοινωνικών εταίρων και υιοθετήθηκαν αβίαστα πολιτικές και μέτρα με τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο σε όλους τους δρώντες και υποκείμενα της οικονομίας (επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, καταναλωτές, συνταξιούχοι, άνεργοι). Πολιτικές και μέτρα που αφενός συγκρούονται με τη φιλοσοφία του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και κατήργησαν εργασιακά κεκτημένα με κοινωνικό αντίκτυπο στην αγορά εργασίας, αφετέρου, ελέγχονται για την αναποτελεσματικότητα και την ακαταλληλότητα τους. Ταυτόχρονα, όμως, οι εθνικοί κοινωνικοί εταίροι ελέγχονται για την ικανότητα-αποτελεσματικότητα τους να:- προβλέψουν και να αντιληφθούν έγκαιρα την κρίση- αποφασίσουν για τις αναγκαίες πολιτικές αποφυγής ή και αντιμετώπισης της κρίσης- πείσουν ευρύτερα για την ανάγκη εφαρμογής τους- επιτύχουν τις απαραίτητες εθνικές συναινέσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης- παράξουν ένα αποτελεσματικό και εφαρμόσιμο εθνικό σχέδιο «εγχώριας ιδιοκτησίας» για το μέλλον της εργασίας στην Ελλάδα. Στα ανωτέρω, προστίθεται ο ρόλος του κράτους που χρησιμοποίησε τον κοινωνικό διάλογο άλλοτε σαν Προκρούστης (πχ. διαβούλευση περιόδου μνημονίων, περιφροσύνη προς ΓΣΕΕ και ΣΕΒ την περίοδο της 2015-2019) και άλλοτε σαν Πιτυοκάμπτης (πχ. ορισμός ΣΒΒΕ ως εθνικού κοινωνικού εταίρου). Επαναχρησιμοποιώντας τον γνωστό παραλληλισμό του Γ. Μαυρογορδάτου για να περιγράψει τις επαγγελματικές οργανώσεις τις προηγούμενες δεκαετίες που τα κόμματα δρούσαν ως Πιτυοκάμπτης και το κράτος ως Προκρούστης στο εσωτερικό τους. Αν και το γεγονός ότι το κράτος πλέον δεν επεμβαίνει τυχοδιωκτικά στα εσωτερικά των οργανώσεων δεικνύει ένα επίπεδο υψηλότερης ωρίμανσης του εθνικού συστήματος βιομηχανικών-συλλογικών εργασιακών σχέσεων, οι επεμβάσεις στις ισορροπίες του εξωτερικού περιβάλλοντος των οργανώσεων ήταν δυστυχώς τόσο ωμές ώστε αυτοαναίρεσε την εμπιστοσύνη που τους είχε επιδείξει τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Η παρούσα ερευνητική προσπάθεια φιλοδοξεί να διαφωτίσει, συνδυάζοντας έρευνα γραφείου και έρευνα πεδίου, το ποιά ήταν η πολιτική των κύριων εθνικών εργοδοτικών οργανώσεων για τις εργασιακές σχέσεις την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων καθώς και να εκτιμήσει το αποτύπωμα της στρατηγικής τους, ή της έλλειψης της, στις εργασιακές σχέσεις και την πολιτική απασχόλησης. Πρόσθετα, αποπειράται να κωδικοποιήσει τις προτάσεις για το μέλλον της εργασίας των εν λόγω συμφερόντων του οργανωμένου κεφαλαίου που εκπροσωπούνται από τον ΣΕΒ, τη ΓΣΕΒΕΕ, την ΕΣΕΕ και τον ΣΕΤΕ, δηλαδή των εθνικών κοινωνικών εταίρων της περιόδου των μνημονίων.Τεκμήριο Ευρωπαϊκή εκπαιδευτική πολιτική και πολιτικές διά βίου μάθησης στην Ελλάδα: διερεύνηση της επίτευξης των στόχων της απασχολησιμότητας και της άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων πριν και κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2019) Δουργκούνας, Γεώργιος Χ.; Πρόκου, Ελένη; Μιχαλοπούλου, Καίτη; Καραλής, Θανάσης Κ.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΟ σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η διερεύνηση των επιδράσεων της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής για τη διά βίου μάθηση (ΔΒΜ) στις πολιτικές για τη ΔΒΜ στην Ελλάδα, και η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των πολιτικών για τη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση (ΣΕΚ) στην Ελλάδα, ως προς την επίτευξη των στόχων της απασχολησιμότητας και της διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής, εστιάζοντας στους ανέργους. Στο πρώτο μέρος της διατριβής, επιχειρείται η επισκόπηση των θεωρητικών προσεγγίσεων για τις έννοιες της απασχολησιμότητας και της διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής, οι οποίες αποτελούν δύο συμπληρωματικούς στόχους των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για τη ΔΒΜ. Στο δεύτερο μέρος της διατριβής, προσεγγίζονται κριτικά οι πολιτικές της ΕΕ για τη ΔΒΜ και οι επιδράσεις τους στην εκπαιδευτική πολιτική για τη ΔΒΜ στην Ελλάδα, με ερμηνευτικό εργαλείο την έννοια του εξευρωπαϊσμού. Το τρίτο μέρος της διατριβής εξετάζει τον βαθμό επίτευξης των στόχων της απασχολησιμότητας και της διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής στην Ελλάδα, μέσω της συμμετοχής των ανέργων στη ΣΕΚ, μέσα από τα δεδομένα της Έρευνας Εκπαίδευσης Ενηλίκων του 2007 και του 2012. Η ερμηνεία και ανάλυση των μεταρρυθμίσεων στη ΔΒΜ και του λόγου πολιτικής των ελληνικών κυβερνήσεων στις πολιτικές τους για τη ΔΒΜ, καθώς και η στατιστική επεξεργασία των δεδομένων της Έρευνας Εκπαίδευσης Ενηλίκων για τη συμμετοχή των ανέργων στη ΣΕΚ στην Ελλάδα, καταδεικνύουν τις έντονες επιδράσεις της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής στις πολιτικές για τη ΔΒΜ στην Ελλάδα και την αποτυχία των πολιτικών ΣΕΚ να αναπτύξουν την απασχολησιμότητα των ανέργων και να διασφαλίσουν την κοινωνική συνοχή.Τεκμήριο Εφαρμογές ασαφούς λογικής στη μέτρηση των στάσεων(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2018) Καζάνη, Αγγελική Κ.; Συμεωνάκη, Μαρία; Μιχαλοπούλου, Αικατερίνη; Καρώνη-Ρίτσαρντσον, Χρυσηίς; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΑντικείμενο της παρούσας διατριβής είναι η Ασαφής Λογική και τα Τεχνητά Νευρωνικά Δίκτυα, πεδία της Τεχνητής Νοημοσύνης και πιο συγκεκριμένα των έμπειρων συστημάτων, και η εφαρμογή αυτών στη μέτρηση των στάσεων με τη βοήθεια των κλιμάκων Likert. Οι κλίμακες Likert (ή υπό κλίμακες) συνήθως κατασκευάζονται με την άθροιση (ή τον μέσο όρο) των αντίστοιχων τιμών όταν η εκτίμηση των ψυχομετρικών ιδιοτήτων τους έχει ως αποτέλεσμα την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της κλίμακας. Η παρούσα διδακτορική διατριβή αρχικά παρουσιάζει μια μεθοδολογία για την ανάπτυξη μιας λύσης συνδυάζοντας τη θεωρία της ασαφούς λογικής με τα στοιχεία της κλίμακας Likert σε μια ενιαία συνολική κλίμακα (ή υπό κλίμακες). Η προτεινόμενη μεθοδολογία συγκεντρώνει τις πληροφορίες που παράγονται από την κατασκευή της εγκυρότητας της εννοίας, τη στατιστική ανάλυση αλλά και τη γνώση των εμπείρων του συστήματος, η οποία παράγεται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης της θεωρίας, σε ένα ασαφές σύστημα συλλογιστικής με σκοπό να αναπτύξει μια πιο ακριβή μέτρηση για τη στάση. Ακόμα, στην παρούσα διατριβή προτείνεται μια μεθοδολογία για την ανάπτυξη των «προφίλ» για κάθε άτομο η οποία θα βασίζεται στη σύγκριση των πρωτογενών με τους ασαφείς βαθμούς μιας κλίμακας Likert χρησιμοποιώντας τα εκατοστημόρια ως νόρμα. Στόχος είναι η διαπίστωση του κατά πόσο οι πρωτογενείς ή ασαφείς βαθμοί αφού μετασχηματιστούν χρησιμοποιώντας τα εκατοστημόρια ως νόρμα θα αντανακλούν καλύτερα τα σχετικά επίπεδα της υποκείμενης στάσης. Τέλος, στην παρούσα διατριβή προτείνεται μια μεθοδολογία για την ανάπτυξη ενός νευρο-ασαφούς συστήματος που θα ταξινομεί τους ερωτώμενους στα επίπεδα της υποκείμενης στάσης λαμβάνοντας υπόψη έναν αριθμό παραγόντων που είναι σημαντικοί μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την αβεβαιότητα. Η αξιολόγηση των μεθοδολογιών που παρουσιάζονται δοκιμάζονται σε μια κλίμακα Likert που χρησιμοποιήθηκε σε μια δειγματοληπτική έρευνα μεγάλης κλίμακας για τη μέτρηση της ξενοφοβίας στη Βόρεια Ελλάδα και η οποία διενεργήθηκε υπό την αιγίδα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών με επιστημονικά υπεύθυνη την Καθ. κ. Μιχαλοπούλου. Οι μεθοδολογίες μπορούν να εφαρμοστούν με μικρές τροποποιήσεις σε άλλα σύνολα δεδομένων.Τεκμήριο Η "ελληνική" Αίγυπτος ως τόπος ιστορίας και μνήμης(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2017) Σουγιουλτζόγλου, Ηράκλειτος Π.; Μακρής, Γεράσιμος; Γκέφου-Μαδιανού, Δήμητρα; Τσιμουρής, Γεώργιος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΑνθρωπολογίαςΗ διατριβή επιδιώκει να αναδείξει τις ιδεολογικές διαστάσεις της «ελληνικότητας» στη διασπορά, εστιάζοντας στον όρο «ελληνική» Αίγυπτος και στο κοινωνικό/πολιτικό πλαίσιο χρήσης του στον λόγο των θεσμικών παραγόντων της ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο και, μεταγενέστερα, στις αφηγήσεις των Αιγυπτιωτών. Τα επιμέρους κεφάλαια αναλύουν τις σύνθετες σχέσεις που διαμορφώθηκαν μέσα και γύρω από τον μικρόκοσμο της παροικίας και το αποτύπωμά τους στο σχήμα της «ελληνικής» Αιγύπτου, με σημείο αναφοράς έννοιες και χαρακτηρισμούς που οι Αιγυπτιώτες χρησιμοποίησαν για να επενδύσουν νοηματικά την παρουσία τους στη χώρα, τη σχέση τους με τους Αιγύπτιους, αλλά και τους δεσμούς με την Ελλάδα.Τεκμήριο Η αξιοποίηση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών από την Τοπική Αυτοδιοίκηση στις εφαρμογές της κοινωνικής πολιτικής: το παράδειγμα εφαρμογής σε δήμους της περιφέρειας Ηπείρου(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2016) Ντάφλου, Αικατερίνη Ι.; Μωυσίδης, Αντώνης; Δημουλάς, Κωνσταντίνος; Καλογήρου, Γιάννης, 1952-; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΟι Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.), η Κοινωνική Πολιτική και η Τοπική Αυτοδιοίκηση διασυνδέονται σε μια βαθιά αλλαγή που μετατρέπει την παγκόσμια και τοπική κοινωνία μας. Η μετάβαση στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση, αφορά οριζόντιες και κάθετες αλλαγές στις κρατικές δομές που υπόσχονται να δώσουν στους πολίτες συμμετοχική δύναμη στις δημόσιες αποφάσεις και καλύτερη ποιότητα ζωής. Η δημογραφική πρόκληση φέρνει αντιμέτωπους τους δήμους με την ανάγκη να παρέμβουν τοπικά, άμεσα και εστιασμένα. Η χρήση των Τ.Π.Ε. προκύπτει στα πλαίσια της ανάγκης για καλύτερη διακυβέρνηση των υπηρεσιών υγείας και Κοινωνικής Πολιτικής. Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την κοινωνική προστασία ολοένα και περισσότερο ζητούν πληροφορίες σχετικά με ορθές πρακτικές, προκειμένου να υποστηρίξουν τις εξελίξεις στις κοινωνικές δημόσιες υπηρεσίες. Οι κοινωνικές δημόσιες υπηρεσίες που παρέχονται απευθείας στους πολίτες επιχειρούν να καλύψουν τις ανάγκες τους στον τόπο κατοικίας. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους ανθρώπους που έχουν περιθωριοποιηθεί ή με κάποιο τρόπο αποκλείονται από την κοινωνία εξαιτίας της ηλικιακής τους κατάστασης ή της σωματικής τους αναπηρίας. Αυτοί οι άνθρωποι, συνήθως έχουν πολλαπλές ανάγκες οι οποίες απαιτούν μια πιο συντονισμένη και ολοκληρωμένη απάντηση από τις υπηρεσίες. Η ανάπτυξη των υπηρεσιών αυτών είναι γενικά οργανωμένη σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, είναι πολλά ωστόσο τα ερωτήματα σχετικά με την ποιότητα αυτών των υπηρεσιών. Έχει αναγνωριστεί τα τελευταία χρόνια, ότι οι υπηρεσίες ως διαδικασίες προσφοράς ενός αγαθού οφείλουν να εξασφαλίζουν ορισμένα πρότυπα. Στην παρούσα διδακτορική διατριβή εξετάζονται οι δυνατότητες βελτιώσεις των κοινωνικών υπηρεσιών που έχουν ως στόχο να καλύψουν τις ανάγκες των ηλικιωμένων και Α.με.Α. χρηστών της υπηρεσίας μέσα από την ανάπτυξη γεωγραφικά εστιασμένων και τοπικά εξειδικευμένων υπηρεσιών υγείας σε γεωγραφικά διάσπαρτες και απομακρυσμένες μικρές κοινότητες. Ο συνδυασμός αυτών των τάσεων οδηγεί στο σχηματισμό συγκεκριμένου μοντέλου Κοινωνικής Πολιτικής με τη χρήση των Τ.Π.Ε. στους δήμους της έρευνας.Τεκμήριο Η επίδραση των ορισμών κατά τη μέτρηση της ανεργίας: δεδομένα από την έρευνα εργατικού δυναμικού, 2008-2015(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2019) Υφαντή, Αγγελική Α.; Μιχαλοπούλου, Αικατερίνη; Δημουλάς, Κωνσταντίνος; Μιμής, Άγγελος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΤο ποσοστό ανεργίας είναι ένας σημαντικός δείκτης τόσο με κοινωνικές όσο και με οικονομικές διαστάσεις, που θεωρείται ότι υποδεικνύει την κοινωνική και οικονομική ευζωία μιας χώρας. Η μέτρησή του στην Έρευνα Εργατικού Δυναμικού (EU-LFS) βασίζεται σε μία σύνθετη οικονομική έννοια, η οποία είναι σύμφωνη με τους ορισμούς του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO) και κατατάσσει τον πληθυσμό σε εργαζομένους, ανέργους και οικονομικά μη ενεργούς. Στην παρούσα διατριβή, ερευνήθηκε η αντίληψη των ατόμων για τη κατάσταση απασχόλησής τους σε σύγκριση με την κατάταξη απασχόλησης σύμφωνα με τους ορισμούς του ILO, με σκοπό να διαπιστωθεί εάν οι αντιφατικές αντιλήψεις και οι αντιλήψεις που συμπίπτουν με τον ορισμό διαφέρουν διαχρονικά σε επίπεδο εθνικό αλλά και μεταξύ των χωρών σε διεθνές επίπεδο. Η ανάλυση βασίστηκε στα ετήσια δεδομένα της EU-LFS για τα έτη 2008-2015 για δεκαέξι Ευρωπαϊκές χώρες: Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ισπανία και Σουηδία. Η λεπτομερής εξέταση του δημογραφικού και του κοινωνικού «προφίλ» των Ευρωπαίων που συμφωνούν ή διαφωνούν με τον συμβατικό ορισμό του ILO αποκάλυψε ότι το μοτίβο του δημογραφικού και κοινωνικού «προφίλ» παρέμενε συστηματικό διαχρονικά σε εθνικό επίπεδο. Όμως, τα απροσδόκητα υψηλά ποσοστά των αντιλήψεων των Ευρωπαίων για την κατάσταση απασχόλησής τους που συμφωνούν με τον συμβατικό ορισμό του ILO έδειξαν ότι το ερώτημα του αυτοπροσδιορισμού πρέπει να προηγείται και όχι να ακολουθεί τα ερωτήματα για την κατάσταση απασχόλησης του συμβατικού ορισμού του ILO, ή τα ερωτήματα σχετικά με την εγγραφή στα μητρώα των δημοσίων γραφείων απασχόλησης όπως ρητά προσδιορίζεται από τις οδηγίες της Eurostat στις συμμετέχουσες χώρες. Επίσης, δομήθηκαν δύο εναλλακτικοί ορισμοί της κατάστασης απασχόλησης ως παραλλαγές των συμβατικών ορισμών του ILO. Η σύγκριση αυτών των εναλλακτικών ορισμών με τον συμβατικό ορισμό του ILO και τη μέτρηση του αυτοπροσδιορισμού είχε ως αποτέλεσμα διαφορετικές κατανομές της κατάστασης απασχόλησης. Η διερεύνηση του δημογραφικού και κοινωνικού «προφίλ» των ανέργων που προέκυψε από την εφαρμογή της μέτρησης του αυτοπροσδιορισμού και των δύο εναλλακτικών μετρήσεων της κατάστασης απασχόλησης έδειξε ότι διαφέρουν. Οι περισσότερες αλλαγές εντοπίστηκαν ανάμεσα στα έτη και σε εθνικό επίπεδο για τις δημογραφικές μεταβλητές του φύλου και της ηλικίας κυρίως από ό,τι στις κοινωνικές μεταβλητές της οικογενειακής κατάστασης και του εκπαιδευτικού επιπέδου. Επιπλέον, η εφαρμογή των δύο εναλλακτικών ορισμών στα δεδομένα της EU-LFS είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του επίσημου ποσοστού ανεργίας σε όλες τις χώρες. Αξιοσημείωτη ήταν η αύξηση στο Βέλγιο, την Ουγγαρία, την Ιρλανδία, την Ιταλία αλλά ιδιαίτερα την Ρουμανία. Σε όλες τις χώρες, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε όταν εφαρμόστηκε η μέτρηση του αυτοπροσδιορισμού, εκτός από την περίπτωση της Ολλανδίας. Η αύξηση που προέκυψε ήταν υψηλότερη στις περιπτώσεις της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας. Τα αποτελέσματα αναφέρονται για την ηλικιακή ομάδα 15-74 ετών, ώστε να θεμελιώνεται η συγκρισιμότητά τους με τον συμβατικό ορισμό του ILO. Αυτή η μεθοδολογική μελέτη συμβάλλει στην έρευνα για τη μέτρηση της ανεργίας, αναδεικνύοντας τη σημασία των ορισμών των μετρήσεων και την πολυπλοκότητα της ταξινόμησης βασικών μεταβλητών που χρησιμοποιούνται στην κοινωνική έρευνα.Τεκμήριο Η ευρωπαϊκή ταυτότητα στην Ελλάδα: η σχέση με την εθνική ταυτότητα, μηχανισμοί σχηματισμού, προοπτικές(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2019) Λιανού, Μαρία Η.; Λελεδάκης, Κανάκης; Μαυρίδης, Ηρακλής; Σταυρακάκης, Γιάννης; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΣτην έρευνά μας μελετάμε τους μηχανισμούς συγκρότησης και λειτουργίας της ευρωπαϊκής ταυτότητας στην Ελλάδα, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην περίοδο της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Διαπιστώνουμε ότι η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει σημαντικά την ευρωπαϊκή ταυτότητα στην Ελλάδα και συντελεί στην αποδυνάμωσή της, ενώ παράλληλα ενισχύει την εθνική ταυτότητα. Ακολουθώντας τη μεθοδολογία της κριτικής ανάλυσης με αναφορά στη βιβλιογραφία, στο πρώτο μέρος επικεντρώνουμε στην εθνική ταυτότητα και εξετάζουμε τους βασικούς μηχανισμούς κατασκευής της σύγχρονης ελληνικής ταυτότητας. Στο δεύτερο μέρος η έρευνα εστιάζει στους μηχανισμούς σχηματισμού της ευρωπαϊκής ταυτότητας και αναλύονται κριτικά ευρωπαϊκές αλλά και ελληνικές έρευνες για την ευρωπαϊκή ταυτότητα των Ελλήνων. Επαληθεύουμε έτσι την υπόθεση εργασίας ότι η ευρωπαϊκή ταυτότητα στην Ελλάδα παραμένει σε χαμηλά επίπεδα και πρέπει να ενισχυθεί.Τεκμήριο Η κρίση της κοινωνικής ασφάλισης και η διαχείριση των διαθεσίμων των ασφαλιστικών ταμείων με τη χρήση νευρωνικών δικτύων: η περίπτωση του Ι.Κ.Α(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2016) Μέμος, Κωνσταντίνος Δ.; Ρομπόλης, Σάββας Γ.; Τασόπουλος, Αναστάσιος; Συμεωνάκη, Μαρία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΗ κοινωνική ασφάλιση κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών βρίσκεται στο επίκεντρο σοβαρών αμφισβητήσεων, εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων που διακρίνουν από πρώτη άποψη τη λειτουργία της. Τα προβλήματα αυτά εντοπίζονται κατά κύριο λόγο στην ύπαρξη των χρηματοοικονομικών ελλειμμάτων και συνακόλουθα στην παρεμπόδιση της ανάπτυξης του συγκεκριμένου θεσμού με τη βελτίωση κυρίως, του επιπέδου των παροχών του και του επιπέδου εξυπηρέτησης των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων. Το αντικείμενο της ερευνητικής εργασίας είναι η διερεύνηση του χαρακτήρα της κρίσης της κοινωνικής ασφάλισης, η επιδείνωση της κρίσης που επήλθε με την οικονομική κρίση και πώς η διαχείριση των διαθεσίμων περιουσιακών στοιχείων συνέβαλε στην επιδείνωση αυτής της κρίσης. Περίπτωση μελέτης αυτής της διερεύνησης αποτελεί το ΙΚΑ. Η διδακτορική διατριβή περιλαμβάνει την ιστορική εξέλιξη, τους σκοπούς και τα χαρακτηριστικά του Συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ) στην Ελλάδα. Επίσης μελετάται το ΙΚΑ, η εξέλιξη των αποθεματικών κεφαλαίων του ΣΚΑ, και η κρίση στην οποία είχε περιέλθει ο θεσμός πριν την οικονομική κρίση, καθώς επίσης και πώς η οικονομική κρίση επιδείνωσε την κρίση της Κοινωνικής Ασφάλισης στην Ελλάδα. Το ερευνητικό ενδιαφέρον αυτής της προσέγγισης συνίσταται στην ανάδειξη του ρόλου της αξιοποίησης των διαθεσίμων κεφαλαίων του ΣΚΑ, στην άμβλυνση ή όχι της χρηματοοικονομικής του κρίσης και στον περιορισμό ή όχι των ελλειμμάτων του. Γίνεται επισκόπηση της Κοινωνικής Ασφάλισης στην ΕΕ, παραθέτονται οι σύγχρονες εξελίξεις και επιχειρείται μία σύγκριση του ΣΚΑ της χώρας μας με χώρες της ΕΕ.\r\nΕπίσης, μελετάται η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του ΣΚΑ τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Πιο συγκεκριμένα, περιγράφεται το νομοθετικό πλαίσιο των επενδύσεων, η διαχείριση των κεφαλαίων των ασφαλιστικών ταμείων και πραγματοποιείται μια καταγραφή των περιουσιακών στοιχείων του Συστήματος καθώς και των αποδόσεων που επέφεραν. Τέλος, αναπτύσσεται ένα μοντέλο Τεχνητών Νευρωνικών Δικτύων για την αξιοποίηση της κινητής περιουσίας του ΣΚΑ και γίνεται σύγκριση με τις παραδοσιακές επενδυτικές επιλογές στην προοπτική διερεύνησης εναλλακτικών μορφών ορθολογικής και αποτελεσματικής αξιοποίησης των διαθεσίμων κεφαλαίων των ασφαλιστικών ταμείων. Το σημερινό καθεστώς αξιοποίησης των διαθεσίμων των ταμείων είναι, εκ του αποτελέσματος προβληματικό. Σε περιόδους οικονομικής κρίσης όχι μόνο δεν έχει διαφυλάξει την περιουσία των εργαζομένων αλλά είναι απλός παρατηρητής των οικονομικών εξελίξεων. Η αποτίμηση των διαθεσίμων, εμφανίζει μεγάλες απώλειες στα χαρτοφυλάκια των κινητών αξιών των ταμείων, που αν και λογιστική δεν διαφέρει πολύ από την πραγματική διότι δεν γνωρίζουμε πότε τα ταμεία θα επανακτήσουν τα ‘χαμένα’ και σε ποιο ποσοστό. Παράλληλα θα μπορούσαν εκτός από τη διασφάλιση του χαρτοφυλακίου να αποκομίσουν οφέλη από τις επενδύσεις των καταθέσεων. Η διαχείριση των διαθεσίμων σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσφέρει σημαντική χρηματοδοτική ενίσχυση στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (Στα 4 ευρώ έσοδα στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης των ανεπτυγμένων Κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το ένα ευρώ (1 ευρώ) προέρχεται από την αξιοποίηση των διαθεσίμων. Στην Ελλάδα στα τέσσερα ευρώ (4 ευρώ) έσοδα τα εννέα λεπτά προέρχονται από την αξιοποίηση των διαθεσίμων). Πιο συγκεκριμένα, θα εκτιμήσουμε τα αποτελέσματα της διαχείρισης που θα προκύψουν από την εφαρμογή των Τεχνητών Νευρωνικών Δικτύων στο μεγαλύτερο ασφαλιστικό φορέα το ΙΚΑ και θα συγκρίνουμε το επίπεδο της αποτελεσματικότητας με την υπάρχουσα κατάσταση. Τα προσδοκώμενα αποτελέσματα της μελέτης θα έχουν θετική επίδραση τόσο στη διαχείριση των διαθεσίμων του Οργανισμού, όσο και στη διαμόρφωση ενός νέου καθεστώτος διαχειριστικής πολιτικής. Προσδοκούμε επίσης την αναβάθμιση στο ρόλο της εταιρίας διαχείρισης των διαθεσίμων των ασφαλιστικών οργανισμών ΕΔΕΚΤ και ΑΕΔΑΚ, και επιπρόσθετα τη μετατροπή της διαχείρισης από αίτιο κρίσης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης σε αίτιο συμβολής στην αντιμετώπιση της κρίσης. Ο σκοπός της εκπόνησης της διδακτορικής διατριβής είναι κατά πόσο η χρήση Τεχνητών Νευρωνικών Δικτύων μπορεί να συμβάλει στην αποτελεσματική διαχείριση των διαθεσίμων του ασφαλιστικού Ταμείου του ΙΚΑ σε αντιδιαστολή με το σημερινό καθεστώς αξιοποίησης των διαθεσίμων κεφαλαίων. Για την επίτευξη της κεντρικής αυτής επιδίωξης και τον έλεγχο των υποθέσεων εργασίας της διατριβής, θα εφαρμοστεί η μέθοδος των Τεχνητών Νευρωνικών Δικτύων (ΤΝΔ). Πιο συγκεκριμένα θα χρησιμοποιηθεί ένα μοντέλο ΤΝΔ το οποίο προσανατολίζεται στη διαχείριση των ρευστών διαθεσίμων στου ΣΚΑ λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τους περιορισμούς της αξιοποίησης των αποθεματικών της Κοινωνικής Ασφάλισης. Στην κατεύθυνση αυτή θα κατασκευασθεί ένα μοντέλο του οποίου η αρχιτεκτονική δομή, η εκπαίδευση και οι επενδυτικοί κανόνες (trading rules) που θα το συνθέτουν θα στηρίζονται στη μεγιστοποίηση της απόδοση και την ελαχιστοποίηση του κινδύνου, την ασφάλεια των επενδυτικών τοποθετήσεων και την άμεση διασφάλιση του χαρτοφυλακίου σε περιπτώσεις στρέβλωσης της αγοράς. Η διατριβή ολοκληρώνεται με τη σύγκριση των αποτελεσμάτων των μεθόδων διαχείρισης , τη διατύπωση των αποτελεσμάτων που προέκυψαν και τις προτάσεις με σκοπό στη διαμόρφωση νέου καθεστώτος διαχειριστικής πολιτικής.Τεκμήριο Η μη-απόκριση στις δειγματοληπτικές έρευνες μεγάλης-κλίμακας(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2021) Τσουπαροπούλου, Εύα Σ.; Μιχαλοπούλου, Καίτη; Συμεωνάκη, Μαρία; Richardson, Clive; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΗ ανάγκη για διαρκώς καλύτερης ποιότητας συγκρίσιμα διεθνή δειγματοληπτικά κοινωνικά δεδομένα είναι χωρίς τέλος. Όσο οι δείκτες απόκρισης μειώνονται διαχρονικά, ο κίνδυνος η μεροληψία της μη-απόκρισης να επηρεάζει τις εκτιμήσεις της εκάστοτε έρευνας είναι υπαρκτός. Οι συνηθέστεροι τρόποι προσέγγισης στη βιβλιογραφία της μη-απόκρισης είναι: η σύγκριση των χαρακτηριστικών διαφορετικών τύπων ερωτώμενων, οι επαναληπτικές επισκέψεις ως πρακτική αύξησης της απόκρισης και οι δείκτες απόκρισης. Όμως, η μελέτη της μη-απόκρισης προϋποθέτει τη συλλογή σχετικών δεδομένων κάτι που λίγες έρευνες πραγματοποιούν με μια από αυτές να είναι η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα (European Social Survey, εφεξής ESS). Προκειμένου να αποτιμηθεί η σημασία του ζητήματος της μη-απόκρισης στα δεδομένα δειγματοληπτικών ερευνών μεγάλης-κλίμακας, η πρωτοτυπία της παρούσας διατριβής έγκειται στο ότι διερευνάται, για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία, η ύπαρξη (ή μη) διαφορών στο δημογραφικό «προφίλ» αποκρινόμενων, αρνούμενων και απρόθυμων αποκρινόμενων. Επιπλέον, μελετάται και το κοινωνικοπολιτικό «προφίλ» των αποκρινόμενων και απρόθυμων αποκρινόμενων. Αποτιμάται η μέθοδος των επαναληπτικών επισκέψεων, προτείνεται ένας δείκτης μέτρησης της μεταστροφής της άρνησης (Converted Refusals Rate, εφεξής CRR) και διερευνάται η συμβολή των επαναληπτικών επισκέψεων στον εν λόγω δείκτη. Τέλος, ο δείκτης απόκρισης που εφαρμόζεται από την ESS αξιολογείται βάσει των ορισμών του Kish. Η ανάλυση βασίστηκε στα δεδομένα των οκτώ πρώτων γύρων (2002-2016) διεξαγωγής της ESS για τις εξής 11 χώρες: Βέλγιο, Γερμανία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Πολωνία, Σλοβενία, Σουηδία, Φινλανδία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές για το φύλο και την ηλικία μεταξύ αποκρινόμενων, αρνούμενων και απρόθυμων αποκρινόμενων σε όλες τις χώρες για τουλάχιστον έναν γύρο. Οι απρόθυμοι αποκρινόμενοι διαφέρουν στατιστικά σημαντικά από τους αποκρινόμενους και είναι κυρίως γυναίκες, μεγαλύτερης κατά μέσο όρο ηλικίας, με λιγότερα συμπληρωμένα έτη τυπικής εκπαίδευσης, υψηλότερο αίσθημα θρησκευτικής πίστης, μικρότερο μέσο οικογενειακό εισόδημα, διαφορετικού βαθμού αστικότητας της μόνιμης κατοικίας τους, με μικρότερη κοινωνική και πολιτική εμπιστοσύνη, λιγότερο ενδιαφέρον για την πολιτική, οι οποίες δεν προσφέρουν στον ίδιο βαθμό ενεργή εθελοντική εργασία αλλά απέχουν σε μικρότερο ποσοστό από την άσκηση των εκλογικών τους δικαιωμάτων. Όσον αφορά τον αριθμό των επαναληπτικών επισκέψεων, οι περισσότερες χώρες υιοθετούν τις 4 ή 5 ως ελάχιστο αριθμό επισκέψεων. Οι τιμές του δείκτη CRR κυμαίνονται από 8,72% έως 25,73% ενώ η συμβολή των επαναληπτικών επισκέψεων στους αρνούμενους μετά τις δύο επαναληπτικές επισκέψεις δεν ξεπερνά στην πλειονότητα των χωρών το 1%. Τέλος, η σύγκριση του επίσημου δείκτη απόκρισης της ESS με τον κατασκευασμένο δείκτη σύμφωνα με τον Kish ανέδειξε την ύπαρξη στατιστικά σημαντικών διαφορών για το σύνολο των 11 χωρών με τις Γερμανία, Ισπανία, Πολωνία, Σλοβενία να έχουν συστηματικά τις μεγαλύτερες αποκλίσεις (1,01- 7,91%). Παρά τις όποιες προσπάθειες γίνονται για την αντιμετώπιση του ζητήματος της μη-απόκρισης από την ESS που αποτελεί παράδειγμα αξιόπιστης δειγματοληπτικής έρευνας μεγάλης κλίμακας με αυστηρά πρωτόκολλα συγκρισιμότητας, στα δεδομένα της διαπιστώνονται ενδείξεις για την ύπαρξη μεροληψίας. Γεγονός που υποδεικνύει πως το πρόβλημα της μη-απόκρισης θα συνεχίσει να απασχολεί τη διεθνή βιβλιογραφία. Αυτή η μεθοδολογική μελέτη ευελπιστεί να συμβάλει στο διαρκώς αναπτυσσόμενο πεδίο των δειγματοληπτικών ερευνών μεγάλης-κλίμακας συζητώντας ζητήματα περαιτέρω διασφάλισης της ποιότητας συλλογής διεθνών συγκρίσιμων δεδομένων. Τα αποτελέσματά της μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα στην επιστημονική κοινότητα καθώς επιβεβαιώνουν τη σημασία του προβλήματος της μη-απόκρισης στην σύγχρονη κοινωνική έρευνα και των πρακτικών που υιοθετούνται στο πεδίο να την αντιμετωπίσουν επαρκώς. Ενώ επιπλέον το νέο επιστημονικό εργαλείο που προτείνεται μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από άλλους επιστήμονες σε οποιαδήποτε δειγματοληπτική έρευνα που καταγράφει τις αρνήσεις της.Τεκμήριο Η νοσηλευτική πράξη στη μονάδα εντατικής θεραπείας: λήψη κλινικών αποφάσεων και σχέσεις εξουσίας(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2021) Παρισσόπουλος, Στυλιανός Α.; Παπαγαρουφάλη, Ελένη; Αθανασίου, Αθηνά; Μακρυνιώτη, Δήμητρα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΑνθρωπολογίαςΣτην παρούσα διδακτορική διατριβή μελετώ εκ των έσω τον κοινωνικό κόσμο της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) σε γενικό νοσοκομείο της Αθήνας, και διερευνώ το είδος νοσηλευτικής πράξης που παράγεται από τους νοσηλευτές και τις νοσηλεύτριες μέσα σε αυτόν τον «μεταβατικό» και «μετέωρο» για τους βαρέως πάσχοντες ασθενείς κόσμο. Η έρευνά μου εστιάζει στους τελετουργικούς ή άλλους τρόπους με τους οποίους οι νοσηλευτές/τριες ΜΕΘ επιχειρούν να συμμετέχουν, έστω άτυπα, στη λήψη κλινικών αποφάσεων που αποτελεί επί το πλείστον τομέα ευθύνης των ιατρών, καθότι θεωρούνται οι κατεξοχήν φορείς επιστημονικής γνώσης. Πιο συγκεκριμένα, συζητώ κριτικά τις σχέσεις εξουσίας στις οποίες οι συμμετέχοντες/ουσες στη μελέτη συγκροτούνται ως υποκείμενα, καθώς και το είδος των σημασιών, νοημάτων και ταυτοτήτων που ανακύπτουν στο πολιτισμικό έθος της Εντατικής. Πρόκειται για εθνογραφική έρευνα, η οποία εμπίπτει στο πεδίο της κριτικής ιατρικής ανθρωπολογίας και της φαινομενολογίας. Η συλλογή και ερμηνεία των δεδομένων έγινε μέσω μακροχρόνιας συμμετοχικής παρατήρησης στη ΜΕΘ και μέσω ημι-δομημένων εις βάθος συνεντεύξεων με είκοσι (20) πληροφορητές/ριες. Οι συνεντεύξεις διεξήχθησαν επί το πλείστον με έμπειρους/ες νοσηλευτές/ριες εντός και εκτός εθνογραφικού παραδείγματος. Υποστηρίζω ότι αν και η «ρουτίνα», δηλαδή ο αυστηρός χρονικός προγραμματισμός εργασιών και φροντίδας στη ΜΕΘ, συνιστά τεχνολογία πειθαρχίας και μηχανισμό (αυτο-)ελέγχου και (αυτο-)επιτήρησης του προσωπικού, το «ξεχωριστό» από το υπόλοιπο νοσοκομείο επιστημονικό και πολιτισμικό έθος της Εντατικής ενεργοποιεί στο μέγιστο έναν λόγο φροντίδας και γνώσεων εκ μέρους των έμπειρων νοσηλευτών/ριών, που με τη σειρά του παράγει νοσηλευτική πράξη επιστημονικά και πολιτισμικά κατάλληλη για τους ασθενείς της. Για παράδειγμα, εξετάζω την αυστηρώς χορογραφημένη πρακτική του πρωινού «στρωσίματος» των αρρώστων και υποστηρίζω ότι η παρεξηγημένη «λάτρα» του σώματος του ασθενούς παρουσιάζει τρία χαρακτηριστικά ή ιδιότητες: φέρνει το/τη νοσηλευτή/ρια πιο κοντά στον ασθενή του και σε απόλυτη εναρμόνιση με τις κλινικές του ανάγκες και κατάσταση υγείας· δημιουργεί μια «ζώνη» ιδιωτικότητας όπου οι συμμετέχοντες/ουσες μοιράζονται μεταξύ τους και με τους ασθενείς τους βιώματα και συναισθήματα σε συνθήκες ασφάλειας· και επιβεβαιώνει, τελετουργικά, την κυριαρχία της ιατρικής επιστήμης μέσω της τεχνικής της «απολύμανσης» και της απομάκρυνσης της μιαρότητας. Η ανάλυση των συνεντεύξεων έδειξε ότι οι συμμετέχοντες/ουσες αναπτύσσουν πολυαισθητηριακή σωματική σχέση φροντίδας με τους ασθενείς τους η οποία χαρακτηρίζεται από σχέσεις «εγγύτητας» με τον ασθενή, υψηλό αίσθημα ευθύνης προς τον ασθενή και ενσυναίσθησης του πόνου του, αλλά και από ικανότητα αξιοποίησης των όποιων εργαλείων φροντίδας και θεραπείας διαθέτουν. Η επιτόπια έρευνα έδειξε ότι οι νοσηλευτές/ριες ΜΕΘ συγκροτούνται ως δια-σωματικοί φορείς Εντατικής θεραπείας και νοσηλευτικής πράξης, ως τα «αυτιά» και τα «μάτια» των γιατρών και των ασθενών στις πτέρυγες, ως διαμεσολαβητές/ριες μεταξύ του ασθενούς και της τεχνολογίας ΜΕΘ που τον καθιστά «κρυστάλλινο», ως οι «παλιοί/ές» κατά την ετεροτοπία της μεταξύ τους προφορικής «παράδοσης» των περιστατικών, ως ορατοί/ές διαπραγματευτές/ριες φροντίδας και θεραπείας στο επείγον και κρίσιμο περιστατικό. Παρ’ όλα αυτά, συγκροτούνται και ως αόρατοι/ες, ή ορατοί/ές απόντες/απούσες από την επίσκεψη των γιατρών όπου λαμβάνονται οι κλινικές αποφάσεις. Συμπερασματικά, οι νοσηλευτές/ριες ΜΕΘ με τον δικό τους σωματικό τρόπο διαχειρίζονται τις σχέσεις εξουσίας στην Εντατική και, κάνοντας χρήση της ειδικής γνώσης που κατέχουν, ενισχύουν λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένα τη διαπραγματευτική τους δύναμη στις σχέσεις τους με τους/τις γιατρούς. Όμως, ενώ καθίστανται όλο και περισσότερο «ορατοί» και «ορατές», μέσα από τη σχέση φροντίδας που εδραιώνουν με τους ασθενείς τους, οι ίδιοι/ες, ως φορείς κλινικών αποφάσεων που λαμβάνονται άτυπα και στο περιθώριο, συνεχίζουν να είναι αόρατοι και αόρατες, να απουσιάζουν από τον επίσημο λόγο και τα «επίσημα» κέντρα λήψης αποφάσεων που αφορούν στη διαχείριση των περιστατικών τους στο Ελληνικό εθνογραφικό παράδειγμα. Το τελευταίο εύρημα συνιστά και σημαντική διαφοροποίηση από τις αντίστοιχες μελέτες σε ΜΕΘ του εξωτερικού.Τεκμήριο Η οργάνωση, η φύση και η λειτουργία του συνδικαλιστικού φαινομένου στα σώματα ασφαλείας(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2008-09) Τήκος, Ευστάθιος Π.; Ρομπόλης, Σάββας Γ.Τεκμήριο Η πολιτιστική πολιτική των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ως παράγοντας περιφερειακής και κοινωνικής ανάπτυξης: η περίπτωση του Δήμου Ξάνθης(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Παπάζογλου, Γραμματική Σ.; Μωυσίδης, Αντώνης; Ανθοπούλου, Θεοδοσία; Σκαρπέλος, Ιωάννης Π.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςH διατριβή μελετά την πολιτιστική πολιτική των ΟΤΑ α΄ βαθμού και τον ρόλο της στην κοινωνική και περιφερειακή ανάπτυξη, όπως αυτή αναδύεται μέσα από την πολιτιστική πολιτική του Δήμου Ξάνθης. Σκοπός της διατριβής είναι η συμβολή της στην μελέτη και έρευνα της οργάνωσης των πολιτιστικών δραστηριοτήτων των Δήμων στην Ελλάδα, με την ανάδειξη γεγονότων, μεταβολών και προβληματισμών πάνω σε πολιτιστικά ζητήματα με οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, χωροταξικές και περιφερειακές διαστάσεις. Με αφετηρία την πεποίθηση ότι το τοπικό συνιστά μερική έκφραση του γενικού, η έρευνα της διαδικασίας πολιτιστικής ανάπτυξης της Ξάνθης παρουσιάζει ενδιαφέρον ως βασικό στοιχείο ενός γενικότερου ιστού που δομεί την πολιτιστική εικόνα της χώρας. Έτσι, η τοπική πολιτιστική ανάπτυξη αποτελεί ουσιαστική διάσταση της εθνικής ανάπτυξης. Στην εμπειρική έρευνα αξιοποιήθηκαν τα εργαλεία της ποιοτικής και ποσοτικής ανάλυσης, οι αρχές της επιστήμης της κοινωνικής πολιτικής, της περιφερειακής ανάπτυξης, της επικοινωνίας, των πολιτισμικών σπουδών, καθώς και η σχετική βιβλιογραφία, προκειμένου να καταστούν δυνατά: i. Η εξέταση της βιώσιμης περιφερειακής ανάπτυξης και της αστικής αναζωογόνησης και πως αυτή μπορεί να υλοποιηθεί με πολιτιστικές δράσεις, ii. Η προσέγγιση της ευρωπαϊκής εμπειρίας και η ανάδειξη πετυχημένων παραδειγμάτων δήμων, iii. Η έρευνα της πολιτιστικής πολιτικής του Δήμου Ξάνθης και iv. Η διερεύνηση πολιτισμικών πολιτικών και εργαλείων δράσης με κοινωνικοοικονομικά οφέλη, ώστε να αποτελέσει ο Δήμος τον κοινό τόπο όλων των προσπαθειών τοπικής ανάπτυξης και κοινωνικής προόδου σε περιφερειακό επίπεδο. Το θεωρητικό πλαίσιο που αναπτύχθηκε στη διατριβή εφαρμόστηκε και συγκεκριμενοποιήθηκε μέσω μιας εμπειρικής έρευνας σ΄ ένα Δήμο της Βόρειας Ελλάδας, στη Θράκη, τον Δήμο της Ξάνθης, μια περιοχή με πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά, όπου τα έθιμα και οι λαϊκές πολιτισμικές εκφράσεις όχι μόνο επιβιώνουν, αλλά και αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία της ζωής των κατοίκων, ενώ η ύπαρξή τους ανάγεται σε μια μακραίωνη παράδοση. Η πολιτιστική αυτή ιδιαιτερότητα είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων (ιστορικών, γεωγραφικών, κοινωνικών κ.ά.), οι οποίοι καθιστούν την περιοχή προνομιακό χώρο για την επιστημονική έρευνα. Η παρούσα διατριβή θα μπορούσε να αποτελέσει την αφορμή για την ανάπτυξη γόνιμου και εποικοδομητικού προβληματισμού, σχετικού με το ρόλο της πολιτιστικής πολιτικής της Τ.Α. στο πεδίο της κοινωνικής και περιφερειακής ανάπτυξης. Τα ζητήματα που τίθενται εδώ συμβάλλουν στην επιστημονική έρευνα και τον επιστημονικό διάλογο, ενώ αναδεικνύουν τον ρόλο του Δήμου, ως ενεργού πολιτιστικού πόρου, με μια πολιτιστική ταυτότητα στην Ευρώπη των Περιφερειών διακριτή.
- «
- 1 (current)
- 2
- 3
- »