Μεταπτυχιακές εργασίες

Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογήhttps://beta-pandemos.panteion.gr/handle/123456789/9

Νέα

Αυτή είναι η συλλογή από το παλιό σύστημα με ID:cid:14

Περιηγούμαι

Πρόσφατες Υποβολές

Τώρα δείχνει 1 - 20 από 289
  • Τεκμήριο
    Ο σκοτεινός αριθμός της εγκληματολογίας: μεθοδολογικά ζητήματα
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Γεωργοπούλου, Σπυριδούλα Α.; Χάνος, Αντώνιος; Στράγγας, Ιωάννης; Παπαχαραλάμπους, Χάρης; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Ξεκινώντας από την διερεύνηση του εγκληματικού φαινόμενου μέσα σε μία κοινωνία και στην προσπάθεια να εξεταστεί ένα από τα πιο δύσκολα «μονοπάτια» της εγκληματολογίας αναζητούνται τρόποι προσέγγισης του λεγόμενου «σκοτεινού αριθμού της εγκληματικότητας» ή όπως αλλιώς λέγεται της αφανούς εγκληματικότητας. Έχοντας ως αφετηριακή σκέψη ότι η ίδια η μεθοδολογία της εγκληματολογίας αποτελεί τρόπο του προσδιορισμού του σκοτεινού αριθμού της εγκληματικότητας, το βασικό ερώτημα είναι αν τελικά ο σύγχρονος εγκληματολόγος μπορεί να καταλήξει με τα μεθοδολογικά εργαλεία που διαθέτει, σε έναν ακριβή και ασφαλή προσδιορισμό του λεγόμενου σκοτεινού αριθμού της εγκληματικότητας που θα έχει ως αποτέλεσμα να «ελεγχθεί»—ως έναν βαθμό — η εγκληματικότητα σε μία δεδομένη χρονική στιγμή σε έναν τόπο, να διαφανεί η πραγματική διάσταση αυτής και εν τέλει να δοθούν ουσιαστικές απαντήσεις στην ανάλυση του εν γένει εγκληματικού φαινομένου, ήτοι του εγκληματία– δράστη, του θύματος, των κοινωνικών δομών, των βιολογικών– ψυχολογικών παραγόντων, των τρόπων αντιμετώπισής του, καθώς και της αντεγκληματικής προληπτικής ή κατασταλτικής λειτουργίας και των μέσων σωφρονισμού.
  • Τεκμήριο
    ΧΘΔΕΕ και ΕΣΔΑ: η μεταξύ τους σχέση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η κανονιστική τους σημασία στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Κορμπή, Ιωάννα Δ.; Τσόλκα, Όλγα Β.; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α.; Περράκης, Στέλιος Ε.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στον ευρωπαϊκό χώρο επιτυγχάνεται σε δύο διακριτά αλλά παραλλήλως λειτουργούντα νομικά πλαίσια. Αφενός στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης και αφετέρου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συνύπαρξη αυτή και η κατ΄ επέκταση ταυτόχρονη ισχύς δύο διαφορετικών νομικών κειμένων, γεννά ερωτήματα σχετικά με τη μεταξύ τους σχέση, την ομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή τους. Αναμφίβολα η νομολογία των δύο Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων (ΕΔΔΑ και ΔΕΕ) δίνει τις κατευθυντήριες γραμμές. Ωστόσο μία ουσιαστικότερη και σαφέστερη λύση, όπως είναι η Προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ΕΣΔΑ, κρίνεται αναγκαία
  • Τεκμήριο
    Αστική ευθύνη του δημοσίου από νόμιμες ενέργειες διοικητικών οργάνων
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Μιχαλάκη, Ελευθερία Γ.; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Μαρκαντωνάτου-Σκάλτσα, Ανδρομάχη; Καραγεώργου, Βασιλική Ι.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Θέμα αυτής της μεταπτυχιακής εργασίας είναι η αναγνώριση της ύπαρξης αστικής ευθύνης του δημοσίου από νόμιμες ενέργειες των διοικητικών οργάνων. Η ελληνική έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη τέτοιας μορφής ευθύνης. Ωστόσο, η πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας δείχνει την τάση αναγνώρισης της ύπαρξης αστικής ευθύνης του δημοσίου από νόμιμες ενέργειες των διοικητικών οργάνων. Το έρεισμά της είναι η διάταξη του άρθρου 4 παράγραφος 5 του Συντάγματος, που προβλέπει ότι: «Οι έλληνες πολίτες συνεισφέρουν αδιακρίτως στα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεών τους». Περαιτέρω, προϋπόθεση αναγνώρισης της ύπαρξης αστικής ευθύνης του δημοσίου από νόμιμες ενέργειες των διοικητικών οργάνων είναι η ιδιαίτερη και σπουδαία βλάβη (ή άλλως η ασυνήθης και ειδική ζημία) που υφίσταται ο διοικούμενος εξαιτίας της νόμιμης ζημιογόνου ενέργειας των διοικητικών οργάνων.
  • Τεκμήριο
    Η παθογένεια της αυθαίρετης δόμησης: ζητήματα συνταγματικότητας
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Σιέβα, Νικολέττα Χ.; Καραγεώργου, Βασιλική Ι.; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α. -; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίο
    Καίριο και πολυδιάστατο για τη χώρα το πρόβλημα της αυθαίρετης δόμησης, λαμβάνον τέτοιες διαστάσεις που αναπόφευκτα το φέρνουν διαρκώς στην επικαιρότητα. Οι συνεχείς απόπειρες «τακτοποίησης» των αυθαιρέτων κατασκευών έρχονται να επισφραγίσουν την αδυναμία της Πολιτείας να χειριστεί το θέμα. Η διοίκηση κωφεύει, η νομοθεσία υπακούει στα κελεύσματα του ταμειακού συμφέροντος και το ΣτΕ προβάλλει ως μοναδική ελπίδα προκειμένου να εμφιλοχωρήσει η νομιμότητα στον πολεοδομικό σχεδιασμό, με εργαλείο του τον έλεγχο της συνταγματικότητας των ανά τακτά χρονικά διαστήματα παραγωμένων νομοθετημάτων. Στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης θα εξετάσουμε σφαιρικά το ζήτημα της αυθαίρετης δόμησης. Εκκινώντας από μία σύντομη έκθεση του ιστορικό νομοθετικού πλαισίου, ώστε να δούμε τις διαχρονικές επιλογές του νομοθέτη, συνεχίζουμε την ανάλυση των βασικών, αφορωσών στην αυθαίρετη δόμηση, εννοιών. Ακολούθως, αναλύεται πού ερείδεται η προστασία του ορθολογικού πολεοδομικού σχεδιασμού, παρατίθεται ο γενικός κανόνας της κατεδάφισης και εξηγείται πότε η κατεδάφιση της αυθαίρετης κατασκευής είναι συνταγματικά ανεκτή. Εν συνεχεία, ως αναγκαίως συνεχόμενη με το υπό εξέταση θέμα, σχολιάζεται η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η κρίση του Δικαστηρίου, αναφορικά με τη συνταγματικότητα των επίμαχων νομοθετημάτων και πώς, τέλος, νομοθεσία και νομολογία διαλέγονται για να διαμορφώσουν την παρούσα πολεοδομική εικόνα. Εν κατακλείδι, παρατίθενται συμπερασματικές σκέψεις επί του συνόλου των τεθειμένων ζητημάτων της παρούσας μελέτης.
  • Τεκμήριο
    Οι νομοθετικές ρυθμίσεις για την επιτάχυνση της διοικητικής δικαιοσύνης υπό το φως της νομολογίας στο Στρασβούργο: η ελληνική ανταπόκριση
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Αγορίτσα, Βασιλική Ν.; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Καραγιώργου, Βασιλική; Κουτνατζής,Στυλιανός; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίο
    Η επιρροή της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει αποδειχθεί καταλυτική για τις εθνικές έννομες τάξεις, ακόμα και σε ζητήματα που εκ πρώτης άποψης φαντάζουν αμιγώς «εσωτερικά», όπως η διάρκεια της δίκης, την οποία η ΕΣΔΑ αναγόρευσε σε ειδικότερη πτυχή του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Η παρούσα μελέτη αναφέρεται στο ζήτημα αυτό, επ’ αφορμή της διαπίστωσης από το Δικαστήριο του Στρασβούργου του συστημικού προβλήματος καθυστέρησης των δικών που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά διοικητικά δικαστήρια και το ΣτΕ. Ειδικότερα, αφού προηγηθεί η ανάλυση του θεμελιώδους δικαιώματος στην πλήρη, αποτελεσματική και σύντομη δικαστική προστασία σε εσωτερικό και ευρωπαϊκό δίκαιο, γίνεται η οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής των άρθρων 6 και 13 της ΕΣΔΑ, αναδεικνύεται η σημασία της ταχύτητας στην απονομή της δικαιοσύνης και αναπτύσσονται η έννοια του ευλόγου χρόνου, το εναρκτήριο σημείο αυτού και τα τέσσερα κριτήρια, τα οποία το Στρασβούργο θέτει ως παραμέτρους για να εκτιμήσει την υπέρβαση αυτού. Επίσης παρουσιάζεται και η πρώτη απόφαση-πιλότος του ΕΔΔΑ για την Ελλάδα με την οποία διαπιστώθηκε ακριβώς το δομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά διοικητικά δικαστήρια ως προς την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης. Περαιτέρω, θα γίνει αναφορά στο ρόλο της εντός του κράτους αποτελεσματικής προσφυγής για την διαπίστωση της υπέρβασης του ευλόγου χρόνου και θα παρουσιασθεί το παράδειγμα της Ελλάδας, η μεγάλη καθυστέρηση στην απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης και τα γενικά και ειδικά νομοθετικά μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος, κυρίως υπό το φως της νομολογίας του Στρασβούργου. Η μελέτη κλείνει με μια προσπάθεια καταγραφής ενδεικτικών τρόπων αντιμετώπισης της αυξημένης διάρκειας της εκκρεμοδικίας που δυστυχώς, παρά τις όποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες, εξακολουθεί να υφίσταται.
  • Τεκμήριο
    Ο προσυμβατικός έλεγχος της διοίκησης που αφορά σε περιβαλλοντικά ζητήματα στη δημόσια σύμβαση: τα περιβαλλοντικά κριτήρια ανάθεσης μιας δημόσιας σύμβασης
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Παναγιωτοπούλου, Κυριακή Π.; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Καραγεώργου, Βασιλική Ι.; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Με την παρούσα μελέτη επιχειρείται η διερεύνηση ενός νέου για τη χώρα μας αλλά και για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση εργαλείου, το οποίο σκοπεύει να συμβάλλει στην προστασία και στην αναβάθμιση της ποιότητας του περιβάλλοντος. Η «πράσινη» δημόσια σύμβαση επιτρέπει στην αναθέτουσα αρχή να λαμβάνει υπόψη περιβαλλοντικές παραμέτρους σε όλα τα στάδια για την σύναψη μιας δημόσιας σύμβασης για την προμήθεια προϊόντων, υπηρεσιών και έργων. Το Δικαστήριο της πρώην Ευρωπαϊκής Κοινότητας έκανε το πρώτο βήμα προς την αναγνώριση μιας τέτοιας δυνατότητας, ενώ η οδηγία 2004/18/ΕΚ έθεσε το κανονιστικό πλαίσιο αυτής της δυνατότητας, καθώς όρισε ότι μπορεί να λαμβάνονται υπόψη και άλλα κριτήρια προκειμένου να οδηγηθούμε στην πλέον συμφέρουσα από οικονομικής άποψης προσφορά και όχι αποκλειστικά το κριτήριο της προσφερόμενης τιμής. Η νέα οδηγία 2014/24/ΕΕ αν και δεν θέσπισε με υποχρεωτικό τρόπο την ανάγκη συνυπολογισμού οικολογικών παραμέτρων κατά την ανάθεση μιας δημόσιας σύμβασης προχώρησε ένα ακόμα βήμα την οικολογική δημόσια σύμβαση, καταργώντας το κριτήριο της χαμηλότερης τιμής. Τα κράτη μέλη και ιδίως η χώρα μας είναι διστακτικά στην υιοθέτηση του ως άνω εργαλείου αν και τα οφέλη σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι πολλά υποσχόμενα. Μένει να φανεί η αποτελεσματικότητά τους και συνακόλουθα η ειλικρίνεια στην εφαρμογή των στόχων της νέας οδηγίας στο πλαίσιο της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020».
  • Τεκμήριο
    Το πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων υπό μορφή αντιστάθμισης για υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Τζάντα, Δήμητρα Ν.; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Μαρκαντωνάτου-Σκάλτσα, Ανδρομάχη; Καραγεώργου, Βασιλική Ι.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος συνιστούν βασική συνιστώσα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, καθώς διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο για τη διασφάλιση της κοινωνικής, οικονομικής και εδαφικής συνοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μάλιστα η Συνθήκη της Λισσαβώνας υπογραμμίζει τη σημασία των εν λόγω υπηρεσιών μέσω του άρθρου 14 καθώς και του Πρωτοκόλλου υπ΄αριθμόν 26 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προκειμένου οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος να παρέχονται υπό αποδεκτούς οικονομικούς όρους, απαιτείται συχνά κρατική οικονομική στήριξη υπό τη μορφή αντιστάθμισης για την παροχή της δημόσιας υπηρεσίας. Η παροχή αυτών των υπηρεσιών διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών καθώς εξαρτάται από την τεχνολογική και οικονομική πρόοδο και επηρεάζεται από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και συνεπώς εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου. Ως υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος νοούνται οικονομικές δραστηριότητες με γενικό δημόσιο όφελος βάσει κριτηρίου γενικού συμφέροντος, οι οποίες δεν ήταν δυνατό να παρασχεθούν από την αγορά χωρίς την παρέμβαση του κράτους. Οι δημόσιες αρχές του κράτους, σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, διαθέτουν ευρεία διακριτική ευχέρεια στον προσδιορισμό των υπηρεσιών εκείνων που δύναται να χαρακτηρισθούν ως γενικού οικονομικού συμφέροντος, η οποία τελεί υπό τους περιορισμούς που επιβάλλει το δίκαιο της Ένωσης καθώς και ο έλεγχος του προδήλου σφάλματος στον οποίο προβαίνει η Επιτροπή εκτιμώντας το κατά πόσο μία υπηρεσία μπορεί να παρασχεθεί από την αγορά και κατά πόσο μπορεί να χαρακτηρισθεί ως γενικού οικονομικού συμφέροντος. Η εξέλιξη της σχετικής νομολογίας φαίνεται να ακολούθησε δύο διαφορετικές προσεγγίσεις μέχρι να καταλήξει στην ενδιάμεση – quid pro quo- προσέγγιση στην καθοριστικής σημασίας Απόφαση Altmark. Η πρώιμη διερεύνηση του ζητήματος από το Δικαστήριο το οδήγησε να ακολουθήσει την αποζημιωτική προσέγγιση υποστηρίζοντας ότι στην έννοια της κρατικής ενίσχυσης υπάγεται κάθε είδους πλεονέκτημα που χορηγεί το δημόσιο σε κάθε είδους επιχείρηση αλλά αρνείται την υπαγωγή των κρατικών αντισταθμίσεων για την παροχή ΥΓΟΣ στην έννοια της κρατικής ενίσχυσης εφόσον το εν λόγω βοήθημα απλώς καλύπτει το έλλειμμα που υφίσταται μία επιχείρηση επιφορτισμένη με την παροχή ΥΓΟΣ. Αντίθετα, βάσει της προσέγγισης που προτάσσει την προστασία του ανόθευτου ανταγωνισμού, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο χαρακτηρισμός του κρατικού μέτρου είναι αντικειμενικός και ως εκ τούτου, η χορήγηση αντισταθμίσματος για την παροχή ΥΓΟΣ εντάσσεται καταρχήν στην έννοια της κρατικής ενίσχυσης ανεξαρτήτως αιτίας ή σκοπού. Τελικώς, η νομολογία, κατά την στάθμιση της ανάγκης μεταξύ αφενός επαρκούς και αποτελεσματικής παροχής δημόσιας υπηρεσίας και αφετέρου προστασίας του ανταγωνισμού, η λύση πρέπει να δίδεται ad hoc, εξετάζοντας ενδελεχώς τα ιδιαίτερα δεδομένα της κάθε περίπτωσης. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Υπόθεση Altmark έκρινε ότι οι κρατικές αντισταθμίσεις για την παροχή ΥΓΟΣ δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις υπό την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ, υπό ορισμένες όμως περιοριστικές, σωρευτικά εφαρμοζόμενες προϋποθέσεις, αποκλείοντας καταρχήν την εφαρμογή του άρθρου 106 παρ. 2 ΣΛΕΕ για τη δικαιολόγηση των αντισταθμίσεων που δεν πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις. Η εν λόγω υπόθεση υπήρξε ως εκ τούτου καθοριστικής σημασίας για τον ορισμό των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Μετά την αναθεώρηση της δέσμης κρατικών ενισχύσεων στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ – Δέσμη post-Altmark), από 30.01.2012 άρχισε να ισχύει το νέο πλαίσιο της Ε.Ε για τις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Η νέα δέσμη των κανόνων για τις ΥΓΟΣ καθορίζει τους όρους συμβατότητας ενισχύσεων υπό μορφή αντιστάθμισης για παροχή δημόσιας υπηρεσίας, όταν οι δημόσιες αρχές των κρατών μελών αποφασίσουν να συγκροτήσουν και να χρηματοδοτήσουν ΥΓΟΣ μέσω κρατικής ενίσχυσης. Τα κράτη μέλη, κατ’ εφαρμογή της νέας δέσμης κανόνων για τις ΥΓΟΣ, υποχρεούνται αφενός να ενημερώσουν κατά πόσον έχουν οποιαδήποτε υφιστάμενα καθεστώτα ενισχύσεων όσον αφορά την αντιστάθμιση για παροχή δημόσιας υπηρεσίας τα οποία πρέπει να ευθυγραμμιστούν με το νέο πλαίσιο ΥΓΟΣ και αφετέρου, να υποβάλουν στην Επιτροπή έως 30 Ιουνίου 2014 την πρώτη Έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του νέου πλαισίου για τις ΥΓΟΣ (άρθρο 9 της Απόφασης ΥΓΟΣ και παρ. 62 του Πλαισίου ΥΓΟΣ).
  • Τεκμήριο
    Tο «κούρεμα» των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου (PSI): νομικά ζητήματα, συνέπειες και προεκτάσεις
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Πέτρου, Παρασκευή Γ.; Μπώλος, Άγγελος Π.; Δούβλης, Βασίλης Α.; Ρούσσης, Δημήτριος Κ.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους αποτέλεσε την μεγαλύτερη μέχρι σήμερα αναδιάρθρωση κρατικού χρέους και την πρώτη περίπτωση αναδιάρθρωσης χρέους για κράτος – μέλος της Ευρωζώνης. Ορισμένα από τα προβληματικά σημεία της διαδικασίας τέθηκαν στην κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας με αιτήσεις ακυρώσεως που άσκησαν μη συναινέσαντες κάτοχοι ομολόγων. Η παρούσα μελέτη αποτελεί μία συνοπτική αναφορά στα κυριότερα νομικά ζητήματα που ανέδειξε το εγχείρημα του PSI τόσο από άποψη δημοσίου όσο και από άποψη ιδιωτικού δικαίου. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μία πολύ συνοπτική ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη του ελληνικού χρέους με έμφαση στα δεδομένα που χρησιμεύουν για να κατανοήσουμε στη συνέχεια τα νομικά ζητήματα της διαδικασίας. Η συνοπτική ιστορική αναδρομή κλείνει με την αναφορά στις κομβικής σημασίας αποφάσεις του Eurogroup και την δομή του ν. 4050/2012, που αποτελεί τον σκελετό της διαδικασίας του PSI. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται τα νομικά ζητήματα του «κουρέματος» από άποψη δημοσίου και ευρωπαϊκού δικαίου και οι βάσεις των αξιώσεων των θιγέντων επενδυτών έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Η προσβολή των περιουσιακών δικαιωμάτων των θιγέντων επενδυτών, η αμφίβολη αναλογικότητα και η προσβολή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης είναι τα προεξέχοντα νομικά ζητήματα που εξετάζονται με παράλληλη αναφορά και σχολιασμό των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται στην προστασία των επενδυτών στο πλαίσιο του δικαίου της κεφαλαιαγοράς με έμφαση στον επενδυτή καταναλωτή -«μικροομολογιούχο». Θα αξιολογήσουμε τη συμπεριφορά των επενδυτικών συμβούλων (ΠΙ και ΕΠΕΥ) στο πλαίσιο της αγοράς ΟΕΔ υπό το πρίσμα των γενικών διατάξεων, των ειδικότερων διατάξεων της MiFID και των διατάξεων του ν. 2251/1994 για την προστασία του καταναλωτή. Στην αξιολόγηση βοηθά σημαντικά η νομολογία της τελευταίας πενταετίας για τα ομόλογα Lehman Brothers. Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται μία αδρομερής αναφορά στις αναδιαρθώσεις χρέους της Ρωσίας και της Αργεντινής με έμφαση στις σημαντικότερες δικαστικές διαμάχες από τις οποίες αντλούμε χρήσιμα στοιχεία για την αντιμετώπιση των διαφορών των θιγέντων επενδυτών με τα κράτη – εκδότες. Στην εμπειρία της Αργεντινής αναφερόμαστε και στο ρόλο των διεθνών κερδοσκοπικών funds, που, όμως, είναι πιο περιορισμένος ή πιο σιωπηλός στην περίπτωση του ελληνικού «κουρέματος». Τέλος, καταλήγουμε σε συμπερασματικές παρατηρήσεις και αναδεικνύουμε τις σημαντικότερες προεκτάσεις του PSI.
  • Τεκμήριο
    Η επίδραση του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Ελληνικό Σύνταγμα
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2013) Τσιγάρα, Ελισσάβετ Χ.; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α.; Φουντεδάκη, Πηνελόπη Ν.; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Το κείμενο του Συντάγματος θεωρείται ότι έχει μία ιδιαίτερη τυπική ιδιότητα, διαθέτει αυξημένη τυπική δύναμη, έχει δηλαδή απέναντι σε όλους τους νόμους και σε όλες τις κρατικές πράξεις μια τυπική υπεροχή. Το άρθρο 28 του Συντάγματος περιλαμβάνει τους διαδικαστικούς κανόνες οι οποίοι καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα εκφράζει συνταγματικώς έγκυρα τη βούληση της να δεσμευτεί συμβατικά σε διεθνές επίπεδο. Από την άλλη το Ευρωπαϊκό δίκαιο είναι μία έννοια η οποία εμπεριέχει ένα ευρύ σύνολο θεσμών και έννομων τάξεων. Βασίζεται στο πλαίσιο της διακρατικής συνεργασίας στην Ευρώπη και στηρίζεται κυρίως σε δύο οργανισμούς: την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Συμβούλιο της Ευρώπης. Στην εν λόγω εργασία θα εξεταστούν διεξοδικά πέντε υποθέσεις οι οποίες έδειξαν στην πράξη την επίδραση του ελληνικού Συντάγματος από το Ευρωπαϊκό δίκαιο. Οι υποθέσεις θα εξεταστούν στο πλαίσιο της μεθόδου «μελέτη περιπτώσεων» (case study), ώστε να αποκτήσει μία πιο συγκεκριμένη οπτική γωνία η θεωρητική «σύγκρουση». Οι αποφάσεις των Ελληνικών Δικαστηρίων, του ΔΕΕ, του ΕΔΔΑ θα αποτελέσουν το πεδίο έρευνας για να ανιχνευτεί η βαθύτερη σημασία αυτής της επίδρασης. Οι περιπτώσεις θίγουν διαφορετικά αντικείμενα αλλά όλα τα αντικείμενα θίγουν τη σχέση του Ευρωπαϊκού δικαίου με το ελληνικό Σύνταγμα.
  • Τεκμήριο
    Ζητήματα αρμοδιότητας της Ε.Ε σε επίπεδο θέσπισης εφαρμογής και ερμηνείας ποινικών κανόνων: το παράδειγμα των οδηγιών 2010/64 και 2012/13 Ε.Ε
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Ταγκλή, Κωνσταντίνα Α.; Τσόλκα, Όλγα Β.; Καντιάνης, Αναστάσιος; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Οι σχέσεις μεταξύ ενωσιακού ποινικού δικαίου και ποινικού δικαίου των κρατών μελών. Η εξουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να θεσπίζει ποινικούς κανόνες. Το νομοθετικό εργαλείο της Οδηγίας. Η ερμηνεία του ενωσιακού ποινικού δικαίου από τα εθνικά συστήματα. Η ενσωμάτωση των οδηγιών 201/64 και 2012/13 στην ελληνική έννομη τάξη. Οι αλλαγές μετά τη συνθήκη της Λισαβόνας. Οι αρχές του ενωσιακού ποινικού δίκαιο. Τα άρθρα 82 και 83 της ΣΛΕΕ
  • Τεκμήριο
    Ο θεσμός της διαιτησίας και της διαμεσολάβησης στο αθλητικό δίκαιο
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Καμπουρίδης, Δημήτριος Σ.; Μπώλος, Άγγελος Π.; Δούβλης, Βασίλης Α.; Βασιλόπουλος, Σωτήριος Η.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα στο οικοδόμημα του Αθλητισμού αποτελεί ο τρόπος επίλυσης των διαφορών που ανακύπτουν από την εφαρμογή των κανόνων δικαίου στο αθλητικό γίγνεσθαι. Ο αθλητισμός είναι ένας κόσμος ο οποίος εδρεύει εντός οργανωμένης κοινωνίας, θεσπισμένος χάριν δημοσίου κυρίως σκοπού. Οι συγκρούσεις και οι διαφορές που αναφύονται στο πεδίο του θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με γνώμονα τα αθλητικά και φίλαθλα ήθη καθώς επίσης της ιδέας του αθλητισμού. Παράλληλα, ο αθλητισμός σήμερα θεωρείται έδαφος πρόσφορο για την ανάπτυξη ευρείας οικονομικής δραστηριότητας, αναπτυσσομένης κατά κύριο λόγο από σωματεία και Αθλητικές Ανώνυμες Εταιρείες, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου τα οποία αποκομίζουν σημαντικά οικονομικά οφέλη. Συνεπώς, η ταχεία επίλυση της διαφοράς η οποία ωστόσο θα εναρμονίζεται παράλληλα με τις αρχές της ορθής δίκης αποτελεί σκοπούμενο και προαπαιτούμενο του δικαιοδοτικού μηχανισμού. Τα χαρακτηριστικά του θεσμού της Διαιτησίας φαίνεται πως ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληρούν τα αθλητικά όργανα απονομής δικαιοσύνης ώστε να κρίνονται αποτελεσματικά. Για τον λόγο αυτό, ο εν λόγω θεσμός εφαρμόζεται κατά κύριο λόγο στην επίλυση των διαφορών τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο με πρότυπο ομαλούς λειτουργίας και εκφραστή της λεγόμενης lex sportiva το C.A.S, χωρίς ωστόσο να ελλείπουν οι προβληματισμοί ως προς το αν στην πραγματικότητα αναφερόμαστε σε ex lege θεμελίωση αναγκαστικής Διαιτησίας. Παράλληλα, ο θεσμός της διαμεσολάβησης, ο οποίος συνιστά μια αποτελεσματική μέθοδο εναλλακτική επίλυσης διαφορών παρέχει μια επιπρόσθετη δυνατότητα για την πληρέστερη αντιμετώπιση των αθλητικών διαφορών. Παρά το γεγονός αυτό εντούτοις, η αθλητική διαμεσολάβηση σε εθνικό επίπεδο θεωρείται terra incognita. Η ορθή ενσωμάτωση των ανωτέρω θεσμών στο νέο αθλητικό νόμο, του οποί-ου επίκειται η ψήφιση στο προσεχές μέλλον, θα αποτελέσει έρεισμα και εφαλτήριο για την προοδευτική βελτίωση των κακώς κειμένων στον αθλητικό χώρο.
  • Τεκμήριο
    Η διοικητική κράτηση των υπηκόων τρίτων χωρών στο ευρωπαϊκό δίκαιο των δικαιωμάτων του ανθρώπου
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Τσιριμιάγκου, Γεωργία Σ.; Κουτνατζής, Στυλιανός; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Ο όρος διοικητική κράτηση αναφέρεται στην κράτηση ενός αλλοδαπού με απόφαση διοικητικής αρχής (συνήθως αστυνομικής ή άλλης κατασταλτικής αρχής), χωρίς δικαστική απόφαση και θεωρείται ως ένα μη σωφρονιστικό μέτρο που σκοπό έχει να διευκολύνει την μεταγενέστερη απομάκρυνσή του ατόμου από την επικράτεια. Η έννοια αυτή της διοικητικής κράτησης είναι νέα στην ελληνική αλλά και στις λοιπές ευρωπαϊκές έννομες τάξεις. Εμφανίζεται τις τελευταίες δεκαετίες και αφορά αλλοδαπούς που εισέρχονται ή βρίσκονται χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα σε ένα κράτος. Το θέμα της διοικητικής κράτησης έχει απασχολήσει τα εθνικά δικαστήρια αλλά και τα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα, κυρίως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), το οποίο ασχολήθηκε κυρίως με το θέμα της νομιμότητας της κράτησης, τις συνθήκες και την διάρκειά της. Με στόχο να γίνει μια γενική επισκόπηση της κατάστασης της διοικητικής κράτησης γίνεται μια προσπάθεια προσέγγισης της έννοιας και των χαρακτηριστικών της, αλλά και των συνθηκών που δημιουργούνται με την διοικητική κράτηση μέσω της Ελληνικής αλλά και Ευρωπαϊκής νομοθεσίας και νομολογίας.
  • Τεκμήριο
    Δημοσιότητα της δίκης και προσωπικά δεδομένα
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 29/04/2015) Ζαχαρή, Σοφία Β.; Χάνος, Αντώνιος; Αραβαντινός, Βασίλειος Θ.; Σοφός, Θεμιστοκλής; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Η δημοσιότητα της δίκης μπορεί να λάβει χώρα είτε άμεσα, επιτρεπομένης της παρουσίας οποιουδήποτε προσώπου κατά την διάρκεια της διαδικασίας στο ακροατήριο, είτε έμμεσα, δηλαδή μεταδιδομένων των όσων διαδραματίζονται στην αίθουσα του δικαστηρίου σε τρίτα πρόσωπα με διάφορους τρόπους (κυρίως μέσω της αναμετάδοσής τους από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.) Η δημοσιότητα αυτή αναμφισβήτητα εξυπηρετεί κοινωνικοπολιτικούς σκοπούς καθώς όχι μόνον εξασφαλίζει διαφάνεια στην διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης αλλά ικανοποιεί θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα πληροφόρησης και το δικαίωμα της έκφρασης διασφαλίζοντας το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Επιπρόσθετα η δημοσιότητα εμφανίζεται σε όλα τα στάδια της δικανικής διαδικασίας και μ’ αυτόν τον τρόπο εξυπηρετεί σκοπούς ενημέρωσης αλλά και δημόσιας ασφάλειας αφού διαθέτει εγκληματοπροληπτικό ρόλο στο μέτρο που διευκολύνει συλλήψεις ή καταδιώξεις στα πλαίσια π.χ μίας ποινικής δίκης. Παρά ταύτα, αν και με την διαδικασία της δημοσιότητας διασφαλίζονται εγγυήσεις, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να απειλούνται δικαιώματα προσώπων, πολλές φορές και ευαίσθητων, αφού η δημοσίευση προσωπικών στοιχείων στα πλαίσια μίας δίκης μπορεί να εκθέσει το πρόσωπο σημαντικά ενδεχομένως και ανεπανόρθωτα και να προκαλέσει δυσμενέστατες επιπτώσεις στην προσωπικότητα, την ιδιωτική ζωή του και τα προσωπικά του δεδομένα. Προς τούτο, αν και η δημοσιότητα της δίκης κατοχυρώνεται συνταγματικά ως θεμελιώδης αρχή του δικαίου σε όλες τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες, εντούτοις αυτή περιορίζεται ή και αποκλείεται όταν τούτο κρίνεται απαραίτητο και πάντοτε αφού προηγουμένως σταθμιστούν τα συγκρουόμενα δικαιώματα σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, δεδομένης και της ιδιαιτερότητας της εκάστοτε περιπτώσεως. Με άλλα λόγια, όταν η εν λόγω δημοσιότητα κριθεί επιβλαβής, παραβιάζει δικαιώματα ή προσβάλλει υπέρτατες αξίες και ως εκ τούτου δημιουργεί αρνητικές καταστάσεις, οι οποίες ουδόλως συνάδουν με τους επιτελούμενους υπ’ αυτής σκοπούς, τότε επιβάλλεται η νομοθετική ή η νομολογιακή παρέμβαση, προκειμένου να ρυθμιστεί η σύγκρουση και να βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στις αρχές του κράτους δικαίου και στην υπέρτατη αξία της προσωπικότητας του ανθρώπου.
  • Τεκμήριο
    Η εξωτερική αμέλεια στη γενική θεωρία του αδικήματος με το παράδειγμα του ποινικού δικαίου
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Χαντζηχρήστου, Μαρία-Παρασκευή Κ.; Στράγγας, Ιωάννης; Παπαχαραλάμπους, Χάρης, 1962-; Σοφός, Θεμιστοκλής; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την εξωτερική αμέλεια στην γενική θεωρία του αδικήματος και κυρίως στο ποινικό δίκαιο. Η αμέλεια αποτελεί μία έννοια του δικαίου που έχει εγείρει ποικίλες θεωρητικές και νομολογιακές συγκρούσεις. Υπάρχει η άποψη ότι η αμέλεια ότι εκτός από στοιχείο υπαιτιότητας (εσωτερική αμέλεια) αποτελεί και στοιχείο του αδίκου (εξωτερική αμέλεια) υπό την ερμηνεία της εξωτερικά εσφαλμένης συμπεριφοράς. Η παρούσα μελέτη παρουσιάζει τις απόψεις που έχουν αναπτυχθεί για την αμέλεια, τις προσεγγίσεις τις εξωτερικής αμέλειας καθώς και τα κριτήρια της τελευταίας. Επιπλέον παραθέτει την λειτουργία της εξωτερικής αμέλειας στο πλαίσιο της διερεύνησης της αντικειμενικής υπόστασης ενός εξ αμελείας εγκλήματος. Τέλος, παρουσιάζει την σχέση μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής αμέλειας καθώς και μία νεότερη προσέγγιση της πρώτης βασισμένη στην τελολογική ερμηνεία του άρθρου 28 ΠΚ.
  • Τεκμήριο
    Η εφαρμογή της νομοθεσίας σε ζητήματα άρσης του απορρήτου στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Μπιθέλη, Μαγδαληνή Χ.; Χάνος, Αντώνιος; Αραβαντινός, Βασίλειος Θ.; Σοφός, Θεμιστοκλής; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Αντικείμενο του παρόντος πονήματος θα αποτελέσει, κατά κύριο λόγο, η ερμηνεία του άρθρου 19 παρ. 1 εδ. α΄ Σ, δυνάμει του οποίου προστατεύεται το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, στο γενικότερο όμως πλαίσιο των νέων τεχνολογιών και ιδίως στο τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Θα εξετάσουμε, περαιτέρω, το μείζονος σημασίας θέμα των περιορισμών που υφίσταται το επικοινωνιακό απόρρητο από το άρθρο 19 παρ. 1 εδ β’ Σ, στο οποίο εμπεριέχεται ειδική επιφύλαξη νόμου, με την οποία ο συντακτικός νομοθέτης αναθέτει στον κοινό νομοθέτη το έργο να θεσπίσει τις εγγυήσεις υπό τι οποίες η δικαστική αρχή θα μπορεί να διατάξει την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Θα μας απασχολήσει, ακόμη, το αμφιλεγόμενο ζήτημα της ένταξης ή μη των εξωτερικών στοιχείων της επικοινωνίας στην προστατευτική σφαίρα του απορρήτου, εστιάζοντας στις υπ’ αριθμ. 9/2009, 12/2009, 9/2011 γνωμοδοτήσεις της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, με τις οποίες η τελευταία, σε μία conta legem ερμηνεία, αποφαίνεται ότι το απόρρητο αφορά μόνο το περιεχόμενο της επικοινωνίας, και ως εκ τούτου, η χορήγηση πληροφοριών που αφορούν τα εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας δεν εμπίπτει στην προστασία του άρθρου 19 του Συντάγματος και συνακόλουθα στις διαδικασίες άρσεως του απορρήτου κατά το Ν. 2225/1994 (ΦΕΚ Ά 121/20–07-1994). Τέλος, θα αποκαλύψουμε κάποιες από τις πτυχές της ευθείας σύγκρουσης των ανωτέρω γνωμοδοτήσεων με την εθνική νομοθεσία, μέρος της νομολογίας και το σύνολο σχεδόν της θεωρίας.
  • Τεκμήριο
    Τα συστήματα εκλογής των ευρωβουλευτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση: το ζήτημα της συμμετοχής
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Αγγελοπούλου, Μαρία Α.; Κανελλοπούλου-Μαλούχου, Μαρία-Νέδα Α.; Καραγεώργου, Βασιλική Ι.; Πασσάς, Αργύρης Γ.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Οι Ευρωεκλογές που διεξήχθησαν τον Μάιο του 2014 συγκέντρωσαν το παγκόσμιο ενδιαφέρον, καθώς ήταν οι πρώτες έπειτα από πέντε χρόνια ύφεσης και λιτότητας στην Ευρώπη. Η δυσαρέσκεια στις πολιτικές της ΕΕ υπήρξε έντονη και μεταφέρθηκε εντός του ΕΚ μέσω της διαδικασίας εκλογής των μελών του. Ωστόσο, όπως τόνιζε και το βασικό μήνυμα του ΕΚ, αυτή τη φορά ήταν διαφορετικά . Ήταν διαφορετικά γιατί οι ψηφοφόροι είχαν τη δυνατότητα να συμβάλουν στην ενδυνάμωση ή στην αλλαγή της πορείας της Ευρώπης για την αντιμετώπιση της κρίσης. Από το 2009 όταν ενισχύθηκαν οι εξουσίες του ΕΚ, οι Ευρωβουλευτές νομοθετούν, μεταξύ άλλων, για την αποτελεσματική δημοσιονομική πειθαρχία και την εκκαθάριση προβληματικών τραπεζών. Οι ψηφοφόροι είχαν περισσότερη επιρροή από ποτέ, καθώς το ΕΚ, το μόνο άμεσα εκλεγμένο όργανο της ΕΕ, έχει πλέον ισότιμο λόγο με τις εθνικές κυβερνήσεις στο σύνολο σχεδόν των νόμων της ΕΕ. Επιπλέον, για πρώτη φορά, το νέο ΕΚ καθόρισε τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του εκτελεστικού σώματος της ΕΕ. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέλεξε νέο επικεφαλής της Κομισιόν με πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν. Τα Ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα πρότειναν τους υποψηφίους τους για τη θέση πριν τις Ευρωπαϊκές εκλογές, επιτρέποντας έτσι στους πολίτες να έχουν λόγο στην εκλογή του επόμενου Προέδρου της Επιτροπής. Στο πρώτο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας αναφέρεται συνοπτικά η συνεισφορά του ΕΚ στην πορεία ολοκλήρωσης της ΕΕ, ο ρόλος του στη λειτουργία των θεσμών της, οι αρμοδιότητες και η οργάνωσή του. Επίσης, απαριθμούνται οι κοινοί κανόνες διεξαγωγής των ευρωεκλογών, οι οποίοι ισχύουν για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, παρουσιάζεται η κατανομή των εδρών του Κοινοβουλίου στα κράτη μέλη (για τις εκλογές του 2014) και αναλύονται μέθοδοι, οι οποίες εφαρμόζονται για την κατανομή των εδρών. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται με μεθοδολογία κατάταξης σε ενότητες οι ειδικές εκλογικές εθνικές διατάξεις, οι οποίες ισχύουν σε κάθε ένα από τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ. Στο τρίτο κεφάλαιο, στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται συγκριτικά οι διαφορές, οι οποίες προκύπτουν στη διαδικασία διεξαγωγής των ευρωεκλογών λόγω των διαφοροποιήσεων στην εκλογική νομοθεσία κάθε κράτους μέλους (εθνικές διατάξεις) και αναπτύσσεται ένα πλαίσιο πρότασης ενδεχόμενης διεύρυνσης των κοινών κανόνων, με στόχο την επίτευξη βελτιωμένης ομοιογένειας στη διαδικασία διεξαγωγής των Ευρωεκλογών. Στην τελευταία ενότητα του κεφαλαίου αναλύονται τα ποσοστά συμμετοχής των ψηφοφόρων στις ευρωεκλογές και συσχετίζονται με ποσοτικούς και ποιοτικούς παράγοντες, οι οποίοι χαρακτηρίζουν τα κράτη μέλη της ΕΕ. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να καταγραφούν και να αναλυθούν συγκριτικά, οι διατάξεις και οι διαδικασίες διεξαγωγής των ευρωεκλογών σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ, να προταθούν τομείς ενδεχόμενης βελτίωσης της διαδικασίας διεξαγωγής των ευρωεκλογών με στόχο την επίτευξη αυξημένης ομοιογένειας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και τέλος να διερευνηθεί τυχόν συσχέτιση της εκλογικής νομοθεσίας ή και άλλων κοινωνικοοικονομικών χαρακτηριστικών με το ποσοστό συμμετοχής στις ψηφοφορίες, την περίοδο 1979 – 2014.
  • Τεκμήριο
    Σύγχρονες μορφές οργανωμένου εγκλήματος
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Σταμάτη, Βασιλική Δ.; Παπανεοφύτου, Αγάπιος Αν.; Τζωρτζής, Γεώργιος; Ζιούβας, Δημήτρης Λ.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Η παρούσα εργασία ασχολείται με την εξέταση του εγκλήματος της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση και μελετάει αυτό περαιτέρω υπό το πρίσμα της διάκρισής του από άλλες συγγενείς έννοιες, όπως τη συμμορία, την τρομοκρατία, τα οικονομικά εγκλήματα και το «κατ’ επάγγελμα» έγκλημα, λόγω της ομοιότητας ορισμένων χαρακτηριστικών τους. Νομοθετικά το ζήτημα της πάταξης του οργανωμένου εγκλήματος και η τιμώρηση των μελών του αντιμετωπίσθηκε διεθνώς αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σε ενωσιακό επίπεδο προσδιορίσθηκαν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος που οφείλουν οι εθνικές αρχές να λαμβάνουν υπ’ όψη, ώστε να εξετάσουν μία παράνομη δράση ως μορφή οργανωμένου εγκλήματος. Αυτό συνέβη με τη μορφή υιοθέτησης του εγγράφου 6204/1997 ENFOPOL 35 REV 2 του Συμβουλίου της Ε.Ε. Από την άλλη πλευρά διεθνώς έχουμε τη Σύμβαση του Παλέρμο του 2000, την οποία υιοθέτησε και η ελληνική νομοθεσία, παρόλο που η Ελλάδα δε συμμετείχε στην υπογραφή της Σύμβασης. Το κείμενο της διεθνούς σύμβασης αποτυπώθηκε στον εθνικό νόμο 2928/2001 ο οποίος τροποποίησε το αρ. 187 του Ποινικού Κώδικα. Έτσι σήμερα στην ελληνική νομοθεσία οι διατάξεις που ισχύουν για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος είναι εκείνες του Ποινικού Κώδικα, στο αρ. 187, ενώ σε δικονομικό επίπεδο, είναι τα αρ. 7 και 9 του ν. 2928/2001 και το αρ. 200Α του ΚΠοινΔ. Το δεύτερο κεφάλαιο του παρόντος πονήματος ασχολείται με την κατ’ ιδίαν εξέταση ορισμένων εγκλημάτων που τελούνται σε οργανωμένη μορφή. Ειδικότερα εξετάζονται τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, το έγκλημα της σωματεμπορίας, το έγκλημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, γνωστό και ως «ξέπλυμα βρώμικου χρήματος» και τέλος, το έγκλημα που συνυφαίνεται με το εμπόριο εξαρτησιογόνων ουσιών και ιδίως των ναρκωτικών.
  • Τεκμήριο
    Καταναλωτική πίστη και αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή: τα όρια της πιστοληπτικής αξιολόγησης του καταναλωτή στις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης των Οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ εν όψει της απαγόρευσης παραβίασης προσωπικών δεδομένων»
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Κάντα, Βασιλική Ι.; Μπώλος, Άγγελος Π.; Δούβλης, Βασίλης Α.; Ρούσσης, Δημήτριος Κ.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Η παρούσα μελέτη έχει σκοπό να προσεγγίσει το εν λόγω ερώτημα παρουσιάζοντας τις προϋποθέσεις της σύννομης και θεμιτής επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων αλλά και τις κατηγορίες των συναφών και πρόσφορων προς επεξεργασία για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά γενική αποδοχή.
  • Τεκμήριο
    Σχέσεις κράτους εκκλησίας και θρησκευτική ελευθερία ιδίως στο σχολικό περιβάλλον κατά το ευρωπαϊκό δίκαιο δικαιωμάτων του ανθρώπου
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015) Τρακανιάρη, Αικατερίνη Κ.; Κουτνατζής, Στυλιανός Ιωάννης; Φουντεδάκη, Πηνελόπη Ν.; Μουκίου, Χρυσούλα Π.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Η εργασία πραγματεύεται αρχικά το ζήτημα των σχέσεων κράτους και εκκλησίας, όπως διαμορφώνονται κατά τα συντάγματα της Ελλάδας και των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Στη συνέχεια αναφέρεται στη θρησκευτική ελευθερία κατά την ΕΣΔΑ. Αναλύεται το παράδειγμα της ισλαμικής μαντίλας και της ανάρτησης του Εσταυρωμένου στις σχολικές αίθουσες.Τέλος περιγράφεται η θρησκευτική ελευθερία όπως ρυθμίζεται στο ελληνικό σύνταγμα.
  • Τεκμήριο
    Οι υποχρεώσεις ενημέρωσης του προμηθευτή έναντι των καταναλωτών στην εξ αποστάσεως εμπορία αγαθών και υπηρεσιών και ειδικότερα στις ηλεκτρονικά καταρτιζόμενες συμβάσεις
    (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014) Μητρογιάννη, Αικατερίνη Ν.; Μπώλος, Άγγελος Π.; Δούβλης, Βασίλης Α.; Βασιλόπουλος, Σωτήριος Η.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Δικαίου
    Η εξ αποστάσεως εμπορία αγαθών και υπηρεσιών είναι μέρος του ευρύτερου εννοιολογικού και λειτουργικού πλαισίου της «εξ αποστάσεως εμπορίας», η οποία περιλαμβάνει και την από απόσταση εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Ως εξ αποστάσεως καταρτιζόμενη σύμβαση ορίζεται κάθε σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ ενός προμηθευτή κι ενός καταναλωτή στο πλαίσιο ενός οργανωμένου συστήματος εξ αποστάσεως πωλήσεων ή παροχής υπηρεσιών, χωρίς την ταυτόχρονη φυσική παρουσία των συμβαλλομένων μερών και με αποκλειστική χρήση ενός ή περισσοτέρων μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως. Οι εν λόγω συμβάσεις είναι επίσης μέρος του ειδικού νομικού και ρυθμιστικού πλαισίου του ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως αυτό διεξάγεται με τη χρήση ψηφιακών τεχνολογικών μέσων και ιδίως μέσω του Διαδικτύου. Ωστόσο, οι συμβάσεις αυτές εγείρουν πολλά νομικά ζητήματα, λόγω της ιδιαίτερης φύσης τους και λόγω της ειδικής προστασίας, της οποίας χρήζουν οι συμβαλλόμενοι καταναλωτές. Κι αυτό συμβαίνει, διότι οι τελευταίοι είναι το ασθενές μέρος της σύμβασης, ευρυσκόμενοι σε προφανή διαπραγματευτική μειονεξία απάνεντι στον εκάστοτε προμηθευτή, που καταρτίζει κατ’ απάγγελμα τέτοιες συμβάσεις στο πλαίσιο ενός οργανωμένο συστήματος. Πρόκειται λοιπόν για μια συμβατική σχέση, που χαρακτηρίζεται από έντονες ανισότητες. Εξ’ αυτού ακριβώς του λόγου, κρίθηκε αδήριτος η ανάγκη θέσπισης κανόνων αναγκαστικού δικαίου, έτσι ώστε να περιορισθούν τα όποια μειονεκτήματα και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη του καταναλωτικού κοινού στη νέα αυτή μορφή συμβάσεων. Για να πραγματοποιηθεί αυτό έπρεπε να δοθεί σε νομοθετικό επίπεδο ιδιαίτερη έμφαση στην επαρκή πληροφόρηση του συναλλασσόμενου καταναλωτή, στην εκτέλεση της σύμβασης από τον προμηθευτή μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, στη δυνατότητα υπαναχώρησης του καταναλωτή, στην απαγόρευση προείσπραξης του τιμήματος, όπως επίσης και στην απαγόρευση της χρήσης επιθετικών εμπορικών πρακτικών. Η εν λόγω εργασία φιλοδοξεί να παρουσιάσει με τον πιο ακριβή και σχετικά ευσύνοπτο τρόπο το καθεστώς, που διέπει σήμερα την Ε.Ε. και την Ελλάδα όσον αφορά τη σύναψη μιας εξ αποστάσεως καταρτιζόμενης σύμβασης, εστιάζοντας κυρίως στις υποχρεώσεις προσυμβατικής ενημέρωσης, που ο προμηθευτής έχει έναντι του καταναλωτή. Ενόψει όλων των ανωτέρω, το κυρίως νομοθετικό πλαίσιο, που εφαρμόζεται στην Ε.Ε και στην Ελλάδα από τις 13-6-2014 και που εξετάζεται στην παρούσα εργασία είναι η Οδηγία 2011/83/ΕΕ για τα δικαιώματα των καταναλωτών, που ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με την υπ’ αριθμ. Ζ1-891/30-8-2013 ΚΥΑ και η Οδηγία 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο, όπως αυτή ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το πδ 131/2003. Στόχος είναι η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου μέσω του οποίου θα εξασφαλίζεται η δημιουργία μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς των καταναλωτών, επιτυγχάνοντας τη σωστή ισορροπία μεταξύ ενός υψηλού για τον καταναλωτή επιπέδου προστασίας ίδιου σε όλα τα κ-μ της Ε.Ε. και μεταξύ της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Γι’ αυτό και εισάγονται νέοι αυστηρότεροι κανόνες στη λειτουργία του ηλεκτρονικού εμπορίου και στη σύναψη των εξ αποστάσεως καταρτιζόμενων συμβάσεων. Η εξ αποστάσεως εμπορία αγαθών και υπηρεσιών είναι μέρος του ευρύτερου εννοιολογικού και λειτουργικού πλαισίου της «εξ αποστάσεως εμπορίας», η οποία περιλαμβάνει και την από απόσταση εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Ως εξ αποστάσεως καταρτιζόμενη σύμβαση ορίζεται κάθε σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ ενός προμηθευτή κι ενός καταναλωτή στο πλαίσιο ενός οργανωμένου συστήματος εξ αποστάσεως πωλήσεων ή παροχής υπηρεσιών, χωρίς την ταυτόχρονη φυσική παρουσία των συμβαλλομένων μερών και με αποκλειστική χρήση ενός ή περισσοτέρων μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως. Οι εν λόγω συμβάσεις είναι επίσης μέρος του ειδικού νομικού και ρυθμιστικού πλαισίου του ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως αυτό διεξάγεται με τη χρήση ψηφιακών τεχνολογικών μέσων και ιδίως μέσω του Διαδικτύου. Ωστόσο, οι συμβάσεις αυτές εγείρουν πολλά νομικά ζητήματα, λόγω της ιδιαίτερης φύσης τους και λόγω της ειδικής προστασίας, της οποίας χρήζουν οι συμβαλλόμενοι καταναλωτές. Κι αυτό συμβαίνει, διότι οι τελευταίοι είναι το ασθενές μέρος της σύμβασης, ευρυσκόμενοι σε προφανή διαπραγματευτική μειονεξία απάνεντι στον εκάστοτε προμηθευτή, που καταρτίζει κατ’ απάγγελμα τέτοιες συμβάσεις στο πλαίσιο ενός οργανωμένο συστήματος. Πρόκειται λοιπόν για μια συμβατική σχέση, που χαρακτηρίζεται από έντονες ανισότητες. Εξ’ αυτού ακριβώς του λόγου, κρίθηκε αδήριτος η ανάγκη θέσπισης κανόνων αναγκαστικού δικαίου, έτσι ώστε να περιορισθούν τα όποια μειονεκτήματα και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη του καταναλωτικού κοινού στη νέα αυτή μορφή συμβάσεων. Για να πραγματοποιηθεί αυτό έπρεπε να δοθεί σε νομοθετικό επίπεδο ιδιαίτερη έμφαση στην επαρκή πληροφόρηση του συναλλασσόμενου καταναλωτή, στην εκτέλεση της σύμβασης από τον προμηθευτή μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, στη δυνατότητα υπαναχώρησης του καταναλωτή, στην απαγόρευση προείσπραξης του τιμήματος, όπως επίσης και στην απαγόρευση της χρήσης επιθετικών εμπορικών πρακτικών. Η εν λόγω εργασία φιλοδοξεί να παρουσιάσει με τον πιο ακριβή και σχετικά ευσύνοπτο τρόπο το καθεστώς, που διέπει σήμερα την Ε.Ε. και την Ελλάδα όσον αφορά τη σύναψη μιας εξ αποστάσεως καταρτιζόμενης σύμβασης, εστιάζοντας κυρίως στις υποχρεώσεις προσυμβατικής ενημέρωσης, που ο προμηθευτής έχει έναντι του καταναλωτή. Ενόψει όλων των ανωτέρω, το κυρίως νομοθετικό πλαίσιο, που εφαρμόζεται στην Ε.Ε και στην Ελλάδα από τις 13-6-2014 και που εξετάζεται στην παρούσα εργασία είναι η Οδηγία 2011/83/ΕΕ για τα δικαιώματα των καταναλωτών, που ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με την υπ’ αριθμ. Ζ1-891/30-8-2013 ΚΥΑ και η Οδηγία 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο, όπως αυτή ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το πδ 131/2003. Στόχος είναι η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου μέσω του οποίου θα εξασφαλίζεται η δημιουργία μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς των καταναλωτών, επιτυγχάνοντας τη σωστή ισορροπία μεταξύ ενός υψηλού για τον καταναλωτή επιπέδου προστασίας ίδιου σε όλα τα κ-μ της Ε.Ε. και μεταξύ της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Γι’ αυτό και εισάγονται νέοι αυστηρότεροι κανόνες στη λειτουργία του ηλεκτρονικού εμπορίου και στη σύναψη των εξ αποστάσεως καταρτιζόμενων συμβάσεων.