Ακαδημαϊκό αποθετήριο
Μόνιμο URI για αυτήν την κοινότηταhttps://beta-pandemos.panteion.gr/handle/123456789/1
Νέα
Αυτή είναι η κοινότητα από το παλιό σύστημα με ID:cid:16
Περιηγούμαι
Πλοήγηση Ακαδημαϊκό αποθετήριο ανά Ημερομηνία έκδοσης
Τώρα δείχνει 1 - 20 από 7131
- Αποτελέσματα ανά σελίδα
- Επιλογές ταξινόμησης
Τεκμήριο Θεωρία και συγκυρία(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 04-04-2014) Πεσμαζόγλου, ΣτέφανοςΤεκμήριο Συγκριτική μελέτη Ελλήνων και Χιλιανών πολιτικών προσφύγων στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 01/02/2022) Βογιατζής, Γεώργιος Δ.; Παπαδημητρίου, Δέσποινα I.; Γεωργιάδου, Βασιλική; Στεργίου, Ανδρέας; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και ΙστορίαςΗ παρούσα μελέτη ερευνά το ευαίσθητο θέμα των μετακινήσεων ορισμένων πολιτικά ενεργών ομάδων στο πλαίσιο των πολιτικών εντάσεων που έλαβαν χώρα στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Στην προκείμενη περίπτωση, η έρευνα αυτή μελετά τις περιπτώσεις των Ελλήνων και Χιλιανών μελών/ οπαδών της Αριστεράς, οι οποίοι μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949) και μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του Πινοσέτ (1973) βρήκαν καταφύγιο στην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, κατά κόσμον Ανατολική Γερμανία. Στη συγκεκριμένη έρευνα θα εξεταστεί η πολιτική ασύλου, η άφιξη των 2 διαφορετικών εθνικών ομάδων στη ΛΔΓ και η καθημερινότητα τους στην σοσιαλιστική Γερμανία. Επιπλέον, θα γίνει μνεία στις σχέσεις του SED με τα φιλοξενούμενα κόμματα και στα εγχειρήματα της κοινωνικής ενσωμάτωσης και διατήρησης της εθνικής ταυτότητας της κάθε ομάδας. Τέλος θα παρατεθούν οι 2 περιπτώσεις, προκειμένου να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα σχετικά με τη διαφοροποίηση των πολιτικών προσφύγων από τον γηγενή πληθυσμό και το πως διέφεραν μεταξύ τους και από τους υπόλοιπους αλλοδαπούς της ΛΔΓ.Τεκμήριο Στρατός και εθνικό ζήτημα στην Ελλάδα 1880 - 1909: από την αναδιοργάνωση στην παρέμβαση(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 01/04/2016) Παντουβάκης, Μιχαήλ Μ.; Λούβη, Ευαγγελία; Παπαγεωργίου, Στέφανος Π., 1951-; Ροτζώκος, Νίκος Β.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και ΙστορίαςΗ διατριβή πραγματεύεται την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού στρατού που επιχειρήθηκαν την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από τον Χαρίλαο Τρικούπη και συνεχίστηκαν από τις επόμενες κυβερνήσεις έως το κίνημα στο Γουδί. Στόχος της είναι να διερευνήσει τους λόγους και τους μηχανισμούς μέσα από τους οποίους ο έως τότε ανίσχυρος και δέσμιος των πελατειακών σχέσεων ελληνικός στρατός, κατάφερε σε διάστημα τριών δεκαετιών να αμφισβητήσει την πολιτική εξουσία και να παρέμβει δυναμικά στην πολιτική ζωή της χώρας. Παράλληλα, επιχειρεί να αναδείξει την επιρροή του αλυτρωτισμού στους έλληνες στρατιωτικούς αυτή την κρίσιμη περίοδο για το εθνικό ζήτημα, δίνοντας έμφαση στον τρόπο με τον οποίο οι ίδιοι οι αξιωματικοί αντιλαμβάνονταν τα ρόλο τους απέναντι στη Μεγάλη Ιδέα. Να μελετήσει τις ιδιωτικές, ατομικές ή συλλογικές, πρωτοβουλίες για ένοπλη δράση και να καταγράψει την αλληλεπίδραση ανάμεσα στους στρατιωτικούς και την πολιτική εξουσία. Επιχειρεί, τέλος, να απαντήσει σε ερωτήματα που περιστρέφονται γύρω από την ίδια τη διαδικασία ανασυγκρότησης του στρατού (τους λόγους που οδήγησαν την πολιτική εξουσία σε αυτήν την επιλογή, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε και τους σχεδιασμούς που υπήρχαν για την πραγματοποίησή της), τα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα αποτελέσματά της, καθώς και τις ενέργειες μέσα από τις οποίες ο στρατός άρχισε να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες προκειμένου να παίξει ενεργό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή. Βασικό συμπέρασμα της διατριβής αποτελεί το ότι η τριακονταετής πορεία της ανασυγκρότησής του επέτρεψε στον ελληνικό στρατό, όχι μόνο να βελτιώσει την εικόνα του, αλλά και να αποκτήσει τέτοια εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του, ώστε με αφετηρία το κίνημα στο Γουδί να αρχίσει να αμφισβητεί συστηματικά την πολιτική εξουσία καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του 20ου αιώνα.Τεκμήριο Η διαμόρφωση του ευρωπαϊκού χώρου ανώτατης εκπαίδευσης: η περίπτωση των Ελληνικών Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ)(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 01/12/2014) Σταμούλης, Σπυρίδων Π.; Πασσάς, Αργύρης Γ.; Φουντεδάκη, Πηνελόπη Ν.; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών ΣπουδώνΖητούμενο για την παρούσα διατριβή αποτελεί η κατανόηση της ενοποιητικής διαδικασίας στον τομέα της εκπαιδευτικής πολιτικής. Αυτή η διαδικασία δεν εξελίσσεται αυτόνομα από τα κράτη-μέλη, αφού η ΕΕ επιφυλάσσει για αυτά κεντρική θέση στο ενωσιακό οικοδόμημα. Για το λόγο αυτό στα ερωτήματα συμπεριλαμβάνονται και οι πολιτικές που αναπτύσσονται στην Ελλάδα για τα ελληνικά Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ). Στο ευρωπαϊκό επίπεδο η εκπαιδευτική πολιτική εξελίσσεται ιστορικά μέσα από τον προωθητικό ρόλο του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και διαχρονικά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η εξέλιξη των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εκπαίδευση και την κατάρτιση, όπως και η διαδικασία της Μπολόνιας, επιβεβαιώνουν την ιστορική νεο-θεσμική προσέγγιση. Πολλές φορές τα κράτη-μέλη, παρά το γεγονός ότι αποφασίζουν με κύριο γνώμονα τα συμφέροντά τους, υφίστανται τις συνέπειες της αυτόνομης δράσης των ευρωπαϊκών θεσμών, την οποία δεν μπορούν να απομονώσουν ούτε να περιορίσουν. Άρα οι ευρωπαϊκές πολιτικές, ανεξάρτητα αν έχουν αφετηρία το ενωσιακό σύστημα ή δανείζονται ένα μέρος του, διαμορφώνουν την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων των κρατών-μελών στον τομέα της εκπαίδευσης και ειδικά στην ελληνική περίπτωση στα ΤΕΙ. Από τη συλλογή και μελέτη του πραγματολογικού υλικού της παρούσας διατριβής προκύπτει ότι αυτές οι επιδράσεις αποκάλυψαν τις αδυναμίες των ΤΕΙ και δημιούργησαν ερεθίσματα και πιέσεις για αλλαγές με σκοπό τον εκσυγχρονισμό του θεσμού, που τελικά οδήγησαν στην ένταξή τους στην ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση. Αυτό ωστόσο δεν συνεπάγεται ότι μεταβάλλεται ο τρόπος παραγωγής των πολιτικών. Το ελληνικό κράτος ακόμη και σήμερα αδυνατεί να κατανοήσει τις επιδράσεις και λειτουργίες του ευρωπαϊκού θεσμικού και πολιτικού συστήματος σε όλες του τις διαστάσεις. Ως εκ τούτου παράγει πολιτικές με ένα αντιδραστικό τρόπο (reactive policy style), χωρίς να διαβουλεύεται (consensus relationship) επαρκώς με την ακαδημαϊκή κοινότητα και τους φορείς της. Ταυτόχρονα εμφανίζεται να είναι και ανίσχυρο (weak state), αφού πρώτον δεν καταφέρνει να επιβάλει τη θέλησή του (imposition relationship) στα οργανωμένα συμφέροντα και δεύτερον να υλοποιήσει τις πολιτικές του στην πράξη μέσα από την καθημερινή λειτουργία των ιδρυμάτων. Τα ΤΕΙ, παρά τη θετική τους συνεισφορά στην πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας, ακόμη και σήμερα αποτελούν εναλλακτική μόνο επιλογή για σπουδές στην ελληνική Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Την ευθύνη για αυτή την εξέλιξη έχει το ελληνικό πολιτικό σύστημα και ειδικότερα τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, που χρησιμοποίησαν τα ΤΕΙ για να συντηρήσουν και να ενισχύσουν τις «οριζόντιες» και «κάθετες» πελατειακές σχέσεις. Το ελληνικό κράτος θεωρεί το θεσμό των ΤΕΙ υποδεέστερο αυτών των Πανεπιστημίων και είναι αμφίβολο αν δέχεται τη χρησιμότητα του. Ωστόσο εξαιτίας του βραχυπρόθεσμου τρόπου που λειτουργεί, αδυνατεί να υπολογίσει τις συνέπειες που μπορεί να έχει μια δραστική αλλαγή και για το λόγο αυτό επιλέγει εμβαλωματικές λύσεις.Τεκμήριο Πράσινη ανάπτυξη και βιωσιμότητα: οι έννοιες της κυκλικής οικονομίας και της βιοοικονομίας(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 02/02/2016) Μουρτεζάς, Κωνσταντίνος Γ.; Τσάλτας, Γρηγόρης Ι., 1950-; Μαυρογένης, Σταύρος; Μπούρτζης, Τηλέμαχος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών ΣπουδώνΗ παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται τη σχέση μεταξύ της πράσινης ανάπτυξης και της βιωσιμότητας. Η εφαρμογή της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης, όπως αυτή καθιερώθηκε από τις διεθνείς συνδιασκέψεις των Ηνωμένων Εθνών, δεν έχει έως τώρα καταφέρει να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των κυριότερων παγκόσμιων προκλήσεων, όπως η εξάλειψη της φτώχειας και η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Η διεθνής κοινότητα, σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης της περιόδου 2008 - 2010, προσπάθησε να δημιουργήσει το πλαίσιο που θα συνδύαζε την αύξηση της οικονομικής μεγέθυνσης με την αποφυγή της υποβάθμισης του περιβάλλοντος, μέσω της πράσινης ανάπτυξης. Αρωγοί στη συγκεκριμένη προσπάθεια είναι και οι έννοιες της κυκλικής οικονομίας και της βιοοικονομίας, οι οποίες προωθούν τη μεγέθυνση της οικονομίας με πρακτικές που δεν παράγουν απορρίμματα και εκπομπές αερίων. Στην εργασία, αρχικώς, εξετάζονται οι προαναφερθείσες έννοιες και η σχέση τους με τη βιωσιμότητα, καθώς και το διεθνές και ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο και οι στρατηγικές που τις προωθούν, προκειμένου να καταστούν κυρίαρχες στο διεθνή αναπτυξιακό διάλογο. Τέλος, προς απόδειξη της ευεργετικής εφαρμογής της πράσινης ανάπτυξης, παρατίθενται οι περιπτώσεις της Κόστα Ρίκα και της Σουηδίας. Οι δύο αυτές χώρες, έχοντας υιοθετήσει πράσινες πολιτικές, καταδεικνύουν πως, εφόσον υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση, η πράσινη ανάπτυξη είναι δυνατό να αποτελέσει το εναλλακτικό μονοπάτι για τη βιώσιμη ανάπτυξη, με εντυπωσιακά αποτελέσματα για την οικονομική μεγέθυνση και την προστασία του περιβάλλοντος.Τεκμήριο Το δικαίωμα της προηγούμενης ακροάσεως στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 200) Φίλη, Σταυρούλα; Φουντεδάκη, ΠινελόπηΤεκμήριο Μια ανάλυση των θεωρητικών και ιδεολογικών πλαισίων της μεταρρύθμισης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: η περίπτωση του Νόμου - πλαίσιο 4009/2011(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 03/07/2014) Αλεξανδρή, Παναγιώτα Ι.; Μαυρίδης, Ηρακλής; Σακελλαρόπουλος, Σπύρος, 1967-; Πρόκου, Ελένη; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής ΠολιτικήςΟ στόχος της διπλωματικής εργασίας είναι να εξετάσουμε και να αναλύσουμε τις θεωρητικές και ιδεολογικές βάσεις στις οποίες στηρίχθηκε η πρόσφατη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και από την άλλη μεριά να αναφερθούμε συγκεκριμένα στο πρόσφατο Νόμο – πλαίσιο για την παιδεία και τις ανατροπές που πρόκειται να φέρει. Πιο συγκεκριμένα, στην πρώτη περίπτωση θα εξετάσουμε με βάση ποια ιδεολογική στρατηγική και ποιες ευρύτερες θεωρητικές αντιλήψεις μετατρέπεται ένα δημόσιο αγαθό, στην προκειμένη περίπτωση τα Α.Ε.Ι και τα Τ.Ε.Ι., σταδιακά σε ιδιωτικό (ενστερνίζεται τις λογικές της αγοράς) και εν συνεχεία πώς αυτή η λογική που ακολουθείται, αποτυπώνεται στο Νόμο μέσω των συγκεκριμένων αλλαγών που αυτός επιφέρει. Στην προσπάθεια αυτή τα μεθοδολογικά εργαλεία τα οποία θα χρησιμοποιηθούν προέρχονται από το χώρο της θεωρίας της ιδεολογίας, της πολιτικής θεωρίας και της κριτικής ανάλυσης λόγου. Θα πρέπει δηλαδή να εξετάσουμε το θεωρητικό - ιδεολογικό υπόβαθρο των προτάσεων αυτών (Νόμος 4009/2011) και των σημαντικών ανατροπών που φέρνουν στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αλλαγών το οποίο αφορά συνολικά την αντίληψη των δημόσιων αγαθών και της διαχείρισής τους στην παρούσα φάση της ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα και αλλού.Τεκμήριο Απόπειρες "κατασκευής" της συλλογικής δράσης μέσω του έντυπου λόγου: το παράδειγμα του Δεκέμβρη του 2008 μέσα από τις εφημερίδες "Ελευθεροτυπία" και "Η Καθημερινή"(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 03/12/2013) Σεραφής, Δημήτριος, Στ.; Ψύλλα,Μαριάννα; Ρήγος,Άλκης; Αρχάκης,Αργύρης; Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και ΙστορίαςΟ Δεκέμβρης του 2008 αποτέλεσε μια μη ομαλή κοινωνιοπολιτική περίοδο που κατάφερε σε σύντομο χρονικό διάστημα να αναπλαισιώσει χρόνια παγιωμένες αντιλήψεις, συγκροτώντας κι ένα δημόσιο χώρο -αλλεπάλληλων λεκτικών ανταλλαγών- πλήρως καθορισμένο από τις τότε ισχύουσες, μη κανονικές κοινωνιοπολιτικές συνθήκες. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η μελέτη του λόγου των εφημερίδων Ελευθεροτυπία και Η Καθημερινή, όπως αυτός συγκροτείται μέσω των σημειωτικών επιλογών στα πρωτοσέλιδά τους, την περίοδο 8-22/12/2008. Η επιλογή των εφημερίδων γίνεται με κριτήριο ότι αποτελούν πανελλαδικής εμβέλειας, υψηλής, καθημερινής κυκλοφορίας, ποιοτικές εφημερίδες, έχουν όμως διαφορετικό ιδεολογικό προσανατολισμό. Η διαμεσολάβηση ενός γεγονότος από τα μέσα επικοινωνίας δημιουργεί μια νέα διάσταση του γεγονότος, μια νέα σχέση επικοινωνίας και κοινωνικότητας. Μέσω του λόγου τους, οι εφημερίδες επιχειρούν την ‘κατασκευή’ της πραγματικότητας των ημερών, ανάλογα με τις ιδεολογικοπολιτικές προκείμενές τους και τις σχέσεις εξουσίας στις οποίες εμπλέκονται στα πλαίσια του δημόσιου χώρου. Στόχος μας, μέσω της συγκρότησης ενός κριτικού, θεωρητικού, μεθοδολογικού και αναλυτικού πλαισίου που εστιάζει, με διεπιστημονικό τρόπο, στη μελέτη του έντυπου λόγου, να αναδειχθεί: α) η απόπειρα των δύο εφημερίδων να “κατασκευάσουν” την πραγματικότητα του Δεκέμβρη του 2008, μέσω της λεκτικής εκφοράς τους, β) η απόπειρά τους να νομιμοποιήσουν, κατά αυτόν τον τρόπο την ιδεολογικοπολιτική κατεύθυνση υπό την οποία εκφέρουν λόγο και γ) η απόπειρά τους να διαμορφώσουν μέσω των δύο παραπάνω, νέους κοινωνικούς συσχετισμούς και (δι’ αυτών), να αποκλείσουν την αντίπαλη λεκτική τοποθέτηση στο πλαίσιο των σχέσεων εξουσίας που αναπτύσσονται μέσω της δράσης του ενός Μέσου πάνω στο άλλο και να επιτύχουν την ηγεμονία της αντίληψής τους –αλλά και των συμφερόντων που εκπροσωπούν- στον ευρύτερο δημόσιο χώρο και στην πολιτική αντιπαράθεση που διεξάγεται στο πλαίσιό του.Τεκμήριο Ο εσωτερικός έλεγχος της διοίκησης: οι διοικητικές προσφυγές στην ελληνική έννομη τάξη(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 04/12/2015) Βλαστέλλης, Αναστάσιος Ε.; Μαρκαντωνάτου-Σκαλτσά,Ανδρομάχη; Παπαγρηγορίου,Βλασιος; Παπασπύρου,Βασιλική; Τμήμα Δημόσιας ΔιοίκησηςO εσωτερικός έλεγχος ή αυτοέλεγχος της διοίκησης δύναται να αποδοθεί σε δύο λόγους: α) Στην ανάγκη ταχείας και κατάλληλης οριστικής διευθέτησης των διοικητικών διαφορών, δηλ. διαφορών που προκύπτουν μεταξύ της Δημόσιας Διοίκησης και των πολιτών και β) στην προσπάθεια αποφυγής μακροχρόνιων και δαπανηρών δικαστικών αγώνων σε βάρος των πολιτών. Οι διοικητικές προσφυγές και ιδιαίτερα οι άτυπες, που αποτελούν τη σημαντικότερη έκφανση του δικαιώματος της αναφοράς, έχουν πέραν του λόγου του εσωτερικού ελέγχου της διοικήσεως που αποσκοπούν, και έναν ακόμα πρόσθετο λόγο χρησιμότητας. Ότι δηλαδή, ο διοικούμενος, εκτός από την διερεύνηση της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων που ενεργεί με την άσκηση διοικητικής προσφυγής, είναι επιπλέον δυνατόν να πεισθεί για την νομιμότητα των πράξεων της διοικήσεως και να παραιτηθεί από την προσπάθεια να τις ανατρέψει μέσω της δικαστικής οδού, πράγμα βέβαια, που συμβάλλει στην εύρυθμη απόδοση της δικαιοσύνης.Τεκμήριο Η αρχή προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 04/12/2015) Μαυροβουνιώτης, Νικόλαος Γ.; Μαρκαντωνάτου-Σκάλτσα, Ανδρομάχη; Παπαγρηγορίου, Βλάσιος Ι.; Παπασπύρου, Βασιλική; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δημόσιας ΔιοίκησηςΗ αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης θεμελιώνεται στο σύγχρονο δίκαιο στη βάση της αναγκαιότητας μιας διαρκούς προστασίας της πεποίθησης των πολιτών, οι οποίοι εύλογα και δικαιολογημένα θεώρησαν ότι μια νομική κατάσταση που δημιουργήθηκε, θα εξακολουθεί να ισχύει. Η αρχή δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίζει περιπτώσεις που μια έννομη κατάσταση ανατρέπεται λόγω δημοσίου συμφέροντος. Στο Α’ κεφάλαιο της παρούσας εργασίας επιχειρείται ο προσδιορισμός της έννοιας και του περιεχομένου της αρχής της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, αφού πρώτα δίνεται μια πρώτη προσέγγιση του πεδίου των γενικών αρχών του Δημοσίου Δικαίου. Συναφώς, προσδιορίζονται, ως προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής, η εκδήλωση μια πράξης από τη δημόσια εξουσία, τα κριτήρια με τα οποία η εμπιστοσύνη θεωρείται ως άξια προστασίας, καθώς και η έννοια του δημοσίου συμφέροντος. Στο Β’ κεφάλαιο αναλύεται η θεμελίωση της αρχής και ειδικότερα η συνταγματική κατοχύρωση της προστατευόμενης εμπιστοσύνης τόσο στο δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, όσο και στις αρχές του κοινωνικού κράτους και του κράτους δικαίου. Ακολούθως, αποτυπώνεται η αντίστοιχη διάσταση και κατοχύρωση της αρχής στο ευρωπαϊκό δίκαιο, καθώς και η διασύνδεσή της με άλλες αρχές του διοικητικού δικαίου, όπως η αρχή της νομιμότητας, η χρηστή διοίκηση και η καλή πίστη. Στο Γ’ κεφάλαιο της εργασίας επιχειρείται να κατανοηθεί ο τρόπος που η προστατευόμενη εμπιστοσύνη σχετίζεται με τη νομοθετική λειτουργία, αναλύοντας την επενέργεια του νέου νόμου και την έννοια των κοινωνικών δικαιωμάτων, προσδιορίζοντας το ζήτημα της αναδρομικής εφαρμογής ενός νέου νόμου, καθώς και τη λειτουργία της γνήσιας και μη αναδρομικότητας. Περαιτέρω, εξετάζεται η λειτουργία της αρχής έναντι της διοίκησης, προσδιορίζοντας εννοιολογικά τις ατομικές διοικητικές πράξεις, την υπάρχουσα θεωρία που διέπει την ανάκλησή τους, σημεία προβληματισμού που ανακύπτουν, καθώς και τις συνέπειες από την εφαρμογή της αρχής. Στο Δ’ κεφάλαιο καταγράφεται η νομολογιακή περιπτωσιολογία της αρχής, κάνοντας αναφορά τόσο στην εθνική νομολογία ανά τομέα Διοικητικού Δικαίου, όπως το περιβάλλον, την κοινωνική ασφάλιση, τη διαδικασία προσλήψεων στο δημόσιο τομέα κ.λπ., καθώς και στην ευρωπαϊκή νομολογία. Συνακόλουθα, παρατίθεται ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα δικαστικών αποφάσεων που διαμορφώνουν και αναδεικνύουν το νομολογιακό αποτύπωμα της αρχής. Επιπρόσθετα, παρατίθενται τα συμπεράσματα της μεταπτυχιακής εργασίας αναφορικά με την αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, ευελπιστώντας ότι με βάση αυτά ο αναγνώστης θα μορφώσει μια πρώτη άποψη, ικανή να τον οδηγήσει στην συνέχεια σε νέα αναζήτηση για την εξαγωγή των δικών του συμπερασμάτων. Ακολουθεί ένας κατά το δυνατόν πλήρης κατάλογος σχετικών δικαστικών αποφάσεων, προκειμένου ο αναγνώστης να είναι σε θέση να αποκτήσει εύκολη πρόσβαση στη σχετική νομολογία. Τέλος, στο Παράρτημα παρουσιάζονται υπό την μορφή γραφημάτων τρεις εκδοχές σχηματοποίησης, προκειμένου να αποτυπωθούν και να εξετασθούν ορισμένα υποδείγματα ευνομούμενης Πολιτείας. Συναφώς αποτυπώνονται ως καμπύλες, η εκδήλωση νομοθετικών και διοικητικών ενεργειών και η πεποίθηση του διοικούμενου, συναρτήσει των τιμών που επιτυγχάνονται επί των σταθερών αξόνων, της άξιας προς παροχή προστασίας της εμπιστοσύνης του πολίτη και του δημοσίου συμφέροντος.Τεκμήριο Επιδράσεις της κοινωνικής διδασκαλίας της Kαθολικής Eκκλησίας σε δημόσιους θεσμούς(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 06/02/2014) Δίελλας, Γεώργιος Λ.; Περεντίδης, Σταύρος, 1949-; Σαλάχας, Δημήτριος; Παπαρίζος, Αντώνης, 1952-; Πάντειο Πανεπιστήμιο,Τμήμα Δημόσιας ΔιοίκησηςΤο θεωρητικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται το αντικείμενο της διατριβής, είναι αυτό των επιστημών οργάνωσης και λειτουργίας της πολιτείας. Ειδικότερα, η βασική προβληματική της διατριβής αφορά την εξέλιξη και διαμόρφωση της πολιτικής και κοινωνικής διδασκαλίας της Καθολικής Εκκλησίας, καθώς και την επίδραση που αυτή είχε στη διαμόρφωση της δημόσιας (κρατικής) εξουσίας, πολιτικής και διοίκησης. Ειδικότερα ζητήματα αποτελούν η ανάπτυξη μιας θεωρίας του κράτους, η διάκριση κράτους και κοινωνίας, οι σχέσεις οικονομικής και πολιτικής εξουσίας, η θέσπιση και ο σκοπός της πολιτικής κοινωνίας, το εύρος και οι περιορισμοί των αρμοδιοτήτων της πολιτικής εξουσίας, η υπόδειξη ή η υπονόμευση συγκεκριμένων δημόσιων πολιτικών, η κριτική του δημοκρατικού συστήματος, η αυτονόμηση της κοινωνίας των πολιτών και οι σχέσεις της προς την κρατική εξουσία, η θεμελιώδης αρχή του ¨κοινού καλού¨, η διατύπωση των αρχών της ¨αλληλεγγύης¨ και της ¨επικουρικότητας¨, καθώς και η συμβολή στην ανάπτυξη και οργάνωση της διεθνούς κοινότητας. Μέχρι σήμερα το κύριο βάρος της σχετικής έρευνας έχει δοθεί στη μελέτη της ανάπτυξης πολιτειολογικών θεωριών από σημαντικούς συγγραφείς όπως ο Αυγουστίνος ή ο Θωμάς Ακινάτης, στα αίτια και τις επιπτώσεις του περί περιβολής (de investiture) αγώνα ή σε εξειδικευμένες περιπτώσεις, στη διατύπωση πολιτικών – διοικητικών απόψεων μέσω των specula principum των μεσαιωνικών, χριστιανικών κατά κύριο λόγο, κατόπτρων των ηγεμόνων. Βασικό χαρακτηριστικό αυτής της τάσης ήταν το βάρος να δίνεται πολύ περισσότερο στο regimen regale (τη βασιλική διακυβέρνηση) και τη σχέση της προς το regimen animarum (τη διακυβέρνηση ψυχών) και λιγότερο στο regimen politicum την πολιτική διακυβέρνηση, που αποτελεί το επίκεντρο του ενδιαφέροντος της έρευνας, στο πλαίσιο της υποβαλλόμενης διδακτορικής διατριβής. Η διατριβή διακρίνεται σε δύο μέρη. Το πρώτο, διακρίνεται σε δύο επιμέρους κεφάλαια, το πρώτο των οποίων αναφέρεται στα ιστορικά προλεγόμενα και περιλαμβάνει την ιστορική εξέλιξη και διαμόρφωση του ιστορικού πλαισίου, με αφετηρία τις πρώιμες απόψεις της Εκκλησίας για την εξουσία και την πολιτειακή συγκρότηση. Ακολούθως εξετάζονται διακεκριμένοι στοχαστές που επηρέασαν καθοριστικά τη σχετική προβληματική, όπως ο Αυγουστίνος, ο Γρηγόριος Α΄ ο Μέγας, ο Γρηγόριος Ζ΄, ο Ιννοκέντιος Γ΄ και ο Θωμάς Ακινάτης. Το δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου μέρους προσεγγίζει τη συνάντηση των πολιτειακών απόψεων που διαμορφώθηκαν στο ανωτέρω ιστορικό πλαίσιο με το νεότερο κόσμο. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται η ιδέα της αντίστασης στην αυθεντία της Εκκλησίας, η θεωρία του Συνοδισμού (conciliarismus), οι επιδράσεις της Μεταρρύθμισης αλλά και της Αντιμεταρρύθμισης. Επίσης προσεγγίζεται η εξέλιξη των σχετικών απόψεων της Εκκλησίας υπό το πρίσμα του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης και αναλύεται ειδικότερα η περίοδος του 19ου αιώνα και οι πολιτικές προϋποθέσεις ανάπτυξης της κοινωνικής διδασκαλίας. Το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με ειδικότερη αναφορά στον Πίο Θ΄ και τη διδασκαλία που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της Α΄ Συνόδου του Βατικανού. Ως χρονική αφετηρία του δεύτερου μέρους της διατριβής τίθεται η έκδοση της θεμελιώδους κοινωνικής εγκυκλίου Rerum Novarum (περί του εργατικού ζητήματος) του Πάπα Λέοντα ΙΓ΄ το 1891 και πέρας, η εγκύκλιος Caritas in Veritate (περί της ολοκληρωμένης προόδου του ανθρώπου) του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄ το 2009. Η εγκύκλιος Rerum Novarum, ακολουθεί την Α΄ Σύνοδο του Βατικανού (1869 – 1870) και την έκδοση των εγκυκλίων Diuturnum το 1881 (περί των αρχών της κρατικής εξουσίας), Immortale Dei το 1885 (περί του συντονισμού της συνεργασίας Κράτους και Εκκλησίας), Sapientiae Christianae το 1890 (περί των βασικών υποχρεώσεων του χριστιανού πολίτη) και Libertas το 1888 (περί της ελευθερίας του ανθρώπου). Η εγκύκλιος αυτή, σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες που αναφέρονται σ’ αυτή την παράγραφο, αποτελεί τη βάση της σύγχρονης Καθολικής κοινωνικής διδασκαλίας και αποδεικνύεται ότι επηρέασε όσο λίγα κείμενα το υπό διερεύνηση ζήτημα. Ακολούθως, εξετάζονται η εγκύκλιος Quadragesimo anno το 1931 (περί του κοινωνικού και οικονομικού προβλήματος) από τον Πάπα Πίο ΙΑ΄ και οι εγκύκλιοι Mit brennender Sorge το 1937 (περί της καταστάσεως της Καθολικής Εκκλησίας στη ναζιστική Γερμανία) και Divini Redemptoris επίσης το 1937 (περί του άθεου κομμουνισμού). Με τη μελέτη των πηγών αυτών, ολοκληρώνεται η περίοδος της έρευνας που καλύπτει το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Ακολούθως εξετάζονται οι εγκύκλιοι Mater et Magistra το 1961 (περί των νεωτέρων εξελίξεων του κοινωνικού προβλήματος) και Pacem in Terris το 1963 (περί της ειρήνης όλων των εθνών) του Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄, τα πορίσματα (δογματικές και ποιμαντικές διατάξεις και μηνύματα) της Β΄ Συνόδου του Βατικανού 1962 - 1965, οι εγκύκλιοι Populorum Progressio το 1967 (περί της ανάπτυξης των λαών) και Octogesima Adveniens το 1971 (για τα ογδόντα χρόνια από την εγκύκλιο Rerum Novarum) του Πάπα Παύλου Στ΄ και οι εγκύκλιοι Laborem exercens το 1981 (περί της ανθρώπινης εργασίας) και Sollicitudo rei socialis το 1987 (περί της κοινωνικής μέριμνας) του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄. Η περίοδος αυτή καλύπτει το χρονικό διάστημα του ψυχρού πολέμου που ακολουθεί τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και ολοκληρώνεται συμβολικά με την πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989. Στη συνέχεια μελετώνται οι εγκύκλιοι Centesimus annus το 1991 (περί του εργατικού ζητήματος) και Socialium Scientiarum το 1994 περί της ίδρυσης ποντιφικής ακαδημίας κοινωνικών επιστημών) του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄ και οι εγκύκλιοι Deus Caritas est το 2005 (περί της χριστιανικής αγάπης) και Caritas in Veritate το 2009 (περί της ολοκληρωμένης προόδου του ανθρώπου) του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄. Την περίοδο αυτή μελετάται επίσης η αποστολική διάταξη Fidei Depositum το 1992 (για τη δημοσίευση της Κατήχησης της Καθολικής Εκκλησίας) του Ιωάννη Παύλου Β΄ και η συνοπτική της εκδοχή που δημοσιεύθηκε με ιδιόβουλο του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄ το 2005. Σημαντικά ζητήματα που ερευνώνται παράλληλα και που αν και χρονικά εντάσσονται στις ανωτέρω περιόδους, εντούτοις έχουν οριζόντια επίδραση στον πυρήνα της έρευνας, αποτελούν: η εμφάνιση και λειτουργία της χριστιανοδημοκρατίας σε πολλές αστικές κοινωνίες, η οργάνωση δυναμικών κινήσεων της κοινωνίας των πολιτών (π.χ. Action Catholique) και η ιστορική εξέλιξή και επίδρασή τους στο υπό μελέτη ζήτημα, η ίδρυση του κράτους του Βατικανού το 1929 και η επίδραση της διεθνούς νομικής προσωπικότητας της Αγίας Έδρας (π.χ. υπογραφή κονκορδάτων κ.λπ.), η πολιτική οργάνωση αυτού του κράτους, το οργανωτικό - διοικητικό μοντέλο της Καθολικής Εκκλησίας και η συγκριτική του ανάλυση στο πλαίσιο των διοικητικών συστημάτων, το φαινόμενο του χριστιανικού κοινωνισμού, η σταδιακή ανάπτυξη της ¨θεολογίας της απελευθέρωσης¨ και η επίδρασή της τόσο επί της καθόλου κοινωνικής διδασκαλίας όσο και ειδικότερα σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, η πτώση του ανατολικού συνασπισμού, η συμβολή της Καθολικής Εκκλησίας στην ίδρυση διεθνών οργανισμών, κ.α. Η διατριβή περιλαμβάνει δύο excursus, το πρώτο των οποίων αναφέρεται στην έννοια της εργασίας στην κοινωνική διδασκαλία και το δεύτερο στη σχέση της κοινωνικής διδασκαλίας με την παγκόσμια οικονομική κρίση. Ακολουθούν τα συμπεράσματα και η αναλυτική παράθεση των πηγών και της σχετικής βιβλιογραφίας. Η διατριβή ολοκληρώνεται με ένα εκτενές παράρτημα στο οποίο δημοσιεύεται για πρώτη φορά η μόνη αντίστοιχη (από μεθοδολογικής απόψεως) προσέγγιση των ζητημάτων που τίθενται στο πλαίσιο της κοινωνικής διδασκαλίας της Καθολικής Εκκλησίας, εκ μέρους της Ανατολικής Εκκλησίας και ειδικότερα οι αρχές του κοινωνικού δόγματος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο βασικός προβληματισμός και οι υποθέσεις εργασίας της έρευνας, που ακολουθεί την περιγραφική – ιστορική προσέγγιση, υπήρξαν αφ’ ενός η ανάδειξη και κωδικοποίηση των θεμελιωδών πτυχών της καθολικής κοινωνικής διδασκαλίας και η επιβεβαίωση της συγκρότησης μιας συγκεκριμένης πολιτειολογικής πρότασης εκ μέρους της και αφ’ ετέρου η διερεύνηση της θεωρητικής – ιδεολογικής αλλά και πρακτικής επίδρασής της στην δυτική πολιτειολογία. Η σημασία των αποτελεσμάτων έγκειται στην κάλυψη του κενού που υφίσταται σήμερα σε επίπεδο βιβλιογραφίας γύρω από το ζήτημα και η ανάδειξη επιμέρους θεμάτων που εντάσσονται στα επιστημονικά πεδία της ιστορίας των θεσμών, της συγκριτικής ανάλυσης διοικητικών συστημάτων, και της δημόσιας διοίκησης και πολιτικής. Η μεθοδολογία της έρευνας βασίστηκε πρωτίστως στην μελέτη των πρωτογενών πηγών (εγκύκλιοι, αδημοσίευτα κείμενα, κ.α.), στην ιστορική τους εξέλιξη, συνδυαστικά με τη μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας.Τεκμήριο “Το ξέπλυμα του χρήματος από την παραοικονομία, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή στην Ελλάδα και στην Ε.Ε. : συγκριτικά στοιχεία από τρίτες χώρες.”(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 09/10/2012) Σκρέκη, Άννα Ι.; Φίλος,Ιωάννης; Τσάμης,Αναστάσιος; Κουτούπης,Ανδρέας; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δημόσιας ΔιοίκησηςΣτην παρούσα εργασία έγινε μία προσπάθεια ολοκληρωμένης παρουσίασης του φαινομένου της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες δραστηριότητες, ευρέως γνωστής και ως «Ξέπλυμα Χρήματος». Πολλές παράνομες δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων και η παραοικονομία, η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή οδηγούν στην παραγωγή παράνομου χρήματος και μετέπειτα στο ξέπλυμα χρήματος. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στην ευρωπαϊκή και εθνική αντιμετώπιση του φαινομένου. Για την σφαιρική μελέτη του θέματος, πραγματοποιείται εμπειρική μελέτη μεταξύ 203 χωρών, στην οποία μελετώνται οι προσπάθειές τους να καταπολεμήσουν το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Επιπλέον, εξετάζεται η σχέση μεταξύ του ρυθμού ανάπτυξης και του πλαισίου αντιμετώπισης του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, αλλά και η σχέση των φορολογικών παραδείσων με το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Από τη μελέτη προκύπτει ότι οι περισσότερες χώρες έχουν βελτιώσει το θεσμικό τους πλαίσιο, ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική σχέση μεταξύ ρυθμού ανάπτυξης και ξεπλύματος μαύρου χρήματος, και ότι οι φορολογικοί παράδεισοι δεν εμφανίζουν απαραίτητα και περισσότερες περιπτώσεις ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Τέλος, γίνεται συγκριτική ανάλυση του φαινομένου στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, την Κύπρο, τη Γερμανία, τη Γαλλία τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και τις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Μια εμπειρική ανάλυση του δηλωθέντος εισοδήματος φυσικών προσώπων και της φορολογίας αυτού στην Ελλάδα, για την περίοδο 1990-2010, θα είναι η αφορμή για προτάσεις, οι οποίες θα αφορούν στην αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος με απώτερο στόχο την καταπολέμηση του φαινομένου της νομιμοποίηση παράνομων εσόδων.Τεκμήριο Τα συλλογικά όργανα της διοίκησης υπό το πρίσμα των άρθρων 13, 14 και 15 του κώδικα διοικητικής διαδικασίας(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 10/12/2015) Βορδώνης, Σπυρίδων Γ.; Μαρκαντωνάτου-Σκάλτσα, Ανδρομάχη; Κουρνούτος, Πάνος Δ.; Παπασπύρου, Βασιλική; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δημόσιας ΔιοίκησηςΗ παρούσα εργασία πραγματεύεται, τα συλλογικά όργανα της Διοίκησης όπως αυτά συγκροτούνται, συνθέτονται, συνεδριάζουν, λειτουργούν και τέλος εκδίδουν νόμιμες και εκτελεστές αποφάσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 13, 14 και 15 του Κώδικα Διαδικασίας. Η κατάρτιση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας επετεύχθη με την κύρωση του Ν. 2690/99 ως έχει τροποποιηθεί έως σήμερα με τελευταία τον Ν.4250/2014.Τεκμήριο Διαδραστικότητα στην παραγωγή ψηφιακών ειδήσεων(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 12/02/2014) Λάζαρης, Θεοδόσιος Δ.; Μιχαηλίδου, Μάρθα; Λέανδρος, Νίκος; Μπακουνάκης, Νίκος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και ΠολιτισμούΗ παρούσα μελέτη εξετάζει α)ποια είδη διαδραστικών εργαλείων χρησιμοποιούνται σε τέσσερις ελληνικές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες και β)ποια είναι η στάση των ειδησεογραφικών οργανισμών απέναντι στη διαδραστικότητα και τη συμμετοχή του χρήστη. Για τη διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποιήσαμε την τυπολογία της Deboarh Chung για τα διαδραστικά εργαλεία, σύμφωνα με την οποία μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερις κατηγορίες διαδραστικότητας: ανθρώπινη διαδραστικότητα, διαδραστικότητα ανθρώπου-μέσου, διαδραστικότητα μέσου και διαδραστικότητα μέσου-ανθρώπου. Η ανάλυση περιεχομένου και η συνέντευξη ήταν τα μεθοδολογικά εργαλεία που μας επέτρεψαν την εξαγωγή αποτελεσμάτων. Παρόλο που οι έρευνες έχουν δείξει ότι η διαδραστικότητα αποτελεί ένα χαρακτηριστικό του διαδικτύου που διευκολύνει την επικοινωνία παραγωγού με καταναλωτή της είδησης, υποθέτουμε ότι η καθυστερημένη διείσδυση του διαδικτύου στην Ελλάδα σε συνδυασμό με την αδυναμία προσαρμογής των δημοσιογράφων στο νέο μέσο, συντελούν στην ανεπαρκή αξιοποίηση των διαδραστικών εργαλείων.Τεκμήριο Ο ρόλος της εγκληματολογικής εκπαίδευσης στην αστυνομία(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 12/02/2016) Χασάπης, Γεώργιος Α.; Ζαραφωνίτου, Χριστίνα Μ.; Φαρσεδάκης, Ιάκωβος Ι.; Βλάχου, Βασιλική; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα ΚοινωνιολογίαςΗ εγκληματολογία αποτελεί την επιστήμη, η οποία ασχολείται με τη διερεύνηση καθαυτού του εγκληματικού φαινομένου και την αντιμετώπιση του. Η αστυνομία είναι ένας από τους κύριους φορείς αντίδρασης της οργανωμένης κοινωνίας σε κάθε μορφής εγκληματικό φαινόμενο. Επομένως, η εγκληματολογία ως επιστήμη θα πρέπει να αποτελεί έναν από τους κύριους παράγοντες στην εκπαίδευση της αστυνομίας. Ειδικότερα μπορεί να της παρέχει το υπόβαθρο και την τεχνογνωσία, για την αύξηση των ικανοτήτων και των δυνατοτήτων της στην προληπτική και κατασταλτική αστυνόμευση. Η εκπαίδευση μέσω της βελτίωσης των γνώσεων και των ικανοτήτων του ατόμου, α-ποσκοπεί αφενός στην ατομική του βελτίωση και εξέλιξη, αφετέρου στην εξέλιξη του ευρύτερου συνόλου εντός του οποίου εντάσσεται ο εκπαιδευόμενος, καλλιεργώντας κοινά πρότυπα και νοοτροπίες. Η εγκληματολογική εκπαίδευση στην αστυνομία, μέσω της βελτίωσης των γνώσεων και των ικανοτήτων των αστυνομικών στις σύγχρονες μορφές του εγκληματικού φαινομένου, στη διερεύνηση και στην αντιμετώπιση τους, αποσκοπεί τόσο στη βελτίωση και εξέλιξη των αστυνομικών, όσο και στην βελτίωση της συνολικής αποτελεσματικότητας της αστυνομίας. Υφίσταται σήμερα άρτια σχεδιασμένη και σωστά εστιασμένη, εγκληματολογική εκπαίδευση στην αστυνομία, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη; Η συγκεκριμένη εκπαίδευση έχει διάρκεια και συνέπεια; Σε υπηρεσίες με ιδιαίτερη βαρύτητα στη δίωξη του εγκλήματος παρέχεται ειδική εγκληματολογική εκπαίδευση, προκειμένου να υπηρετήσει ο αστυνομικός σε αυτές; Δίνεται σε αυτή την εκπαίδευση ο ρόλος που της αρμόζει, ώστε να απο-τελεί σημείο αναφοράς για τη βελτίωση και εξέλιξη των αστυνομικών; Αυτά είναι τα κύρια ερωτήματα, τα οποία επιχειρείται να απαντηθούν εμπεριστατωμένα στο πλαίσιο της παρούσας διπλωματικής εργασίας για την ολοκλήρωση του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών «Η σύγχρονη εγκληματικότητα και η αντιμετώπιση της», παρέχοντας τροφή για περαιτέρω σκέψη και διερεύνηση και έχοντας πάντα κατά νου ότι το «λανθάνειν» ανήκει στην ανθρώπινη φύση.Τεκμήριο Η εταιρική διακυβέρνηση στον ιδωτικό τομέα, στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς και στη δημόσια διοίκηση: συγκρίσεις, αποτελέσματα και προτάσεις για βελτίωση(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 12/07/2013) Νεραντζίδης, Μιχαήλ Δ.; Φίλος, Γιάννης Λ.; Τσάμης, Αναστάσιος Δ.; Αποστόλου, Απόστολος; Πάντειο Πανεπιστήμιο,Τμήμα Δημόσιας ΔιοίκησηςΗ Εταιρική Διακυβέρνηση (ΕΔ) αποτελεί ένα ιδιαίτερα προσφιλές πεδίο έρευνας, που έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας των χρηματοοικονομικών σκανδάλων, των κακοδιαχειρίσεων και των νοθεύσεων της αγοράς. Ως εκ τούτου, διαμορφώνεται η ανάγκη εφαρμογής πρακτικών, τόσο σε επιχειρηματικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο διακυβέρνησης, για τη σωστή συνεργασία μεταξύ κράτους, επιχειρήσεων και εμπλεκόμενων φορέων.\r\nΓια τον σκοπό αυτό, η παρούσα διατριβή επιχειρεί τη μελέτη του συστήματος ΕΔ και δη του ελληνικού, προκειμένου να εντοπιστούν οι μηχανισμοί που θα συμβάλλουν στην επίλυση του ιδιαίτερου συγκρουσιακού προβλήματος μεταξύ μικρομετόχου – μεγαλομετόχου και να διαμορφωθούν οι κατάλληλες πρακτικές για τη βελτίωση της ποιότητας της ΕΔ. Μέσω εκτενέστερης βιβλιογραφικής επισκόπησης, αναλύθηκε η έννοια της ΕΔ, τόσο στις εισηγμένες εταιρείες όσο και στις Δ.Ε.Κ.Ο. και τα Ν.Π.Δ.Δ., επισημαίνοντας τα κοινά σημεία και τις διαφοροποίησεις του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας τους. Ειδικότερα, συγκεντρώθηκαν οι θεωρίες και τα συστήματα ΕΔ και μελετήθηκαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, για τη διαμόρφωση ενός θεωρητικού πλαισίου. Εξετάστηκαν οι εμπειρικές έρευνες των εξωτερικών και εσωτερικών δομών ΕΔ και αναδείχθηκαν οι μηχανισμοί που δύναται να συμβάλλουν περισσότερο στην άμβλυνση του προβλήματος μεταξύ εντολέα και εντολοδόχου. Επιπλέον, συλλέχθηκαν οι διάφοροι εμπορικοί και ακαδημαϊκοί δείκτες αξιολόγησης, εντοπίστηκαν τα πλεονεκτήματα, τα μειονεκτήματα και οι περιορισμοί τους και διαμορφώθηκε ένα μεθοδολογικό πλαίσιο αξιολόγησης της ποιότητας της ΕΔ στην Ελλάδα. Με τη διαδικασία αυτή διαπιστώθηκε η διαφοροποίηση των συστημάτων ΕΔ, τόσο μεταξύ χωρών όσο και φορέων επιχειρήσεων, καθώς και η απουσία κατάλληλης θεωρίας, για τον σχεδιασμό ενός δείκτη αξιολόγησης. Οι περιορισμοί αυτοί ανέδειξαν τη χρήση ενός συνδυασμού μεθοδολογιών, για την αποσύνθεση του προβλήματος και την υποστήριξη λήψης μιας απόφασης, συνδυάζοντας τρία εργαλεία: (i) την Τροποποιημένη Δελφική, (ii) την Κλασική Θεωρία Μέτρησης και (iii) την Αναλυτική Ιεραρχική Προσέγγιση. Τα εμπειρικά ευρήματα της εφαρμογής των μεθόδων αυτών επιβεβαίωσαν αφενός την ύπαρξη συναίνεσης μεταξύ ακαδημαϊκών και εμπειρικών, ως προς τη σπουδαιότητα των μηχανισμών ΕΔ και αφετέρου την οριακή σχετικά βελτίωση της ποιότητας της ΕΔ στην Ελλάδα (από τις προγενέστερες μελέτες). Τέλος, με τη χρήση της ανάλυσης παλινδρόμησης, διαπιστώθηκε η συσχέτιση της ποιότητας με μια σειρά μεταβλητών, που συνδέονται με την αποδοτικότητα, την οργανωσιακή – διοικητική δομή και το μέγεθος της εταιρείας. Η συμβολή της παρούσας έρευνας έγκειται στη διαμόρφωση ενός μεθοδολογικού πλαισίου, για τη δημιουργία δεικτών αξιολόγησης της ΕΔ και στην παροχή κατεύθυνσης σε νομοθετικούς, ρυθμιστικούς και εποπτικούς φορείς, για την προώθηση μιας συντονισμένης στρατηγικής ενίσχυσης της ποιότητάς της.Τεκμήριο Η φορολογική αντιμετώπιση των υπεράκτιων (offshore) εταιριών(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 13/12/2013) Μαυρίδου, Ελένη -Ναυσικά Σ.; Κουγέας, Βασίλειος Δ.; Μηλιώνης, Νικόλαος Αλ.; Μπασαγιάννης, Αθανάσιος Χρ.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα ΔικαίουΗ εργασία πραγματεύεται τους λόγους σύστασης των υπεράκτιων εταιριών, τη γενική προβληματική γύρω από αυτές, το υφιστάμενο ελληνικό φορολογικό σύστημα και τον τρόπο με τον οποίο αυτό τις αντιμετωπίζει, καθώς και τη συμβολή τους στο ξέπλυμα χρήματος.Τεκμήριο Η σκιαγράφηση του ψυχο-κοινωνικού προφίλ του εγκληματία στη σύγχρονη ανακριτική(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 15/09/2014) Ρώτα, Μαρίνα Π.; Μαγγανάς, Αντώνης Δ., 1947-; Φαρσεδάκης, Ιάκωβος Ι.; Ζαραφωνίτου, Χριστίνα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα ΚοινωνιολογίαςΗ συγκεκριμένη διδακτορική διατριβή αφορά τη σκιαγράφηση προφίλ δραστών εγκληματικών ενεργειών ως ανακριτική τεχνική. Η σημασία, η ιστορική εξέλιξη και η χρήση της σκιαγράφησης προφίλ εξετάζεται στα επιμέρους κεφάλαια. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η αποσαφήνιση του τι είναι η σκιαγράφηση προφίλ δράστη, πώς χρησιμοποιείται, πού χρησιμοποιείται και από ποιους. Επίσης, εξετάζεται η αξιοπιστία και η επιστημονική εγκυρότητα της μεθόδου. Πιο συγκεκριμένα, στο γενικό-θεωρητικό μέρος παρουσιάζεται η σημασία και η φύση της σκιαγράφησης προφίλ δράστη. Μέσα από ιστορικά παραδείγματα περιγράφεται βήμα-βήμα η εξέλιξη της μεθόδου, ενώ ταυτόχρονα γίνεται διαχωρισμός των μύθων γύρω από τη σκιαγράφηση προφίλ δράστη και της πραγματικότητας. Το δεύτερο μέρος της μελέτης αφορά τη σκιαγράφηση του προφίλ του δράστη στην πράξη. Οι διαφορετικές προσεγγίσεις της μεθόδου συζητούνται, εστιάζοντας στα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες τους και αναλύεται η χρήση της σκιαγράφησης στην Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Μεγάλη Βρετανία και την Ελλάδα. Ως επίλογος της παρούσας μελέτης επιλέχθηκε μια επισκόπηση των μεθόδων και τεχνικών της σκιαγράφησης προφίλ του δράστη με όρους εγκυρότητας, χρησιμότητας και δεοντολογίας. Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι η μελέτη αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η σκιαγράφηση προφίλ δράστη αποτελεί ένα σημαντικό ανακριτικό εργαλείο, το οποίο λειτουργεί συμπληρωματικά με άλλες ανακριτικές μεθόδους και τεχνικές και έχει ως στόχο τη μείωση της λίστας υπόπτων και όχι την υπόδειξη ενός συγκεκριμένου δράστη.Τεκμήριο Αφήγηση και ταυτότητα στη χρόνια ασθένεια: το παράδειγμα της μητρότητας στη Σκλήρυνση κατά Πλάκας(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 15/12/2014) Εμμανουήλ, Σταύρος Γρ.; Ποταμιάνος, Γρηγόρης; Αναγνωστόπουλος, Φώτης; Κορωναίου, Αλεξάνδρα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα ΨυχολογίαςΣκοπός της διατριβής καθίσταται η διερεύνηση της εμπειρίας δείγματος μητέρων/ασθενών με Σκλήρυνση κατά Πλάκας (ΣΚΠ) για δύο κυρίως λόγους όπως: α) η επισήμανση της “προεξοχής” της μητρότητας ως κυρίαρχη ταυτότητα γυναικών/συμμετεχουσων σε πιλοτική μελέτη μεικτού δείγματος ασθενών αυτού του τύπου καθώς επίσης, β) η έλλειψη σχετικών με το ζήτημα της μητρότητας στη χρόνια ασθένεια δημοσιεύσεων, κατ’ επέκταση ο εντοπισμός ερευνητικού “κενού” στην παραπάνω κατεύθυνση. Σημαντικά χαρακτηριστικά της διερεύνησης αποτέλεσαν η αναγνώριση α) της σημασίας της συγκρότησης του νοήματος της εμπειρίας της ασθένειας β) της σχέσης μεταξύ της συγκρότησης του νοήματος και του ζητήματος της ταυτότητας στην περίπτωση αυτή και τέλος, γ) η υιοθέτηση της “αφηγηματικής προσέγγισης” ως ευρύτερη ερευνητική “οπτική” δεδομένης της οντολογικής σχέσης της αφήγησης τόσο με τη συγκρότηση του νοήματος της εμπειρίας όσο με τη δόμηση ή αναδόμηση της ταυτότητας - ιδίως στις περιπτώσεις κρίσιμων καμπών της βιογραφίας. Τα προλεχθέντα οδήγησαν στην διατύπωση δύο βασικών ερευνητικών ερωτημάτων τα οποία αφορούσαν α) τον τρόπο με τον οποίο οι συμμετέχουσες συγκρότησαν το νόημα της εμπειρίας τους ως πρόσωπα και ειδικότερα ως μητέρες καθώς επίσης β) τη συμβολή του νοήματος αυτού στην αφηγηματική αποτύπωση της ταυτότητάς τους. Η παρούσα ποιοτική έρευνα υιοθετεί δύο από τις υφιστάμενες “οπτικές” όσον αφορά το ζήτημα της αφηγηματικής ταυτότητας ήτοι α) τη “Φαινομενολογική” καθώς επίσης β) τη “Διαλογική” χαρακτηριστικό της οποίας αποτελεί η κατανόηση του εαυτού ως “πολυφωνική οντότητα”. Τα παραπάνω οδήγησαν στην διεξαγωγή δύο μελετών αξιοποιώντας μεθόδους όπως η “Ερμηνευτική Φαινομενολογική Ανάλυση” και η “Ποιητική Αναπαράσταση των Αφηγήσεων”. Το κοινό, επιλεκτικό - όχι τυχαίο δείγμα των μελετών συγκρότησαν δεκαπέντε μητέρες με ΣΚΠ ενώ η συλλογή των δεδομένων διεξήχθη με τη χρήση βιογραφικών, ανοικτών, μη κατευθυντικών / σε βάθος συνεντεύξεων. Η φαινομενολογική ανάλυση των δεδομένων ανέδειξε το ευρύ φάσμα της εμπειρίας των συμμετεχουσών γεγονός το οποίο αποτυπώθηκε στον προσδιορισμό τριών αφηγηματικών τυπολογιών ως πλαίσια συγκρότησης του νοήματός της ήτοι α) τις αφηγήσεις “αποκατάστασης ή προστασίας”, β) “νομιμοποίησης ή ενδυνάμωσης” και τέλος γ) “απώλειας” της ταυτότητας. Αντίστοιχα, η “διαλογική / πολυφωνική” προσέγγιση του εαυτού και της ταυτότητας συνέβαλε στον εντοπισμό κυρίαρχων ή ανεσταλμένων “φωνών” των συμμετεχουσών στις προαναφερθείσες αφηγηματικές τυπολογίες συνεπικουρώντας στην επίτευξη του ερευνητικού σκοπού. Συμπεράσματα. Ζητήματα όπως η δυναμική της υποτροπιάζουσας φύσης της ΣΚΠ, η πιθανότητα “απώλειας” της ταυτότητας κατά την “προβληματική μετάβαση” από το καθεστώς της υγείας σε αυτό της ασθένειας, η ενδεχόμενη επίδραση της ασθένειας στα υιοθετούμενα γονεϊκά στυλ, η συμβολή της “στρατηγικής εστίασης στο νόημα” στη μείωση των συμπτωμάτων άγχους/κατάθλιψης καθώς επίσης η υπογράμμιση της “συγχωρητικής” προσέγγισης της πραγματικότητας ως αναστοχαστική - μεταγνωστική διαδικασία αναδόμησης της ταυτότητας στην χρόνια ασθένεια δύνανται να συνεισφέρουν στην εύστοχη παρέμβαση των επαγγελματιών Ψυχικής Υγείας τόσο σε παρόμοιες με το ερευνητικό δείγμα περιπτώσεις, όσο σε άλλες οι οποίες άπτονται συναφών της ΣΚΠ νόσων.Τεκμήριο Η προσαρμογή των Αλβανικών εργασιακών σχέσεων στο διεθνές και ενωσιακό κεκτημένο(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 18/01/2016) Ντόντη, Βασίλ Κ.; Παπαγιάννης, Δονάτος Ι.; Λιξουριώτης, Ιωάννης; Νικολόπουλος, Ηλίας; Πάντειο Πανεπιστήμιο,Τμήμα Δημόσιας ΔιοίκησηςΗ παρούσα διατριβή επιχειρεί να αναλύσει την ισχύουσα εργατική νομοθεσία της Αλβανίας, να διαπιστώσει τα κενά που υπάρχουν σε σύγκριση με το διεθνές εργατικό νομοθετικό πλαίσιο όπως και να προτείνει τα απαιτούμενα μέτρα τα οποία θα πρέπει να ληφθούν ώστε και η εν λόγω εργατική νομοθεσία να είναι συμβατή κυρίως με την ενωσιακή, αλλά και με τα υπόλοιπα διεθνή πρότυπα εργασίας. Η αλβανική εργατική νομοθεσία είναι κωδικοποιημένη, παρόλα αυτά εργασιακά θέματα ρυθμίζονται και με διάφορες νομοθετικές και εκτελεστικές πράξεις που εξίσου χρήζουν αναθεώρησης. Λόγω και των δύο διαδοχικών αναθεωρήσεων που έχει υποστεί ο Εργατικός Κώδικας (1995 και 2003) η αλβανική εργατική νομοθεσία σε γενικές γραμμές είναι συμβατή με το υπόλοιπο διεθνές εργατικό νομοθετικό πλαίσιο (ΔΟΕ και Σ.τ.Ε) κάτι το οποίο όμως δεν ισχύει με την ενωσιακή εργατική νομοθεσία όπου απαιτούνται συγκεκριμένες προσαρμογές. Ως εκ τούτου η αναθεώρηση η οποία θα πρέπει να επιχειρηθεί θα επικεντρωθεί κυρίως στη μεταφορά των σχετικών ενωσιακών πράξεων που εντοπίζονται στην έρευνα.