Ακαδημαϊκό αποθετήριο
Μόνιμο URI για αυτήν την κοινότηταhttps://beta-pandemos.panteion.gr/handle/123456789/1
Νέα
Αυτή είναι η κοινότητα από το παλιό σύστημα με ID:cid:16
Περιηγούμαι
Πλοήγηση Ακαδημαϊκό αποθετήριο ανά Θέμα "19ος αιώνας, εμπόριο, ναυτιλία, Ιόνια Νησιά, επιχειρήσεις"
Τώρα δείχνει 1 - 1 από 1
- Αποτελέσματα ανά σελίδα
- Επιλογές ταξινόμησης
Τεκμήριο Η ναυτιλιακή επιχείρηση των Ιονίων Νήσων (1815-1864): η περίπτωση της Κεφαλονιάς(Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2016) Αντύπας, Μηνάς Α.; Καλαφάτης, Θανάσης; Παπαγεωργίου, Στέφανος Π., 1951-; Κατσιαρδή-Hering, Όλγα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και ΙστορίαςΣκοπός της διπλωματικής εργασίας αποτελεί η εξέταση της δομής, οργάνωσης και των βασικών χαρακτηριστικών συγκρότησης της κεφαλληνιακής ναυτιλιακής επιχείρησης, καθώς και των αλλαγών που γνώρισε στη διάρκεια των χρόνων 1815-1864. Επιλέξαμε τα συγκεκριμένα χρονικά όρια – όρια τα οποία ταυτίζονται με το καθεστώς της Βρετανικής Προστασίας – καθώς είναι τα χρόνια στη διάρκεια των οποίων η κεφαλληνιακή ναυτιλία γνωρίζει μια δεύτερη περίοδο ακμής ύστερα από την πρώτη ώθηση των μέσων του 18ου αιώνα. Επίσης είναι η περίοδο όπου έγιναν μια σειρά σημαντικές αλλαγές στην οργάνωση της ναυτιλίας του νησιού. Αλλαγές που σηματοδότησαν την μετάβαση της κεφαλληνιακής ναυτιλιακής επιχείρησης σε ένα νεωτερικό πλαίσιο οργάνωσης. Ένα πλαίσιο που συνίσταται στην υιοθέτηση οργανωτικών σχημάτων και πρακτικών που προσιδιάζουν στη συγκρότηση μιας ναυτιλίας ενταγμένης στο συνολικό πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων. Πρόκειται για αλλαγές που συνέβαλαν στο σταδιακό μετασχηματισμό της ναυτιλιακής επιχείρησης του νησιού προκειμένου να ανταποκριθεί στο νέο τρόπο διεξαγωγής του θαλάσσιου εμπορίου αλλά και γενικότερα στον εμπορικό ανταγωνισμό στην ανατολική Μεσόγειο. Ερωτήματα σχετικά με την οργάνωση, τη δομή, τον ιδιοκτησιακό χαρακτήρα των κεφαλλονίτικων ναυτιλιακών επιχειρήσεων, τη σημασία των σχέσεων συγγένειας και καταγωγής, την ύπαρξη ομοιοτήτων ή/και διαφορών σχετικά με τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις του αιγαιακού χώρου αποτέλεσαν τις πρώτες, βασικές, υποθέσεις εργασίας που θέτει η παρούσα διπλωματική εργασία. Φυσικά, με κορμό αυτές, επιχειρούμε να απαντήσουμε και σε μια σειρά άλλες υποθέσεις όπως το τι πλοία χρησιμοποιούσαν οι Κεφαλλονίτες ναυτικοί, τι προϊόντα εμπορεύονταν, γενικότερα ποια ήταν τα γεωγραφικά όρια της κεφαλληνιακής ναυτιλίας, ποιες οι αγορές και τα λιμάνια που προσέγγιζαν τα κεφαλλονίτικα πλοία. Ακόλουθα επιχειρούμε να απαντήσουμε σε ένα αρκετά ενδιαφέρον ζήτημα, που όμως ελάχιστα έχει απασχολήσει την ιστορική έρευνα, τουλάχιστον με βάση την αρχειακή τεκμηρίωση. Το ζήτημα δηλαδή της ναυτικής ασφάλισης και οι αλλαγές που αυτή υπέστη σε ένα περιβάλλον ευρωπαϊκής επικυριαρχίας με αναπτυσσόμενες τις εμπορικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες. Η ίδια η μελέτη της δομής και οργάνωσης της κεφαλληνιακής ναυτιλιακής επιχείρησης μπορεί να δώσει απαντήσεις και σε μια σειρά παράπλευρα ερωτήματα, όπως στο αν η ελίτ του νησιού, όπως διαμορφώθηκε από τη δραστηριοποίηση στο εμπόριο και τη ναυτιλία, μπόρεσε να υιοθετήσει μεθόδους και πρακτικές που της εξασφάλιζαν μεγαλύτερο μερίδιο στον ισχυρό εμπορικό ανταγωνισμό στην ανατολική Μεσόγειο. Αν δηλαδή στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, εποχή μεγάλης ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου και της ναυτιλίας, τα επιχειρηματικά σχήματα των Κεφαλλονιτών γνώρισαν μια μεταβολή τέτοια που να ανταποκρίνεται στα αντίστοιχα νέα και δυναμικά επιχειρηματικά και οργανωτικά σχήματα που ήδη είχαν εμφανιστεί στη δυτική Ευρώπη. Ο βαθμός απομάκρυνσης από, για αιώνες χρησιμοποιούμενες, πρακτικές, η προσαρμοστικότητα των κεφαλληνιακών ναυτιλιακών επιχειρήσεων ως προς την υιοθέτηση μεθόδων και πρακτικών νέου τύπου αποδεικνύουν, θεωρούμε, όχι μόνο την αλλαγή της ίδιας της επιχείρησης σε μια νεωτερική κατεύθυνση, αλλά σε τελική ανάλυση και την αλλαγή των προσανατολισμών των ίδιων των προσώπων που απαρτίζουν αυτή τη νέα επιχειρηματική ελίτ. Πρόκειται για φαινόμενα που μαρτυρούν την ύπαρξη νέων νοοτροπιών στον επιχειρηματικό χώρο της Επτανήσου. Δείγματα μιας νέας ποιότητας, μιας υπό διαμόρφωση «αστικής» τάξης, τα επιχειρηματικά σχήματα της οποίας καθώς και τα δίκτυα στα οποία ήταν ενταγμένη, υπακούουν στη δυναμική των νέων καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Στο επίκεντρο της ερευνάς μας, λοιπόν, τίθεται εξ’ αντικειμένου η διερεύνηση των μηχανισμών της κοινωνικής αλλαγής στον επτανησιακό χώρο στην κρίσιμη περίοδο της διείσδυσης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στον ελληνικό χώρο. Φυσικά για να μπορέσει κανείς να αποκτήσει πλήρη εικόνα του αστικού μετασχηματισμού στον χώρο της Επτανήσου, χρειάζεται να εξετάσει τη διάρθρωση και τις αλλαγές στην οργάνωση της γεωργικής παραγωγής, όπως και τις πρώτες προσπάθειες για την οργάνωση μια υποτυπώδους βιομηχανίας. Στα πλαίσια της διπλωματικής επικεντρώνουμε στη ναυτιλία του ίδιου του νησιού της Κεφαλονιάς, που αποτελούσε τμήμα εν γένει του στόλου του «Ιόνιου Κράτους». Ο στόλος αυτός δε σημαίνει ότι ταυτίζεται με το σύνολο του ιονιόκτητου στόλου, καθώς Ιόνιοι δραστηριοποιούνταν σε πολλές περιοχές της ανατολικής Μεσογείου. Όσο αφορά ιδιαίτερα τους Κεφαλλονίτες, ένα σημαντικό τμήμα της ναυτιλίας τους αφορούσε τους συμπατριώτες τους που δραστηριοποιούνταν στα λιμάνια της Νότιας Ρωσίας και του Δούναβη, ένα θέμα το οποίο έχει απασχολήσει πολύ την ιστορική έρευνα. Ακολουθώντας αυτές τις ερευνητικές υποθέσεις στρέψαμε την προσοχή μας στα Γ.Α.Κ. Κεφαλληνίας και ιδιαίτερα στο νοταριακό αρχείο του νησιού. Τα νοταριακά αρχεία είναι ένα σχετικά παρθένο έδαφος για τον ερευνητή της ναυτιλίας, όπως έχει επισημανθεί και από τους νεότερους μελετητές. Η έρευνα απέδειξε ότι πράγματι αποτελούν έναν πραγματικό θησαυρό, ο οποίος είναι σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητος όσον αφορά το ζήτημα της συγκρότησης και των μεταβολών στην κεφαλληνιακή εμπορική ναυτιλία. Η ανάγνωση των συμβολαιογραφικών πράξεων αποκάλυψε πολύτιμες πληροφορίες για την οργάνωση και τη δομή των κεφαλληνιακών ναυτιλιακών επιχειρήσεων. Πληροφορίες που αφορούν τις σχέσεις ιδιοκτησίας και της οικογενειακής συγκρότησης των επιχειρήσεων, καθώς επίσης και άφθονες πληροφορίες για το είδος των εμπορευμάτων, τα γεωγραφικά όρια της κεφαλληνιακής ναυτιλίας, τις πρακτικές της ασφάλισης, κ.α. Σε γενικές γραμμές η εργασία ακολουθεί την εξής διάρθρωση: το πρώτο κεφάλαιο αποτελεί μια θεωρητική εισαγωγή αναφορικά με το ρόλο της ναυτιλίας και του εμπορίου στην ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων στον ελληνικό χώρο και τη διαμόρφωση της ελληνικής αστικής τάξης. Επιχειρείται επίσης μια κριτική εξέταση της σχετικής συζήτησης ανάμεσα στους Έλληνες ιστορικούς, ειδικά όσους υιοθετούσαν τη μαρξιστική ανάλυση και ερμηνεία. Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται μια σύντομη αναφορά στην ιστορική πορεία του νησιού την περίοδο που καλύπτει η παρούσα διπλωματική. Κάτι τέτοιο κρίνεται απαραίτητο προκειμένου να αποκτήσουμε γνώση του ευρύτερου πλαισίου, της μεγάλης εικόνας, εντός του οποίου εξελίσσεται το φαινόμενο το οποίο έχουμε επιλέξει να εξετάσουμε. Έμφαση, πέρα από τα πολιτικά γεγονότα τα οποία έκριναν την τύχη των νησιών τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, δίνεται σε δύο κύρια ζητήματα. Επιλέξαμε να κάνουμε μια αναφορά στη διαμόρφωση των κοινωνικών τάξεων στον χώρο της Κεφαλονιάς και ιδιαίτερα στην εμφάνιση μιας νέας ελίτ σαφώς διαφοροποιημένης από την παλιά γαιοκτητική άρχουσα τάξη. Μιας «αστικής τάξης», η δημιουργία της οποίας αποτελεί τομή, δεδομένου ότι ο προσπορισμός των εισοδημάτων της γίνεται από το εμπόριο και τη ναυτιλία και όχι από τη γαιοκτησία. Το δεύτερο ζήτημα στο οποίο αναφερόμαστε είναι ο χαρακτήρας της αγροτικής παραγωγής του νησιού. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μια παρουσίαση της ανάπτυξης της ναυτιλίας στον χώρο των Ιονίων Νήσων. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στις αιτίες ανάπτυξης της κεφαλληνιακής ναυτιλίας και στα γεωγραφικά όρια δραστηριοποίησης των Κεφαλλονιτών. Οι Κεφαλλονίτες ανέπτυξαν γρήγορα έναν ισχυρό τοπικό στόλο ο οποίος άρχισε να κερδίζει θέσεις στον εμπορικό και ναυτιλιακό ανταγωνισμό της ανατολικής Μεσογείου. Με επίκεντρο τον χώρο του νησιού και τον ευρύτερο ιόνιο χώρο οι Κεφαλλονίτες άρχισαν να επεκτείνουν τη ναυτιλία του προς το χώρο αρχικά της Αδριατικής και της κεντρικής Μεσογείου. Στην πορεία οι Κεφαλλονίτες εγκαταστάθηκαν στις πόλεις της Νότιας Ρωσίας και του Δούναβη. Από αυτή τη σκοπιά επιχειρούμε μια σύντομη αναφορά στη δραστηριοποίηση των Κεφαλλονιτών στις πόλεις και τα λιμάνια της Διασποράς, καθώς κρίνουμε ότι η γνώση του ευρύτερου πλαισίου δραστηριοποίησης των Κεφαλλονιτών συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση των υποθέσεων εργασίας και των συμπερασμάτων της έρευνάς μας. Το τέταρτο και μεγαλύτερο κεφάλαιο αποτελεί το κατεξοχήν θέμα της διπλωματικής. Στο κεφάλαιο εξετάζεται η δομή και η οργανωτική μορφής της κεφαλληνιακής ναυτιλιακής επιχείρησης. Μας απασχολούν οι αλλαγές στην ιδιοκτησιακή μορφή, ο ρόλος των σχέσεων οικογένειας και καταγωγής, η σχέση εμπορίου και πλοιοκτησίας, οι εταιρικές μορφές συνεργασίας και ιδιοκτησίας, η επέκταση του θεσμού της ναύλωσης. Στο ζήτημα της ιδιοκτησίας και του σταδιακού διαχωρισμού ιδιοκτησίας – διοίκησης του πλοίου, αλλά και εμπορίου – πλοιοκτησίας, εντοπίζονται οι πιο σαφείς και σημαντικές αλλαγές στο χαρακτήρα της κεφαλληνιακής ναυτιλιακής επιχείρησης. Από αυτή τη σκοπιά είναι και τα θέματα τα οποία μας ενδιαφέρουν περισσότερο. Στη συνέχεια γίνεται μια σύντομη αναφορά στα μεγέθη και τις αλλαγές στη χωρητικότητα του στόλου με έδρα το Ιόνιο Κράτος, προκειμένου να γίνει εμφανής η αύξηση των μεγεθών και της σημασίας του στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Ακόλουθα εξετάζονται οι αλλαγές στα γεωγραφικά όρια της κεφαλληνιακής ναυτιλίας, δηλαδή οι περιοχές και τα λιμάνια προσέγγισης του κεφαλληνιακού στόλου στη διάρκεια της περιόδου που εξετάζουμε. Έπειτα γίνεται αναφορά στο είδος των εμπορευμάτων που διακινούνταν από τα κεφαλληνιακά πλοία. Στη συνέχεια ερευνούμε επίσης το ρόλο και τις αρμοδιότητες του πλοιάρχου, ενώ γίνεται προσπάθεια να εξεταστούν όποιες πληροφορίες παρέχονται σχετικά με τη διαβίωση του πληρώματος, τη μισθοδοσία και τροφοδοσία του. Παράλληλα γίνεται μια προσπάθεια να απαντηθούν ζητήματα σχετικά με την ίδια τη διεξαγωγή της εμπορικής πράξης και τον προσπορισμό του κέρδους. Τέλος δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στα ζητήματα της ναυτικής ασφάλισης και της ναυτικής δανειοδότησης. Στο 5ο και τελευταίο κεφάλαιο καταγράφουμε τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η έρευνά μας.